Ναυμαχία Σαλαμῖνος

Ἡ Ναυμαχία τῆς Σαλαμῖνος
Ἡροδότου Ἱστορίαι,

VIII 83-84, 86-89, 98-99

Ὅταν τέλος οἱ Ἕλληνες ἔδωσαν πίστη στὰ λόγια τῶν Τηνίων, ἄρχισαν νὰ προετοιμάζονται γιὰ νὰ δώσουν ναυμαχία. Γλυκοχάραζε ἡ αὐγὴ κι αὐτοὶ ἔκαναν σύναξη τῶν πληρωμάτων· τὴν ὡραιωτέρα ἀγόρευση ἀνάμεσα σ’ ὅλους τὴν ἔκανε ὁ Θεμιστοκλῆς· ὁ λόγος τοῦ ἦταν μία ἀντιπαράθεσις ἀνάμεσα στὰ χειρότερα καὶ τὰ καλλίτερα, σ’ ὅσα ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὴν φύση τῶν ἀνθρώπων καὶ τὶς συνθῆκες τῆς ζωῆς τους· κι ἀφοῦ τοὺς παρῴτρυνε νὰ διαλέξουν τὰ καλλίτερα ἀπὸ αὐτὰ κι ἔκανε μία περίτεχνο κατακλείδα, τοὺς διέταξε νὰ ἐπιβιβασθοῦν στὰ πλοῖα. Κι αὐτοὶ ἐπεβιβάζοντο κιόλας, ὅταν ἔφτασε ἀπὸ τὴν Αἴγινα ἡ τριήρης ποὺ εἶχε ἀποπλεύση γιὰ νὰ φέρῃ τοὺς Αἰακίδες. Τότε οἱ Ἕλληνες ἀνοίχθησαν στὸ πέλαγος μὲ ὅλα τὰ πλοῖα τους· καὶ καθὼς αὐτοὶ ἠνοίγοντο, ἀμέσως τοὺς ἐπετέθησαν οἱ βάρβαροι.

Εἰκόνα:
Σύγχρονη ξύλινη ἀναπαράστασις ἀρχαίας ἀθηναϊκῆς τριήρους, ἔργο τοῦ Κωνσταντίνου Λάππα

Ἡ ναυμαχία ἀρχίζει

Λοιπόν, οἱ ἄλλοι Ἕλληνες πῆραν νὰ πισωδρομοῦν καὶ νὰ φέρνουν τὰ πλοία τους πρὸς τὴν στεριά, ἀλλὰ ὁ Ἀμεινίας ἀπὸ τὴν Παλλήνη, Ἀθηναῖος, βγῆκε ἐμπρὸς στ’ ἀνοικτὰ κι ἐκάρφωσε τὸ ἔμβολό του σὲ πλοῖο τοῦ ἐχθροῦ. Κι ἔτσι ποὺ τὸ πλοῖο τοῦ ἐσφηνώθη στὸ ἐχθρικὸ καὶ δὲν μποροῦσε νὰ ξεκολλήσῃ τὸ ἕνα ἀπ’ τὸ ἄλλο, σπεύδοντας οἱ ἄλλοι νὰ βοηθήσουν τὸν Ἀμεινία, συνεκρούσθησαν μὲ τὸν ἐχθρό. Λοιπόν, οἱ Ἀθηναῖοι λὲν πὼς ἔτσι ἄρχισε ἡ ναυμαχία, οἱ Αἰγινῆτες ὅμως, πὼς τὸ πλοῖο ποὺ ἔκανε τὴν ἀρχὴ ἦταν ἐκεῖνο ποὺ ἐστάλλη στὴν Αἴγινα γιὰ τοὺς Αἰακίδες. Λέγεται ἐπίσης καὶ ἐτοῦτο, πὼς τοὺς ἐπαρουσιάσθη φάντασμα γυναικός· ἐπαρουσιάσθη καὶ τοὺς ἐνεθάῤῤυνε, καὶ ἡ φωνὴ τῆς ἠκούετο ἀπ’ ὅλο τὸ στρατόπεδο τῶν Ἑλλήνων, ἀφοῦ πρῶτα τους εἰρωνεύθη λέγοντας: «Ἀθεόφοβοι, ὡς πότε θὰ πισωδρομεῖτε ἀκόμη;»

Ἡ ἀνδρεία τῶν Περσῶν

[…] Ὁ κύριος ὄγκος τοῦ στόλου τους στὴν Σαλαμίνα συνετρίβετο, καθὼς ἄλλα πλοῖα τὰ ἐβύθιζαν οἱ Ἀθηναῖοι κι ἄλλα οἱ Αἰγινῆτες. Γιατί μὲ τὸ νὰ ναυμαχοῦν οἱ Ἕλληνες μὲ πειθαρχία καὶ τάξη, ἐνῶ οἱ βάρβαροι ἐνεργοῦσαν γενικὰ ἀσύντακτοι καὶ χωρὶς λογισμό, δὲν μποροῦσες νὰ περιμένῃς διαφορετικὸ ἀποτέλεσμα. Ὡστόσο, οἱ βάρβαροι καὶ ἦσαν, καὶ τὸ ἔδειξαν, πολὺ πιὸ γενναῖοι τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ξεπέρασαν τὸν ἑαυτό τους σὲ σύγκριση μὲ τὶς ναυμαχίες στὴν Εὔβοια, καθὼς ὅλοι τους ἔδειχναν ζῆλο κι ἔτρεμαν τὸν Ξέρξη, κι ὁ καθένας τοὺς ἐφαντάζετο πὼς δὲ θὰ τὸν χάση ἀπ’ τὰ μάτια τοῦ ὁ βασιλιάς.

Ἡ Ἀρτεμισία

Καθὼς οἱ δυνάμεις τοῦ βασιλέως εὑρίσκοντο σὲ μεγάλη σύγχυση, ἐκείνη τὴν ὥρα τὸ πλοῖο τῆς Ἀρτεμισίας κατεδιώκετο ἀπὸ ἀθηναϊκὸ πλοῖο· κι ἐκείνη, ἀδυνατώντας νὰ ξεφύγῃ (γιατὶ ἐμπρός της εὑρίσκοντο ἄλλα πλοία τῶν συμμάχων της, ἐνῷ τὸ δικό της ἔτυχε νὰ μείνῃ τελευταῖο πρὸς τὸ μέρος τοῦ ἐχθροῦ), νὰ πῶς ἀπεφάσισε νὰ ἐνεργήσῃ, καὶ τῆς βγῆκε σὲ καλό· δηλαδή, καθὼς τὴν κατεδίωκε τὸ ἀθηναϊκὸ πλοῖο, αὐτὴ ἐκινήθη ὁρμητικὰ κι ἐκάρφωσε τὸ ἔμβολό της σὲ πλοῖο συμμαχικό, τῶν Καλυνδίων, ποὺ ἀνάμεσα στοὺς ἐπιβάτες του ἦταν κι ὁ βασιλεὺς τῶν Καλυνδίων Δαμασίθυμος. Τώρα, νὰ εἶχε ξεσπάση ἀνάμεσά τους κάποια φιλονικία, ὅταν εὑρίσκοντο ἀκόμη ἐκεῖ κατὰ τὸν Ἑλλήσποντο, δὲν εἶμαι σὲ θέση νὰ τὸ πῶ· κι οὔτε ἐὰν τὸ ἔκανε αὐτὸ ἐσκεμμένα ἢ ἦταν συγκυρία τῆς τύχης νὰ εὑρεθῇ στὸν δρόμο της τὸ πλοῖον τῶν Καλυνδίων. Πάντως, ὅταν τὸ ἐκάρφωσε μὲ τὸ ἔμβολό της καὶ τὸ ἐβύθισε, ἀπὸ τὴν καλή της τύχη βρῆκε διπλὸ ὄφελος: πρῶτα πρῶτα ὁ τριήραρχος τοῦ ἀθηναϊκοῦ πλοῖο, βλέποντάς τὴν νὰ καρφώνῃ μὲ τὸ ἔμβολό της πλοῖον βαρβάρων, ἐπίστευσε πὼς τὸ πλοῖο τῆς Ἀρτεμισίας εἶναι ἑλληνικὸ ἢ ὅτι αὐτῳμόλησε ἀπὸ τοὺς βαρβάρους κι ἠγωνίζετο στὸ πλευρό τους· ἄλλαξε λοιπὸν πορεία καὶ ἐῤῥίφθη σὲ ἄλλα πλοία.

Ἀρτεμισία

Ὁ Ξερξης θαυμάζει τὴν Ἀρτεμισία

Λὲν πὼς ὁ βασιλέας, παρακολουθώντας τὴν ναυμαχία, ἀντελήφθη τὸ πλοῖο της νὰ καρφώνῃ τὸ ἔμβολό του σ’ ἄλλο, ὅποτε κάποιος ἀπὸ τὴν συνοδεία του εἶπε: «Ἄρχοντά μου, βλέπεις πόσο λαμπρὰ ἀγωνίζεται ἡ Ἀρτεμισία καὶ κατεβύθισε ἐχθρικό πλοῖο;». Καί, πὼς ἐκεῖνος ἐρώτησε ἐὰν στ’ ἀλήθεια τὸ κατόρθωμα εἶναι τῆς Ἀρτεμισίας, κι οἱ ἄλλοι τοῦ εἶπαν «ναί», καθὼς ἐγνώριζαν καλὰ τὸ σῆμα τῆς πλώρης τοῦ πλοίου της· κι ὅσο γιὰ τὸ βυθισμένο, ἐπίστευαν πὼς ἦταν ἐχθρικό. Μάλιστα, κοντὰ στ’ ἄλλα πού, ὅπως ἔχω πῆ, τῆς βγῆκαν σὲ καλό, ἡ καλή της τύχη τὸ ἔφερε νὰ μὴν σωθῇ κάποιος ἀπ’ τὸ πλοῖο τῶν Καλυνδίων καὶ νὰ βγῇ νὰ τὴν κατηγορήσῃ. Καὶ λὲν πὼς ὁ Ξερξης ἀκούοντας αὐτὰ εἶπε: «Νὰ ποὺ μοῦ ἔγιναν οἱ ἄνδρες γυναῖκες καὶ οἱ γυναῖκες ἄνδρες». Αὐτὴ τὴν φράση τὴν ἀποδίδουν στὸν Ξέρξη.

Ἐπίδειξις «ἀνδρείας». Σχέδια φυγῆς

Κι ὅταν τὰ πλοῖα τῆς πρώτης γραμμῆς τους ἐτράπηκαν σὲ φυγή, τότε ἦταν ποὺ ἐβυθίζοντο τὰ περισσότερα. Γιατί ὅσων τὰ πλοῖα εἶχαν παραταχθῆ στὶς πιὸ πίσω γραμμές, πασχίζοντας νὰ βγοῦν ἐμπρός, γιὰ νὰ ἔχουν νὰ δείξουν κι αὐτοὶ κάποιο ἀνδραγάθημα στὸν βασιλέα τους, συνεκρούοντο μὲ δικά τους πλοῖα ποὺ εἶχαν τραπῆ σὲ φυγή.

{Ο βασιλεύς, ἀντιλαμβανόμενος τὸ πλῆγμα ποὺ ἐδέχθη, ἑτοιμαζόταν νὰ ἐπιστρέψῃ στὴν Ἀσία. Καθὼς ὅμως φοβόταν μήπως κάποιοι καταστρέψουν τὶς γέφυρες στὸν Ἑλλήσποντο καὶ ἀποκλεισθεῖ στὴν Εὐρώπη, κρατοῦσε κρυφὰ τὰ σχέδιά του καί, ἐπιχωματώνοντας τὸ στενό της Σαλαμίνος, παρίστανε πὼς ἑτοιμάζεται γιὰ ναυμαχία. Μόνον ὁ Μαρδόνιος κατάλαβε τὶς προθέσεις τοῦ βασιλέως.}

Σύστημα ἐπικοινωνίας 

[…] Ὁ Ξερξης ταὐτόχρονα μ’ αὐτὲς τὶς ἐνέργειές του ἔστειλε ἀγγελιοφόρο στοὺς Πέρσες, γιὰ ν’ ἀναγγείλῃ τὸ κακὸ ποὺ τοὺς βρῆκε. Λοιπόν, στὸν κόσμο τῶν θνητῶν δὲν ὑπάρχει τίποτα ποὺ νὰ φθάνῃ στὸν προορισμό του ταχύτερα ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς ἀγγελιοφόρους· τόσο σπουδαία εἶναι αὐτὴ ἡ ἐπινόησις τῶν Περσῶν. Γιατί λὲν πώς, ὅσες ἡμέρες θέλει γιὰ νὰ διανυθῇ ὁ δρόμος ἀπὸ τὴν ἀφετηρία ἔως τὸ τέρμα, τόσες φοράδες καὶ τόσοι καβαλάρηδες σταθμεύουν, σὲ ἀπόσταση μεταξύ τους· τὸ κάθε ζευγάρι, φοράδα καὶ καβαλάρης, ἔχει προορισμὸ νὰ διανύσῃ δρόμο μίας ἡμέρας· αὐτοὺς ὄχι χιονιᾶς, ὄχι βροχή, ὄχι καύσων, ὄχι νύκτα, τίποτα δὲν τοὺς σταματᾶ, ὥστε νὰ μὴν διανύσουν τὸ γρηγορότερο τὴν καθορισμένη ἀπόσταση. Δηλαδή, αὐτὸς ποὺ πρῶτος ξεκίνησε καλπάζοντας, παραδίδει τὶς ἐντολὲς ποὺ πῆρε στὸν δεύτερο, κι ὁ δεύτερος στὸν τρίτο· κι ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα πιὰ οἱ ἐντολὲς περνοῦν ἀπ’ τὸ χέρι τοῦ ἑνὸς στὸν ἄλλο, ἀκριβῶς ὅπως τελοῦν οἱ Ἕλληνες τὴν λαμπαδηφορία στὸν Ἥφαιστο· αὐτὸ τὸ σύστημα τῶν ἐφίππων ταχυδρόμων οἱ Πέρσες στὴν γλώσσα τους τὸ λὲν ἀγγαρεῖο.

Μηνύματα στὰ Σοῦσα

Λοιπόν, τὸ πρῶτο μήνυμα ποὺ ἔφθασε στὰ Σοῦσα, πὼς ὁ Ξερξης κυρίευσε τὴν Ἀθήνα, ἔδωσε τόση χαρὰ στοὺς Πέρσες, ποὺ εἶχαν μείνη πίσω, ὥστε ἔστρωναν ὅλους τους δρόμους μὲ σμύρνα κι ἔκαιαν ἀρώματα καὶ προσέφεραν τὴν μία θυσία μετὰ τὴν ἄλλην κι ἔστηναν πανηγύρια· ὅταν ὅμως ἦλθε κατόπιν τὸ δεύτερο μήνυμα, τοὺς συνεκλόνισε σὲ τέτοιον βαθμό, ὥστε ὅλοι τους ἔκαναν κουρέλια τοὺς χιτῶνες τους καὶ γέμισαν τὸν κόσμο μὲ ἀσταμάτητες κραυγὲς καὶ θρήνους· κι ἐνοχοποιοῦσαν τὸν Μαρδόνιο· καὶ δὲν ἦταν τόσο ἀπ’ τὸν καημό τους γιὰ τὰ πλοῖα ποὺ τὰ ἔκαναν αὐτὰ οἱ Πέρσες, ὅσο ἀπὸ τὸν φόβο τους γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ Ξέρξου.

Ἐπιστροφὴ στὰ Σοῦσα: ἡ «Τίσις» (VIII 115-118)

Ὁ Ξερξης, ἀφήνοντας τὸν Μαρδόνιο στὴν Θεσσαλία, παίρνει τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἡ ἄλλοτε ὑπερήφανος στρατιά του, ἀποδεκατισμένη ἀπὸ τὴν πείνα καὶ τὶς ἀῤῥώστιες, φθάνει στὴν Θράκη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μὲ πλοῖα στὴν Ἄβυδο, γιατί οἱ γέφυρες εἶχαν καταστραφῆ ἀπὸ τὴν κακοκαιρία. Ἀπὸ τὴν Ἄβυδο προχωροῦν μὲ τὸν Ξέρξη στὶς Σάρδεις. Κατὰ μίαν ἄλλην ἐκδοχή, ὁ Ξερξης ἔφθασε ἔως τὶς ἐκβολὲς τοῦ Στρυμόνος, ὅπου ἄφησε τὸν στρατὸ νὰ τὸν ὁδηγήσῃ ὁ Ὑδάρνης στὸν Ἑλλήσποντο, ἐνῶ ἐκεῖνος ἐπέρασε μὲ πλοῖο στὴν Ἀσία. Στὸ ταξείδι του ὅμως κινδύνευσε ἀπὸ θαλασσοταραχὴ κι ἐχρειάσθη νὰ πηδήξουν πολλοὶ Πέρσες στὴν θάλασσα, γιὰ νὰ ἐλαφρώσῃ τὸ πλοῖο ἀπὸ τὸ πολὺ βάρος καὶ νὰ σωθῇ ὁ βασιλεύς. Φθάνοντας στὴν Ἀσία, ὁ Ξέρξης, γιὰ νὰ τιμήσῃ τὸν καπετάνιο ποὺ τὸν ἔσωσε, τοῦ ἐχάρισε ἕνα χρυσὸ στεφάνι, ἀλλά, γιὰ νὰ τὸν τιμωρήσῃ ποὺ ἀπωλέσθησαν τόσοι ἄνδρες, τοῦ πῆρε τὸ κεφάλι.

Πανορμίτης Σπανὸς

 

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

One thought on “Ναυμαχία Σαλαμῖνος

  1. Παλληκάρια μου, ἡ ναυμαχία τῆς Σαλαμίνας κερδήθηκε ΚΑΙ μὲ πυραύλους, ποὺ ἐκτοξεύθηκαν ἀπὸ τὸ Ἱερὸ τῆς Ἐλευσίνας. (Πλουτάρχου, Θεμιστοκλῆς.) Ἴσως αὐτὴ νὰ εἶναι ἡ αίτία τῆς συστηματικῆς καταστροφῆς τῶν ἀρχαίων ἐγκαταστάσεων στὴν Ἐλευσίνα.

Leave a Reply