Μία ἀπόπειρα πρὸς τὸ καλλίτερο

Δὲν ξέρω πῶς θὰ φανεῖ ἂν σὲ ὅμιλο Εὐρωπαίων ἡγετῶν ἀκουσθεῖ –ἔστω καὶ χάριν παιδιᾶς– ὁ λόγος τοῦ μεγάλου Γερμανοῦ ἑλληνιστῆ Βιλαμόβιτς: «Ὅποιος ἐπιθυμεῖ νὰ γίνει ἄνθρωπος, πρέπει πρῶτα νὰ γίνει Ἕλληνας»! Βέβαια αὐτὰ λέγονταν σὲ μιὰ ἐποχῇ ποὺ φράσεις σὰν αὐτὴ τοῦ Οὐγκὼ «Ἡ Ἑλλὰς εἶναι ἡ γῆ συμπεπυκνωμένη καὶ ἡ γῆ εἶναι ἡ Ἑλλὰς διογκωμένη», δὲν περνοῦσαν γιὰ κακόγουστα ἀστεῖα. Ἂς Θυμηθοῦμε τί ἔλεγαν Εὐρωπαῖοι. Ἀμερικανοί, Νοτιοαφρικανοὶ καὶ Αὐστραλοὶ γιὰ τοὺς πατέρες μας τὴν ἐπαύριο τοῦ «Ὄχι»!

Τὸ ζήτημα, ὅπως γράφει ὁ ποιητής, εἶναι τί λένε τώ­ρα. Τώρα κανονικὰ ὄφειλαν νὰ κλαῖνε. Νὰ κλαῖνε γιὰ μιὰ Ἑλλάδα ποὺ ἦταν τῆς γῆς καμάρι, τῆς γῆς μαργαριτάρι καὶ ἀνίδεοι καὶ ἀνάξιοι πολιτικοὶ τὴν ἔκαναν ρημάδι. Χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνει ὅτι σὰν τὸ μοναχὸ Τέτζελ πουλᾶμε indulgentia (= συγχωροχάρτια) στὸν ἑλληνικὸ λαό. Τὸ πρόβλημα μιᾶς προσεχοῦς κατεδαφίσεως ἦταν ὁρατὸ ἀπὸ τίς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽80. Τὸ κέντρο τοῦ πολιτικοῦ ἐνδιαφέροντος εἶχε μετατοπισθεῖ. Ἀντὶ οἱ πολι­τικοί νὰ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὰ προβλήματα τῶν πολιτῶν, οἱ πολῖτες ἦσαν αὐτοί –χάρη στὴν παρεμβολὴ τῶν «μήντια» καὶ τῆς «ντουντούκας»– ποὺ ἐνδιαφέρονταν γιὰ τὰ προβλήματα τῶν πολιτικῶν. Εἴχαμε μπεῖ στὴ ζώνη τῆς μικροπολιτικῆς. Καὶ τῆς μικροπρέπειας.

Εἶχε ἀρχίσει νὰ ἐπιβάλλεται ὁ κομματισμός. Τὸ ἀξο­νικό κέντρο τῆς πολιτικῆς δὲν ἦταν πιὰ τὰ ἐσωτερικά μας προβλήματα, ἀλλὰ τὰ ἐσωτερικὰ τῶν κομμάτων. H δημοσιογραφία σταδιακά, τέταρτος πυλῶνας της δὴ­μοκρατίας, εἶχε μεταβληθεῖ σὲ μικρὸ καὶ πικρὸ κοὺ­τσομπολιό, κάτι ποὺ ἔφερε γρήγορα καὶ τὴ δική της παρακμή. Ἔτσι ἡ δημοκρατία μετατράπηκε σὲ κoμματαρχία, ἐνῶ ὁ Τύπος, γιὰ νὰ σταθεῖ, ἔγινε κάτι μεταξὺ ἐντύπου καὶ «ψιλικῶν». Καὶ κάτι πιὸ σοβαρὸ: ἐδῶ καὶ καιρὸ τὰ κόμματα τείνουν νὰ ὑποκατασταθοῦν ἀπὸ ποικίλες κομματικὲς κάστες.

Συνήθως γιὰ ὅ,τι κακὸ συνέβαινε στὸν τόπο αὐτό, στρέφαμε τὸ βλέμμα πρὸς τὰ δύο μεγάλα κόμματα, ποὺ ἐν πολλοῖς ἔχουν, κυρίως ἐν ἁμαρτίαις, διδυμοποιηθεῖ. Ἀπὸ πολλὲς ἀπόψεις μου θυμίζουν τὸ «διδυμαῖο κὸμ­μα» ποὺ αὐτὸ δὲν ἔχει καμμία σχέση μὲ τὴν πολιτική, ἀλλὰ μὲ τὴ μουσική! Εἶναι ἕνας μουσικὸς ὅρος ποὺ δὴ­λώνει τὴ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸν ἐλάσσονα καὶ στὸν μεὶ­ζονα τόνο –ἂν θυμᾶμαι καλά. Ἀπὸ τὴ μουσικὴ μπορῶ νὰ πάρω κι ἕναν ἄλλο ὅρο γιὰ νὰ ἐκφράσω τὴ σμίκρυνση –ὡς πρὸς τὴν ἀπόδοσή τους– τῶν ἑλληνικῶν κομμάτων. Πρόκειται γιὰ τὸν ὅρο «κομμάτιον», ἕνα ὀλιγόστιχο ἄσμα ποὺ ἦταν τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἑπτὰ μέρη τῆς κωμικῆς παρεμβάσεως. Κανονικὰ καὶ οἱ ἑπτὰ δικές μας κωμικὲς κομματικὲς παρεμβάσεις θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποκαλοῦνται «κομμάτια». Αὐτά, ἄλλωστε, ἐκφράζεται καὶ μὲ τὴ λαϊκὴ ἀφοριστικὴ ρήση «Ἄει στὰ κομμάτια».

Καὶ δὲν εἶναι δύσκολο νὰ πάει κανεὶς στὰ κομμάτια γεωγραφικῶς, ἀρκεῖ νὰ πάρει τὸ δρόμο πρὸς τὰ Πράμαντα τῆς Ἠπείρου, ὅπου ἐνδέχεται νὰ συναντήσει –ἂν ὑπάρχει ἀκόμη– τὸν οἰκισμὸ Κομματάκια. Ἦταν –θυμᾶμαι– ὡραῖο χωριό, μόνο ποὺ τὰ δικά μας «κομματάκια» δὲν κάνουνε… χωριό. Ἔκαναν καὶ κάνουν τὰ πάντα… «σπερνοκόλλυβα», ὅπως λέγαμε ἐπὶ καταστὰ­σεων καταστροφῆς στὴ Μάνη.

Ὅλα ὅμως ἔχουν καὶ τὰ ὅριά τους, ἕκτος ἀπὸ τὴν κουταμάρα. Τὰ ἑλληνικὰ κόμματα πολιτεύτηκαν καὶ πὸ­λιτεύονται (μακάρι ὁ κ. Σαμαρᾶς νὰ μὲ διαψεύσει) ἀνοήτως καὶ ἀνηθίκως. Ἐδῶ καὶ καιρὸ ἔχουν πάρει τὴν κα­τιούσα. Γιὰ τὴν πολιτικὴ εἶχα διατυπώσει πρὸ τριακον­ταετίας τὴν ἀκόλουθη ἀρχὴ: «Ἂν δὲν ξέρεις ποῦ νὰ στὰ­ματήσεις, καλλίτερα νὰ μὴν ξεκινήσεις». Ἰδίως ἂν ὁ δρόμος εἶναι κατηφορικός.

Αὐτὸ ποὺ σήμερα, φειδόμενος τῆς πολιτικῆς, φρονῶ, εἶναι τοῦτο: Γιὰ νὰ μὴ γίνουν τὰ κόμματα τὲ­λεία, πρέπει νὰ βάλουμε παῦλα. Ἤ, μᾶλλον, τελεία καὶ παῦλα στὴν ἄγονη καὶ ἄσκοπη ἀντιπαράθεση ποὺ μᾶς ἔφερε στὸ χεῖλος τοῦ κρημνοῦ ἢ κάτω ἀπὸ τὸ σχοινὶ τῆς ἀγχόνης. Ἀπαιτεῖται –προτοῦ συρθοῦμε σὲ νέα ἐκλογικὴ ἀναμέτρηση– μιὰ συνεννόηση «εἰς μικρὸν» γιὰ τὸν καταρτισμὸ μιᾶς σοβαρῆς καὶ στιβαρῆς ἐθνικῆς πολιτικῆς. Διότι εἶναι γνωστὸ στοὺς παροικοῦντες εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ ὅτι ὑπάρχουν σενάρια ὑφαρπαγῆς (καὶ ἡ θάλασσα εἶναι μέρος τοῦ ἐθνικοῦ ἐδάφους), σενάρια τεμαχισμοῦ καὶ διαμελισμοῦ. Τῆς χώρας ἐννοῶ.

Ἡ πολιτική μας, ἐν ὄψει νέων δυσχερειῶν, πρέπει νὰ ὑποβληθεῖ σ᾽ ἕνα εἶδος λογοθεραπείας, ὄχι μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἰάσεως τῆς ἀφωνίας καὶ τῆς κακοφωνίας ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἀναπροσανατολισμοῦ τῆς φωνῆς τῶν πολιτικῶν πρὸς τὴν κατεύθυνση τοῦ ἐθνικοῦ καὶ ὄχι τοῦ κομματικοῦ συμφέροντος. Εἶναι ἀπα­ραίτητο ἡ πολιτικὴ νὰ ἐπαναπροσδιορισθεῖ πρὸς τὸ νόημα καὶ ὄχι πρὸς τὴν κραυγή. Νὰ διαθέτει μὲν λόγο, ἀλλὰ μετὰ λόγου, δηλαδὴ μετὰ νοήματος. Γιὰ νὰ μὴν ὑποχρεωνόμεθα συχνὰ νὰ μετανοοῦμε πικρὰ μὲ τὰ κωμικὰ mea culpa.

Κλείνω καὶ τοῦτα τὰ δυσάρεστα μὲ μία σύσταση πρὸς τὴ «λαϊκοδημοκρατικὴ» κοινωνία μας. Συμμερὶ­ζομαι τὴν ἀγωνία της. Αὐτὴν ἀναπνέω κι ἐγὼ μὲ τὴ γλίσχρα σύνταξη τῶν 1078 εὐρὼ κι ἂς δουλεύω ἀπὸ ἠλι­κίας 12 ἐτῶν. Ὡστόσο, τὸ πρόβλημα ἔχει πλέον μετατεθεῖ ἀπὸ τὸ «ἐγὼ» καὶ τὸ «σὺ» πρὸς τὸ Μακρυγιάννειο «Ἐμεῖς». Πρέπει, λοιπόν, νὰ ἀκούγεται περισσὸ­τερο ἡ φωνῇ τοῦ ἔθνους καὶ ὄχι ἡ φωνῇ τῶν κομμάτων καὶ τῶν συνδικάτων. Κανένα κόμμα δὲν μπορεῖ νὰ ὑπο­καταστήσει τὸ ἔθνος. Εἶναι κομμάτι τοῦ ἔθνους –ἂν φυσικὰ πιστεύει σ᾽ αὐτὸ–, εἶναι κομμάτι τοῦ ὅλου. Κι ὅπως ἔλεγε ὅ Ἀριστοτέλης, «ἀναιρουμένου τοῦ ὅλου, οὔκ ἔσται ποῦς οὐδέ χεῖρες». Ὅταν χάνεται τὸ ὅλο, δὲν θὰ ὑπάρχουν οὔτε πόδια οὔτε χέρια!

Σαράντος Καργάκος

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply