Πρὸ μερικῶν ἡμερῶν ἀπεφάσισα νὰ ξαναπιάσω τὸν «Προμηθέα Δεσμώτη» τοῦ Αἰσχύλου καὶ νὰ τὸν «ξεφυλλίσω».
Ἀπὸ τὶς πρῶτες σελίδες τοῦ βιβλίου ἐδιάβασα, μίαν ἀκόμη φορὰ, γιὰ τὰ φοβερὰ δεσμὰ τοῦ Προμηθέως.
Στὴν πρώτη σκηνὴ τοῦ ἔργου μαθαίνουμε γιὰ τὸν ἀδίστακτον Κράτο ποὺ μὲ περίσσιο θρᾶσος ὠθεῖ-πιέζει τὸν Ἥφαιστον νὰ σφίξῃ καλλίτερα τὰ δεσμά, ἔτσι ὣς τέ νὰ μὴ μπορῇ ὁ Προμηθεὺς νὰ κουνηθῇ διόλου.
Ὁ Ἥφαιστος πονᾶ-συμπονᾶ γιὰ τὴν φυλάκισιν τοῦ Προμηθέως, λέγοντας καὶ ξαναλέγοντας πὼς δὲν βαστᾶ ἡ καρδιά του νὰ συμπράττῃ αὐτός, θεὸς γὰρ, στὴν φυλάκισιν ἄλλου θεοῦ. Καὶ μάλιστα ἑνὸς καλοῦ θεοῦ, ποὺ κακὸ δὲν ἔχει κάνει!!!!
Ἀντιθέτως, ὁ Κράτος εἶναι ἀνάλγητος. Χαίρεται μὲ τὰ πάθη τοῦ Προμηθέως καὶ σὲ ἕναν βαθμὸ θὰ μπορούσαμε νὰ ἰσχυριστοῦμε πὼς τὸ ἀπολαμβάνει.
Τελικῶς, ὣς γνωστόν, ὀ Προμηθεὺς ἁλυσοδένεται στὸν Καύκασο καὶ παραμένει ἐκεῖ γιὰ 10.000 χρόνια, κατὰ τὸν Αἰσχύλον πάντα, περιμένοντας τὸν Ἡρακλῆ νὰ τὸν λύσῃ.
Συνέχεια →