Ἡ ἐξέγερσις τοῦ Ἴλιντεν, 20 Ἰουλίου 1903 (π.ἡμ)

Βουλγαρικὴ προετοιμασία ἐκρηκτικῶν γιὰ τὴν ἐξέγερση.

Βουλγαρικὴ προετοιμασία ἐκρηκτικῶν γιὰ τὴν ἐξέγερση.

     Το Μοναστήρι είχε εξαιρετική σημασία για τρεις αντίπαλες εθνότητες. Τους τούρκους, που το χρησιμοποιούσαν σαν σπουδαίο στρατιωτικό κέντρο, τους βουλγάρους που επιζητούσαν να επικρατήσουν στην πόλη και στην γύρω περιοχή και τους Έλληνες που υπερείχαν χάρη στους Βλάχους με το τόσο ακμαίο Ελληνικό φρόνημα. Η κατάσταση αποσταθεροποιήσεως που επικρατούσε τότε στην Ελλάδα, έδωσε αφορμή στα δύο βουλγαρικά κομιτάτα να αναπτύξουν στο έπακρο την δράση τους στην Μακεδονία. Ήταν η «Περίοδος Τῶν Μαρτύρων» τότε, όπως έλεγε ο Ίων Δραγούμης.

     Το Ελληνικό κράτος, μετά τον ατυχή πόλεμο του 1897, αντιτάσσετο στον ένοπλο αγώνα, ως μέσον αντιμετωπίσεως του βουλγαρικού κινδύνου. Η Ελληνική ανυπαρξία αντιδράσεως, έκανε τους βουλγάρους αδίστακτους και τους επέτρεψε να διατυπώσουν το σύνθημα, ότι ο θάνατος άξιζε σε κάθε αντίπαλό τους. 

Και όλα αυτά γίνονταν κάτω από τις ευλογίες της Ευρώπης, που πίστευε πως «ἡ βουλγαρία δὲν ζητοῦσε ἂλλο, παρὰ νὰ ἐλευθερώσῃ τὰ ἀδέλφια της ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγό». Για τους Ευρωπαίους, ο αγώνας των βουλγάρων δεν ήταν μια διαμάχη μεταξύ αυτών και των Ελλήνων, αλλά αγώνας εναντίον του τούρκου δυνάστη. Και η αντίληψη αυτή καθιστούσε εξαιρετικά δύσκολη την ελληνική θέση.

Οἱ ἔνοπλες ὁμᾶδες Καστοριᾶς ὑπὸ τοὺς Βοεβόδες Βασὶλ Τσακαλάρωφ, Ἰβᾶν Ποπόφ, Πᾶντο Κλιᾶσεφ, Νίκολα Ἀνδρέεφ καὶ Μανὸλ Ρόζωφ.

Οἱ ἔνοπλες ὁμᾶδες Καστοριᾶς ὑπὸ τοὺς Βοεβόδες Βασὶλ Τσακαλάρωφ, Ἰβᾶν Ποπόφ, Πᾶντο Κλιᾶσεφ, Νίκολα Ἀνδρέεφ καὶ Μανὸλ Ρόζωφ.

     Προς το τέλος του 1902, ή έντονη δράση των κομιτατζήδων (ειδικά του VMRO), έδινε εξεγερμένη εικόνα στην Μακεδονία. Η ανικανότητα των τουρκικών αρχών να τους υποτάξουν και η έλλειψη αντιδράσεως των Ελλήνων, τους έδωσε την δυνατότητα να προετοιμάσουν την εξέγερση μεθοδικά. Το έργο των κομιτάτων είχε προχωρήσει σε βαθμό που καθιστούσε αδύνατη την καταπολέμησή τους από την τουρκική διοίκηση.
Η μόνη ένοπλη αντίσταση που βρήκαν τα κομιτάτα ήταν ως επί το πλείστον από σλαυοφώνους Πατριαρχικούς, που είχαν να παρουσιάσουν αρκετούς ξεσηκωμούς εναντίον των τούρκων και των βουλγάρων στο βιλαέτι Μοναστηρίου, όπως ο καπετάν Κώττας, ο καπετάν Βαγγέλης από το Στρέμπενο και λίγο αργότερα έκαναν την εμφάνισή τους ο Λάκης Πύρζας από την Φλώρινα, ο Παύλος Κύρου από το Ζέλοβο, ο Νταλίπης από το Γκαμπρέσι και άλλοι που διαρκώς πλήθαιναν και δρούσαν με το όπλο στο χέρι για την Ελληνική Ιδέα. 
Όλοι αυτοί οι δυναμικοί και ανυπότακτοι, εκπροσωπούν τους «γραικομάνους», δηλαδή τους Ελληνομανείς, εναντίον των οποίων είχε στραφεί τότε όλη η λύσσα των κομιτάτων.

     Η εξέγερση που ετοίμαζαν οι βούλγαροι, κάθε ημέρα ερχόταν και πιο κοντά. Οι σχισματικοί χωρικοί είχαν ειδοποιηθεί, μόλις πάρουν το σύνθημα, να καταστρέψουν τα τηλεγραφικά σύρματα και τις σιδηροδρομικές γραμμές, να ανατινάξουν τα γεφύρια και τις αγροικίες των μπέηδων, να κάψουν χωριά και να ρίξουν βόμβες στις πόλεις, για να αναγκάσουν τους οθωμανούς να προβούν σε αντεκδικήσεις, ώστε οι ωμότητες των Τούρκων που θα στρέφονταν (όπως συνήθιζαν), εναντίον αθώων, να προκαλέσουν την επέμβαση της Ευρώπης.

     Οι βούλγαροι προσπαθούσαν να εξωθήσουν την Ευρώπη σε ανοικτή επέμβαση, για να λυθεί το Μακεδονικό, σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και αυτό θα το πετύχαιναν με μερική τουλάχιστον εξέγερση της Μακεδονικής υπαίθρου, την οποία θα παρουσίαζαν ως επαναστατικό κίνημα απελπισίας όλων των καταδυναστευομένων χριστιανών της Μακεδονίας.
Και για να είναι περισσότερες οι ωμότητες των τούρκων εναντίον αθώων Χριστιανών προέβησαν σε τρομοκρατικά κτυπήματα στην Θεσσαλονίκη, σίγουροι για τον αντίκτυπο που θα είχαν τα αντίποινα τον Τούρκων, στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. 

     Η ανατίναξη του γαλλικού ατμόπλοιου «Γκουανταλκιβίρ» και η ανατίναξη της Οθωμανικής Τράπεζας, ήταν η αρχή ενός βουλγαρικού πραξικοπήματος, που αναστάτωσε την Θεσσαλονίκη στο διήμερο 17 και 18 Απριλίου του 1903.

     Παρ΄όλο που ο τούρκος ως κυρίαρχος, εκπροσωπούσε την ένοπλη δύναμη, βασικός εχθρός των βουλγάρων ήταν ο άοπλος Ελληνισμός και η Ελληνική Ιδέα. Όσα λοιπόν διέπραξαν οι βούλγαροι στην Θεσσαλονίκη κατά των Ευρωπαίων, έγιναν για να τους εξαναγκάσουν να επέμβουν και να επιβάλουν στους τούρκους να παραχωρήσουν αυτονομία στην Μακεδονία, που μέσω της οποίας θα πραγματοποιούσαν τους σκοπούς τους, την ενσωμάτωση δηλαδή της Μακεδονίας στην βουλγαρία, όπου αυτός ήταν ο τελικός στόχος των κομιτάτων.
Η μεταστροφή της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης και η δυσμενής στάση της έπειτα από τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης, υπεχρέωσε τους βουλγάρους να ανακόψουν προσωρινά την δράση τους στην Μακεδονία. Εξασφάλισαν όμως την τουρκική επιείκεια με την μεσολάβηση των Ρώσσων και των Αυστριακών, ιδίως των πρώτων, που είχαν αναλάβει και την προστασία τους.

     Από τις αρχές Ιουλίου παρατηρείται πάλι έξαρση της δράσεως των κομιτατζήδων. Στο βιλαέτι Μοναστηρίου οι τουρκικές αρχές άρχισαν να παίρνουν αυστηρά μέτρα σε βάρος του βουλγαρικού πληθυσμού. Έντονες φήμες πιθανολογούσαν το ξέσπασμα γενικής εξεγέσεως. Οι στρατολογήσεις των χωρικών στις βουλγαρικές συμμορίες ήταν αθρόες και σε πολλές περιπτώσεις, βίαιες.
Η τεταμένη κατάσταση που επικρατούσε έδωσε το έναυσμα για την εξαπόλυση αυστηρών τουρκικών αντιποίνων σε βάρος του χριστιανικού πληθυσμού ολόκληρου του γεωγραφικού χώρου, χωρίς να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε αθώους και ενόχους.
Έλληνες και βούλγαροι της Μακεδονίας υφίσταντο στα 1903 την σκληρή τουρκική καταπίεση.

     Η τυραννική παρουσία των Σαράφωφ, Τσακαλάρωφ και άλλων βουλγάρων αρχηγών και οι βιαιότητές τους στις περιοχές Καστοριάς, Φλωρίνης, Πρεσπών, Μορίχοβου και Μοναστηρίου, ανάγκασαν τον ελληνικό πληθυσμό να απειλήσει ότι θα καταγγείλουν στις τουρκικές αρχές τις κινήσεις των βουλγαρικών σωμάτων.
Η παρουσία του Τσακαλάρωφ τον Μάιο του 1903 στο χωριό Σμάρδεσι (Κρυσταλλοπηγή Φλωρίνης) υπήρξε η βασική αφορμή για την ολοκληρωτική καταστροφή του χωριού, ύστερα από αλλεπάλληλες σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ του τουρκικού στρατού και των βουλγαρικών σωμάτων. Αξίζει να αναφερθεί ότι μετά την καταστροφή του χωριού από τον τουρκικό στρατό, επέστρεψε ο Τσακαλάρωφ και έκαψε την ελληνική εκκλησία και το ελληνικό σχολείο. Ο απολογισμός της καταστροφής ήταν 150 νεκροί και 70 τραυματίες από το σύνολο των 345 οικογενειών.

     Ολόκληρος ο Ελληνισμός της Βορειοδυτικής Μακεδονίας συνταράχθηκε από την τραγική είδηση. Μάταια ικέτευαν οι Έλληνες κάτοικοι των περιοχών του βιλαετίου Μοναστηρίου, τον βαλή να τους προστατέψει από τις βουλγαρικές επιδρομές. Η αδράνεια και ανικανότητα των τουρκικών αρχών έκαναν μεγάλη εντύπωση ακόμη και στους Ευρωπαίους προξένους.
Η απελπισία του χριστιανικού πληθυσμού της Μακεδονίας υπήρξε ο κυριότερος σύμμαχος των βουλγαρικών κομιτάτων, γι`αυτό πολλαπλασίασαν τις τρομοκρατικές τους προσπάθειες στα μέσα του 1903 με νέα κύματα δολοφονικών ενεργειών σε βάρος των Ελλήνων.
Στους Έλληνες κατοίκους του Κρουσόβου, του Μοναστηρίου, του Τυρνόβου, της Μηλοβίτσας, του Γκοπεσίου, επέβαλαν με την απειλή του θανάτου την καταβολή μηνιαίων χρηματικών εισφορών, για την αγορά όπλων και πολεμοφοδίων για τον εξοπλισμό των χωρικών.
Για τα βουλγαρικά σώματα οι χριστιανοί κάτοικοι της Μακεδονίας διακρίνονταν σε «ικανούς» και «επιζήμιους ή άχρηστους», δηλαδή σε εκείνους που ηρνούντο να συνεργαστούν και τους οποίους περίμενε η θανατική καταδίκη. Όσοι υπέκυπταν και συνεργάζονταν, όφειλαν να επαγρυπνούν συνεχώς για τις κινήσεις των τουρκικών στρατευμάτων και να σχηματίζουν αντιπροσωπείες, οι οποίες επισκέπτονταν τις κατά τόπους τουρκικές αρχές και τους Ευρωπαίους διπλωματικούς εκπροσώπους και διαμαρτύρονταν για τις τουρκικές ωμότητες σε βάρος του χριστιανικού πληθυσμού.

     Τα αυξανόμενα δολοφονικά κρούσματα που σημειώθηκαν σε βάρος τούρκων μπέηδων της Μακεδονίας, απέβλεπαν κυρίως να προκαλέσουν τα τουρκικά αντίποινα και την ευρωπαϊκή επέμβαση, έπειτα από την αποτυχία των βουλγαρικών σωμάτων να εξαναγκάσουν ολόκληρο τον χριστιανικό πληθυσμό να συμμετάσχει στην γενική εξέγερση.

Ἡ ἐξέγερσις τοῦ Ἴλιντεν, 20 Ἰουλίου 1903 (π.ἡμ)2

 

 

     Στο βιβλίο του Γ. Μόδη «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΣ ΑΓΩΝ & ΜΑΚΕΔΟΝΕΣ ΑΡΧΗΓΟΙ», Ε.Μ.Σ., σελ 52-55, διαβάζουμε:

«Τὴν 20ὴν Ἰουλίου 1903 ξέσπασε τέλος ἡ «γενική ἐπανάστασις», ποὺ θ΄ἀναποδογύριζε, ὅπως διεκήρυτταν οἱ Βούλγαροι, γῆ καί οὐρανό. Εἷναι τό περίφημο Ἥλιντεν (ἡμέρα τοῦ Προφήτη Ἠλία), ποὺ τόσο θαυμάζουν, δοξολογοῦν ὅλοι οἱ Βούλγαροι κομιτατζῆδες. 

Τὴν νύκτα φεγγοβόλησε ὅλος ὁ κάμπος. Ἔκαιαν οἱ κουλᾶδες (πύργοι) τῶν μπέηδων μὲ τὶς ἀποθῆκες καὶ τὶς ἐγκαταστάσεις των. Δὲν εἶχε τελειώσει καλὰ ὁ ἀλωνισμὸς καὶ κάηκαν σὲ πολλὰ τσιφλίκια καὶ ἰδικά τους γεννήματα. Ἐνθουσιασμένοι ἀπὸ τὴν πρώτη λαμπερὴ ἐπιτυχία, ἀναμμένοι ἀπ΄τίς φλόγες τῶν συμβόλων τῆς τυραννίας ξεκίνησαν νὰ καταλύσουν καὶ τὴν Τουρκικὴ Αὐτοκρατορία! 

Οἱ περισσότεροι ἦσαν ὡπλισμένοι μὲ ῥόπαλα καὶ μὲ τσεκούρια! Εἶχαν δόση χρυσὲς λίρες γιὰ ὅπλα στοὺς ἀνθρώπους τοῦ κομιτάτου, ἀλλὰ τὰ τουφέκια δὲν φάνηκαν καὶ τὰ χρήματα πέταξαν. Οἱ ἄλλοι κρατοῦσαν παλαιὰ μαρτίνια ἢ γκρᾶδες μ΄ἐλάχιστα φυσέκια. 
Δὲν ἦσαν βέβαια γιὰ μεγάλα πράγματα τ΄ἄοπλα, ἀσύντακτα, ἀνοργάνωτα καὶ ἀπόλεμα αὐτὰ μπουλούκια. Οὔτε οἱ Βούλγαροι ἀρχηγοὶ περίμεναν ἀπὸ αὐτὰ σημαντικὴ ὁπωσδήποτε δρᾶσις. Ξεσήκωσαν τοὺς χωρικοὺς καὶ τῶν κάμπων καὶ τοὺς ἔστειλαν ἄρον ἄρον στὰ βουνά, γιὰ νὰ δημιουργήσουν ἁπλῶς ἐντύπωσι καὶ θύματα. 
Ἠμπορεῖ νὰ λεχθῇ ὅτι ὁ θόρυβος ὑπῆρξε πολὺ μεγαλύτερος ἀπὸ τὴν πραγματικὴ οὐσία. Οἱ ἀρχηγοὶ τοῦ κομιτάτου θὰ ἦσαν ἄξιοι νὰ καταδικασθοῦν σὰν κοινοὶ δολοφόνοι καὶ ἐγκληματίες, ἐὰν δὲν ἐπήγαιναν νὰ ἐκμεταλλευθοῦν τὰ ἐρείπια καὶ τὰ αἵματα.
Καμμία σύγκρισις δυνάμεων δὲν χωροῦσε. Ἀληθινὸ τουρκικὸ στρατόπεδο ἦταν ὅλη ἐκείνη ἡ περιοχή. Γεμᾶτοι οἱ ἀπέραντοι στρατῶνες τοῦ Μοναστηρίου καὶ τὰ παραρτήματά των καὶ ἐλεύκαζαν σὲ πολλὰ μέρη ὁλόγυρα ἀπ΄τὴν πόλι πυκνὲς οἱ ἄσπρες κωνικὲς σκηνὲς τῶν στρατιωτικῶν κατασκηνώσεων. 

Κάτω ἀπ΄τὰ παράθυρα τοῦ σπιτιοῦ μας περνοῦσαν ἀτέλειωτα τάγματα, ποὺ ἀντιπροσώπευαν ὅλες τὶς φυλὲς τοῦ μουσουλμανικοῦ Ἰσραήλ. Τακτικοὶ στρατιῶτες, ποὺ φαίνονταν ἀπ΄τὸ κανονικὸ βῆμα τους, ποὺ ἀντέγραφαν συχνὰ τὸ πρωσσικὸ βάδισμα «τῆς χήνας», ἐντόπιοι μὲ τὰ παρδαλὰ ῥοῦχα, ἰλιαβέδες ἄτακτοι στὴν πορεία, στὴν ἐμφάνισι καὶ τὴν ἐνέργεια, ἀλλ΄ἀγριεμένοι καὶ ἀνυπόμονοι γιὰ ἐκδίκησι καὶ ἀρπαγή, ρεδίφηδες ἔφεδροι λογῆς λογῆς, Ἀνατολῖτες βαρεῖς, σκυθρωποί, μοιρολατρικοὶ μὲ τὸν Ἀλλὰχ στὸ στόμα καὶ στὴν ψυχή, ποὺ θὰ μποροῦσε γι΄αὐτοὺς νὰ εἰπῇ κανεὶς ὅ,τι ὁ Ναπολέων γιὰ τοὺς Ρώσσους: «Δὲν φθάνει νὰ τοὺς σκοτώσῃς, πρέπει καὶ νὰ τοὺς σμπρώξῃς γιὰ νὰ πέσουν», ζωηροὶ καὶ πεταχτοὶ μὲ τὰ γουρουνοτσάρουχα καὶ ἄσπρους σκούφους Ἀλβανοὶ τοῦ Ἐλμπασάν, τῶν Τιράννων, τοῦ Τεπελενιοῦ κ.λ.π., ποὺ γέμιζαν τὸν δρόμο καὶ τὴν γειτονιὰ μὲ τὰ μακρόσυρτα μὲ βοερὴ ὑπόκρουσις τραγούδια, πρόθυμοι πάντοτε γιὰ μάχη καὶ πλιάτσικο, ἀθλητικοὶ καὶ φανατισμένοι γκέγκηδες τοῦ Γκιλάν, τῆς Γιάκοβας, τοῦ Ἰπὲκ καὶ ἄλλων περιφερειῶν τοῦ Κοσσόβου, ποὺ μύριζαν ἀπὸ μακρυὰ τὸν ἂγριο πολεμιστή, κυλοῦσαν ἀδιάκοπα σὰν θηριωμένο ποτάμι μὲ τὰ χωριστὰ «ταμπούρια» τους (τάγματα) καὶ τοὺς πολὺ λίγους πάντοτε ἀξιωματικούς των. 

Εἶχεν ὁ στρατὸς καὶ πολλὰ κανόνια καὶ ἀπέναντι στοὺς γκρᾶδες, τὰ μαρτίνια καὶ τὰ ῥόπαλα τῶν ἐπαναστατῶν, γερμανικὰ μάουζερ νεωτάτου τύπου. Μποροῦσε ὁ στρατὸς σὲ δύο ἔως τρεῖς ἡμέρες νὰ διαλύσῃ καὶ νὰ ἐξανεμίσῃ ἐπανάστασι καὶ ἐπαναστᾶτες. Ἀλλὰ νωθροὶ οἱ ἀρχηγοί του κινήθηκαν γιαβᾶς γιαβᾶς (σιγὰ σιγά). Φοβήθηκαν, φαίνεται, ἐμπλοκὴ μὲ τὴν Βουλγαρίία καὶ φασαρίες μὲ τὴν Εὐρώπη. Ἴσως καὶ ἐμεγαλωποίησαν τὸν κίνδυνον. Εἶχαν γνωρύση τὸ πεῖσμα καὶ τὴν αὐτοθυσία, ποὺ πολεμοῦσαν οἱ τακτικοὶ κομιτατζῆδες.

Ὅλο τὸ κίνημα ἄλλως τε εἶχε περιορισθῆ σὲ στενὴ περιοχὴ μὲ κέντρον τὸ Μοναστῆρι, τοὺς καζάδες Καστοριᾶς, Φλωρίνης, Μοναστηρίου, Ῥέσνας, Ὀχρίδας, Περλεπέ, Κιρτσόβου. Ἐπροτίμησε τὸ κομιτᾶτο τοῦ Σαράφωφ ἐκεῖνο τὸ μέρος, γιὰ νὰ αποδείξῃ ὃτι τὸ κίνημα ἦταν αὐτοφυές, ἀφοῦ εἶχεν ἐκδηλωθῆ τόσο μακρυὰ ἀπ΄τὰ βουλγαρικά σύνορα; Ἦταν ἐκεῖ καλλίτερα προπαρασκευασμένο; Ἄγνωστον. 
Κάποια κίνησις σημειώθηκε καὶ κοντὰ στὴν Ἀδριανούπολη καὶ στὰ βουλγαρικὰ σύνορα τοῦ βιλαετίου Θεσσαλονίκης. Ἦταν ὃμως μικρὴ καὶ καθαρὰ συμμοριακή. 

Μέσα στὴν πόλη ὠργίαζαν οἱ φῆμες. Ἀκούαμε τό πρωί ὅτι ἔρχονται, ἔφθασαν οἱ ἐπαναστάτες καὶ τὸ βράδυ ὅτι οἱ Τοῦρκοι ἑτοίμαζαν γενικὴ σφαγή. Ἔλεγαν τὴν μία ὅτι εἶχαν ἀπελευθερωθῆ ὅλα τὰ γύρω μέρη, τὴν ἄλλη ὅτι οἱ Τοῦρκοι παντοῦ ἔκαιαν καὶ ῥήμαζαν. Πολλοὶ εἶχαν ἀναγνωρίση καὶ τὸν… Σαράφωφ μεταμφιεσμένο σὲ παπᾶ, χότζια, ζητιᾶνο, χωριάτη κ.λ.π.!
Σὲ λίγες ἡμέρες μαθαίνουμε τὴν φρικτὴ συμφορὰ τοῦ Κρουσόβου. Στὴν ὀρεινὴ καὶ εἰρηνικὴ βλαχόφωνη πόλι, ποὺ εἶχε λίγους βουλγάρους καὶ διόλου τούρκους, οἱ κομιτατζῆδες καὶ οἱ ἐπιστρατευμένοι χωρικοὶ ἔστησαν ἀπ΄ τὸ βράδυ τῆς 20ης Ἰουλίου τὸ στρατηγεῖο καὶ ἕνα ξύλινο κανόνι. 

Ἔκαψαν τὸ διοικητήριο καὶ 37 γειτονικὰ σπίτια καὶ μαγαζιά, ὅλα ἑλληνικά, ἐσκότωσαν τὶς οἰκογένειες τῶν τούρκων δημοσίων ὑπαλλήλων, ἐνῷ οἱ λίγοι στρατιῶτες καὶ χωροφύλακες ἔφυγαν ὅλοι ἀνενόχλητοι, καὶ ἐκτέλεσαν δύο δικούς μας ποὺ ἦσαν «κατάσκοποι» τῶν τούρκων. Ἀλλὰ τὸ σπουδαιότερο ἔργο τους ἦταν νὰ συγκεντρώσουν 1500 χρυσὲς λίρες, ἀπ΄τοὺς δικούς μας πάντοτε. Ἔτυχαν νὰ εὑρίσκονται ἐκεῖ νὰ ξεκαλοκαιριάσουν καὶ λίγοι Κρουσοβῖτες τῆς Αἰγύπτου.

Στὴν «Πατρίδα» τοῦ Βουκουρεστίου δημοσιεύθηκε στὶς 27 Αὐγούστου τοῦ 1903 ἀπὸ αὐτόπτη μάρτυρα Κρουσοβίτη ζωντανὴ καί λεπτομερὴς περιγραφὴ τῆς «ἀπελευθερώσεως». Συμφωνεῖ ἀπόλυτα μαζύ της καὶ ἡ ἔκθεσις τοῦ Ἄγγλου προξένου τῆς Θεσσαλονίκης σὲρ Μπιλιώτη, ποὺ καταχωρήθηκε στὴν Κυανῆ Βίβλο τοῦ 1903. Προσθέτει μάλιστα ὁ σὲρ Μπιλιώτης ὅτι ἀπ΄τὰ ἑλληνικὰ σπίτια ἔμασαν οἱ κομιτατζῆδες καὶ ὅλους τοὺς τεντζερέδες γιὰ νὰ φκιάξουν ὀβίδες γιὰ τὸ ξύλινο κανόνι καὶ φυσέκια στὰ μυστικὰ χυτήριά τους! Εἶχαν διαδώση ἐπίσης ὃτι «ἀπελευθερώθηκαν» καὶ τὸ Μοναστῆρι καὰ τὰ Ἰωάννινα! 

Ἀπὸ σύγχρονα ἔντυπα ἐμάθαμε τώρα τελευταῖα ὅτι ἐγκαθιδρύθηκε τότε στὸ Κρούσοβο καὶ ἡ πρώτη ἐλεύθερη Μακεδονικὴ Δημοκρατία.
Στὶς 30 Ἰουλίου προέβαλε ὁ στρατὸς τοῦ Μπαχτιὰρ πασᾶ. Ἡ «πρώτη ἐλεύθερη Μακεδονικὴ Δημοκρατία» διαλύθηκε ἀμέσως σὰν καπνὸς ὕστερα ἀπὸ ζωὴ ἐννέα μόλις ἡμερῶν. 
Οἱ ὐπερασπιστὲς καὶ οἱ προμάχοι της ἐπροτίμησαν νὰ τὸ στρίψουν κανονικώτατα παίρνοντας μαζὺ λίρες καὶ τεντζαρέδες. Ἄγνωστο εἶναι τὶ ἀπέγινε τὸ ἱστορικὸ ξύλινο κανόνι. Ὁ σὲρ Μπιλιώτης τοὺς ὑπολογίζει σὲ 300, ἀλλὰ τὸ βέβαιον εἶναι ὅτι δὲν ἔριξαν πολλὲς τουφεκιές. Στάθηκαν καὶ πολέμησαν μόνον μερικοὶ Κρουσοβῖτες μὲ τὸν Πίτο Γουλῆ ἐπὶ κεφαλῆς, ποὺ εἶχε πιασθῆ στὸν χορὸ καὶ τὸν χόρεψεν ὡς τὸ τέλος, ἔως τὸν θάνατο. Οἱ τοῦρκοι κατὰ τὴν συνήθειά τους πλιατσικολόγησαν, ἒκαψαν, ῥήμαξαν καὶ ἒσφαξαν τοὺς ἰδικούς μας. 

Κάηκαν 300 σπίτια καὶ πολλὰ καταστήματα καὶ ἀπογυμνώθηκαν 60 σπίτια καὶ 250 μαγαζιά. Ἦσαν ὅλα ἑλληνικά. Ὁ βουλγάρικος μαχαλᾶς ἒμεινε ἄθικτος! Οἱ ἐλευθερωτὲς ἐφρόντισαν νὰ δωροδοκήσουν, ὅπως βεβαιώνει καὶ ὁ σὲρ Μπιλιώτης, τὸν πασᾶ μὲ τὰ χρήματα τῶν Ἑλλήνων, γιὰ νὰ ρημάξῃ τὰ ἑλληνικὰ σπίτια καὶ νὰ σεβασθῇ τά βουλγαρικά. Ἐκρεουργήθησαν 41 Ἕλληνες καὶ 3 βούλγαροι (σχισματικοί) ἀναγράφει ὁ Μπιλιώτης.
Οἱ πρόσφυγες, ποὺ ἔφθασαν τότε στὸ Μοναστῆρι, διηγήθηκαν πράγματα ποὺ ἔκαναν νὰ παγώσῃ τὸ αἷμα τῶν Μοναστηριωτῶν»…

Ὁ Γεώργιος Χρ. Μόδης ὑπῆρξε αὐτόπτης μάρτυρας, ἀγωνιστὴς καὶ ὁ κορυφαῖος βάρδος τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνος…

Ἀριστερά ὁ Βασὶλ Τσακαλάρωφ & δεξιὰ ὁ Πᾶντο Κλιᾶσεφ

Ἀριστερά ὁ Βασὶλ Τσακαλάρωφ & δεξιὰ ὁ Πᾶντο Κλιᾶσεφ

Πιστή εικόνα και το αληθινό πνεύμα του Ίλιντεν μας δίνουν τα απομνημονεύματα του Πάντο Κλιάσεφ. Ομολογεί ότι στις 19 Αυγούστου όρμησαν με τον Τσακαλάρωφ στο Βατοχώρι (Μπρέσνιτσα), κρέμασαν, σκότωσαν και έκαψαν γραικομάνους, ενώ όλοι οι νεώτεροι άνδρες του χωριού πολεμούσαν εκείνη την στιγμή με τον Κώττα τους Τούρκους στην Πρέσπα και την Βίγλα.

19.8.1903. «Ἐγὼ καὶ ὁ Τσακαλάρωφ κατεβήκαμε στὶς 19 Αὐγούστου στὴν Mpresnitsa (Βατοχῶρι), κάψαμε τὸ σπίτι τοῦ Ἰωάννου Ζάικου καὶ σκοτώσαμε τὸν Ἰωάννη Τζάϊκο, τὸν πατέρα τοῦ Ἀντώνη καὶ τὸν ἀδελφό του Λάζαρο καὶ κρεμάσαμε στὴν πλατεία τοῦ χωριοῦ τὸν Μουχτάρη (πρόεδρο) Γεώργιο Καραούλα καὶ τὸν Ἀγροφύλακα Ἀντώνιο Παναγιώτου.»  [Ἀπὸ τὴν ὑπαγόρευση τῆς δράσεώς του στὸν Π. Μίλιτιτς σ.193, τοῦ Πᾶντο Κλιάσεφ.]

Υπάρχει και το σχετικό γράμμα προς τον Παύλο Μελά από το Πισοδέρι της 7ης Σεπτεμβρίου, του Παπασταύρου Τσιάμη, που επιβεβαιώνει το φρικτό έγκλημα. Το δημοσίευσε ο Στέφανος Δραγούμης στην «Μακεδονική Κρίση».

«Ἀγαπητέ μοι ἐν Χριστῷ ἀδελφέ, Κύριε Παῦλε Μελᾶ, εἰς Ἀθήνας.
Πρὸ 15 ἡμερῶν οἱ κομιτατζῆδες συλλαβόντες 4 παιδιὰ ἀπὸ τὸ Πισοδέρι ἀνήλικα, ἐνῷ ἐπήγαιναν εἰς τὸ Γέρμαν (Ἅγιον Γερμανόν), τὰ ἔσφαξαν καὶ μέχρι σήμερον δὲν ηὔραμεν τὰ πτώματά των.
Δεύτερον ἐπῆγαν αἱ μητέρες των καὶ τοὺς ἐζητοῦσαν μετὰ δακρύων, ἴνα τοὺς δώσουν τὰ σώματα τῶν δολοφονηθέντων. Ἀλλ’ οἱ κομιτατζῆδες τοὺς εἶπαν μόνον ἀπειλάς, ὅτι θὰ καταστρέψουν τὸ Πισοδέρι.

Ὁ Τσακαλάρωφ πῆγε στὴν Μπρέσνιτσα [Βατοχῶρι] μετὰ 400 ὀπαδῶν, πρῶτον συνέλαβε τὸν Γεώργιον Καραοῦλαν, μουχτάρη, Ἕλληνα ὀρθόδοξο, τὸν ἀνεβίβασεν εἰς τὸ ζῶον του καὶ τὸν ἔδεσε μὲ σκοινιὰ καὶ ἀφοῦ τὸν ἔφερε εἰς τὸ Μεσοχῶρι, κάτω ἀπὸ μία ἀπιδιά, ἐκεῖ τὸν κρέμασε καὶ μὲ τὶς λόγχες τὸν τρυ­ποῦσε.
Δεύτερον περιεκύκλωσε τὴν οἰκίαν τοῦ Ζάικου, ὅστις ἀντέστη φονεύσας τὸν Νάστον, πρωτοπαλλήκαρο τοῦ Τσακαλάρωφ, ἐνῷ ἔσπανε τὴν πόρτα μὲ τὸν πέλεκυν, ἔτερον δὲ ἐπλήγωσε θανατηφόρους. Ὁ Τσακαλάρωφ διέταξε νὰ καύσουν μὲ πετρέλαιον τὸ σπίτι, ὁ δὰ Λᾶμπρος Ζάικος ἔκαμε μὲ τὸν ἑβδομηκοντοῦ πατέρα του ἔξοδον καὶ πληγώθηκαν καὶ οἱ δύο. Ὁ Τσακαλάρωφ τὸν ἔφερε ξεψυχώντας εἰς τὸ Μεσοχῶρι καὶ ῥίψας χόρτον καὶ ἄχυρο ἐπάνω του τὸν ἔκαυσε. Συνέλαβε καὶ τὸν συγγενὴ τοῦ Λ. Ζάικον καὶ ἀφοῦ τοῦ ἔκοψε τὰ χέρια, τοῦ ἔβγαλε τὰ μάτια καὶ ἔτσι ἀπέθανε.

Εὔχομαι τῷ θεῷ περὶ τῇ καλῇ διαφυλάξει. Ἐν Πισοδερίῳ τῇ 6η Σεπτεμβρίου 1903.
Ὁ ἐν Χριστῷ ἀδελφὸς Παπασταῦρος».

Βοεβόδες τῆς περιοχῆς Φλωρίνης, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν ἐνεργὰ μὲ τὶς τσέτες τους, στὴν ἐπανάσταση τοῦ Ἴλιντεν

Βοεβόδες τῆς περιοχῆς Φλωρίνης, οἱ ὁποῖοι συμμετεῖχαν ἐνεργὰ μὲ τὶς τσέτες τους, στὴν ἐπανάσταση τοῦ Ἴλιντεν

     Τα γεγονότα του 1903 δεν άφηναν πλέον καμμιά αμφιβολία για τις επιδιώξεις των βουλγάρων. Η είδηση για την εξέγερση του Ίλιντεν, επίκεντρο της οποίας ήταν το βιλαέτι του Μοναστηρίου και τα θύματα Έλληνες και Βλάχοι, ούτε εξέπληξε την ελληνική κυβέρνηση του Δημητρίου Ράλλη ούτε προκάλεσε πανικό στην Αθήνα.
Η ελληνική κυβέρνηση απέστειλε τηλεγραφικές εγκυκλίους στα ελληνικά προξενεία της Μακεδονίας με τις οποίες προέτρεψε το ελληνικό στοιχείο να παραμείνει ήσυχο και να έχει την πεποίθηση ότι η τουρκική κυβέρνηση θα καταπνίξει το κίνημα.

     Στον ελληνικό τύπο η εξέγερση παρουσιάστηκε ως κίνημα ληστανταρτών, αλλά και ως κίνημα βουλγάρων πατριωτών που αποσκοπούσε στην πραγμάτωση του ονείρου της Βουλγαρίας του Αγίου Στεφάνου, ενώ η ανακατάληψη του Κρουσόβου από τον τουρκικό στρατό εκτιμήθηκε ως η απαρχή της καταστολής της εξεγέρσεως. Τα όρια μεταξύ ληστή και εθνικού ήρωα δεν ήταν σαφώς διαγεγραμμένα.
Ιδιαίτερη ευαισθησία επέδειξαν οι Μακεδόνες φοιτητές που σπούδαζαν στην Αθήνα και ο Κεντρικός Μακεδονικός Σύλλογος.
Πάνω από 150 φοιτητές προθυμοποιήθηκαν να μεταβούν στην Μακεδονία για να πολεμήσουν κατά των βουλγάρων και για τον λόγο αυτό ζήτησαν την άδεια της τουρκικής πρεσβείας.
Επίσης ο Γερογιάννης ως Πρόεδρος του Κεντρικού Μακεδονικού Συλλόγου υπέβαλε στην τουρκική πρεσβεία υπόμνημα, ζητώντας από την Υψηλή Πύλη να δοθούν όπλα στους Έλληνες της Μακεδονίας για να πολεμήσουν κατά των βουλγάρων.
Αν και τα διαβήματα αυτά επαναλήφθηκαν, για ευνόητους λόγους οι τουρκικές αρχές απήντησαν αρνητικά, πιστεύοντας ότι έχουν τον έλεγχο της καταστάσεως.

     Η Ελλάδα ζήτησε τόσο από την Υψηλή Πύλη όσο και από τις Μεγάλες Δυνάμεις την προστασία του ελληνισμού, ενώ η ελληνική αστυνομία διετάχτη από τον Ράλλη να παρακολουθεί αυστηρά τις κινήσεις των βουλγάρων στην Αθήνα και την Θεσσαλία. Για προληπτικούς λόγους μερικοί βούλγαροι φυλακίστηκαν προσωρινά. Κατά την ανάκριση απεδείχθη ότι ήταν μέλη βουλγαρομακεδονικών κομιτάτων που απέστελναν πολεμοφόδια και περίστροφα στην Μακεδονία.
Η είδηση για την καταστροφή του Κρουσόβου και την ύπαρξη θυμάτων μεταξύ των Ελλήνων της πόλεως δεν άφησε ασυγκίνητο τον πληθυσμό της Αθήνας. Συγκροτήθηκε αμέσως μια «Επίκουρος των Μακεδόνων Επιτροπή» για την συλλογή εράνων υπέρ των δεινοπαθούντων Ελλήνων της Μακεδονίας με Πρόεδρο τον Μητροπολίτη Αθηνών Θεόκλητο και μέλη του Προεδρείου τον Ι. Βαλαωρίτη, τον Δ. Βικέλα, τον Μ. Δραγούμη, τον Ι. Καυτατζόγλου, τον Κ. Ρακτιβάν και τον Γ. Στρέιτ.
Στην έκκληση της επιτροπής αναφερόταν χαρακτηριστικά:

«Βαρεῖα συμφορὰ ἐνέσκηψεν ἐπὶ τὴν Μακεδονίαν. Ξένοι ἐπιδρομεῖς, τὴν ἐλευθερίαν ἔχοντες ἀνὰ στόμα, ἀλλὰ πῦρ καὶ σίδηρον ἀνὰ χείρας φέροντες, ἐπιδιώκουσιν τὴν ἐξόντωσιν τοῦἙλληνικοῦ καὶ Ὀρθόδοξου πληθυσμοῦ, ληστεύοντες, καίοντες οἰκίας, σχολεῖα καὶ ναούς, σφάζοντες ἄνδρας, γυναίκας, παιδία, ἱερεῖς, ὅλους τοὺς μὴ στέργοντας ν’ ἀπαρνηθῶσιν τὴν ἑλληνικὴν καταγωγὴν καὶ τὴν πατρώαν πίστιν.
Ὕψιστον εἶνε καθῆκον τῶν ἁπανταχοῦ Ἑλλήνων νὰ ἔλθωσιν ἀρωγοὶ εἰς τὴν τοσαύτην τῶν ὁμαιμόνων καὶὁμοθρήσκων κακοδαιμονίαν, νὰ ἐπουλώσωσι τὰ τραύματα, νὰ ἐνισχύσωσιν τὸ ἐθνικὸν φρόνημα καὶ ματαιώσωσι τὰς κατὰ τοῦ Μακεδονικοῦ Ἑλληνισμοῦ ἐπιβουλάς.»  (Ἐφημερίς,  Τὸ  Ἄστυ, 10-8-1903)  [«Ἡ πορεία πρὸς τὸ Ἴλιντεν, ὁ ἀντίκτυπος τῆς ἐξέγερσης τοῦ Ἴλιντεν στὴν Ἑλλάδα καὶ οἱ ἀπαρχὲς τῆς ἔνοπλης φάσης τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα», Σπυρίδων Σφέτας]

 

Χλόη 
ἀνιχνευτης τῆς ἱστορίας

 (τὸ παρὸν ἄρθρο ἀναρτήθηκε γιὰ πρώτη φορὰ,  σὲ 4 μέρη ἀπὸ τὴν Χλόη, στὸ μὴ ἐνεργὸ πλέον anihneftes.forumotion.com. τὸ διάστημα Τετ. 06 Apr 2011, 23:23  – Παρ 12 Aug 2011, 17:53)

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply