Ἡ «Ὁρέστεια» τοῦ Χουβαρδᾶ κι ὄχι τοῦ Αἰσχύλου

Ας αρχίσουμε ανάποδα: αυτή είναι η Κασσάνδρα από την παράσταση «Ορέστεια» του σαββατοκύριακου που μας πέρασε.

Ἡ «Ὁρέστεια» τοῦ Χουβαρδᾶ κι ὄχι τοῦ Αἰσχύλου

Πολλή (επιδαύρεια) σκόνη σηκώθηκε με την παράσταση της «Ορέστειας» του Χουβαρδά. Δεν την είδα την παράσταση και δεν μπορώ να την κρίνω. Όμως, θα ήθελα να καταγράψω μερικές σκέψεις που απλώθηκαν στο τραπέζι σε φιλική συζήτηση επάνω στο φαινόμενο της «πρωτοποριακής» σκηνοθεσίας των αρχαίων τραγωδιών που είναι πλέον ο κανόνας στην θεατρική πραγματικότητα.

1) Τα κορυφαία έργα και ιδίως οι αρχαίες τραγωδίες, είναι άρτια δημιουργήματα τα οποία ελαχίστως έχουν ανάγκη παρεμβάσεων. Είναι κορυφαία, όχι για την υπόθεση που πραγματεύονται (σεναριακά είναι απλούστατα), αλλά για το ΠΩΣ την πραγματεύονται: με δωρικότητα, με απλότητα. Επίσης, είναι δημιουργήματα συγκεκριμένης περιόδου και συγκεκριμένης φιλοσοφίας. Όταν τους αφαιρείς το στοιχείο του κλασσικού του 5ου αιώνα, γίνεται κάτι άλλο. Δεν έχει να κάνει με «ιεροσυλία» -αυτά είναι βλακείες. Έχει να κάνει με το ποιού το έργο βλέπουμε. Του Αισχύλου ή του Χουβαρδά;

2) Αν είσαι πραγματικά ταλαντούχος σκηνοθέτης, θα σεβαστείς το δημιούργημα. Θα το προσεγγίσεις με σεβασμό σε αυτά που θέλησε να πει ο ποιητής-συγγραφέας. Με προσεγμένες σκηνοθετικές παρεμβάσεις θα το αναδείξεις. Θα αναδείξεις τους προβληματισμούς, τα ερωτήματα και τα διλήμματα που αυτό θέτει. Αλλιώς, ο θεατής φεύγοντας θα συζητάει για άλλα πράγματα. Κι με αυτή την σκέψη πάμε στο τρίτο:

3) Οι περισσότεροι σκηνοθέτες είναι εγωιστές. Θέλουν να βγουν επάνω από το κείμενο, επάνω από το έργο. Θέλουν να δώσουν τη δική τους οπτική. Αυτό καταρχήν είναι θεμιτό. Γίνεται πρόβλημα όταν ο σκηνοθέτης παίρνει ένα έργο και του αλλάζει τα φώτα. Τότε, η πραγματική πρόθεσή του δεν είναι να δούμε την «Ορέστεια» του Αισχύλου ή την «Μήδεια» Ευρυπίδη, αλλά την «Ορέστεια»  του Χουβαρδά και την «Μήδεια» του Βασίλιεφ. Στο σημείο εκείνο ο σκηνοθέτης αρχίζει να γίνεται συγγραφέας. Πράγμα που θα ήταν εξίσου θεμιτό αν έφθανε στην ολοκλήρωσή του, στο να συγγράψει δηλαδή τελικά ένα έργο, εμπνευσμένος από ένα άλλο έργο. Κάτι που όμως δεν γίνεται ποτέ, γιατί ουδείς σκηνοθέτης  παίρνει το ρίσκο να καταθέσει μια νέα πρόταση, ένα νέο έργο βασισμένο σε μια αρχαία τραγωδία -όπως η αριστουργηματική Αντιγόνη του Ανουίγ. Κι έτσι, αλλάζει τα φώτα στο παλιό με την ασφάλεια που του δίνει η αυθεντία ενός Σοφοκλή, ενός Ευρυπίδη ή ενός Αισχύλου. Το αποτέλεσμα είναι να κλέβει ασύστολα και ανίερα ο σκηνοθέτης από τον δημιουργό: ο θεατής φεύγοντας δεν ασχολείται με τα τραγικά διλήμματα και ζητήματα που έθεσε ο αρχαίος ποιητής, αλλά με τα σκηνοθετικά ευρήματα. Παύει να είναι θέμα ο Αισχύλος και όσα αυτός επέλεξε να θίξει και γίνεται θέμα ο (κάθε) Χουβαρδάς και η άποψή του.

Υπάρχει και κάτι ακόμα: οι περισσότεροι σκηνοθέτες είναι ανίκανοι να εντυπωσιάσουν και να στήσουν μια μαγική, εξαιρετική παράσταση μέσα από την δωρικότητα και απλότητα του αρχικού κειμένου. Γιατί το δύσκολο είναι το απλό. Έτσι καταφεύγουν στην «πρωτοπορία» και στην «άποψη» για να καλύψουν την προσωπική τους ένδεια ταλέντου. Όποιος έχει αμφιβολία γι’ αυτό, ας μπει στο YouTube και ας παρακολουθήσει την Ορέστεια του ΑΙΣΧΥΛΟΥ και το πώς την μεταχειρίστηκε ο ΚΑΡΟΛΟΣ ΚΟΥΝ.

4) Το πιο σημαντικό για εμένα: οι «πρωτοπορίες» είναι θεμιτές. Άλλωστε δεν βλάπτεται και κάποιος. Ο Σοφοκλής και ο Αισχύλος θα συνεχίσουν να έχουν την ίδια θέση στην παγκόσμια λογοτεχνία και δραματουργία όσο κι αν της αλλάξει τα φώτα ένας Χουβαρδάς.
Όμως:
Σε ένα κοινό που δεν έχει δει ποτέ του κλασσική παράσταση αρχαίας τραγωδίας, οι καινοτομίες και οι «πρωτοπορίες» είναι από περιττές έως και απαγορευμένες. Προσωπικά μου είναι αδύνατον να δω «πειραγμένη» αρχαία τραγωδία χωρίς να την έχω δει στην κλασσική της μορφή. Πώς θα κάνω τις συγκρίσεις και τις αναλογίες με την άποψη του σκηνοθέτη; Πώς θα ξέρω πού είναι η παρέμβαση του σκηνοθέτη και πού η αρχική δημιουργία; Το 99% όσων είδαν την Ορέστεια του Χουβαρδά στην Επίδαυρο δεν έχουν δει την κλασσική εκδοχή της Ορέστειας. Τι στο διάολο κατάλαβαν τελικά; Ο Αισχύλος και ο Χουβαρδάς έθεσαν το ίδιο δίλημμα στο τέλος; Απ’ ό,τι διαβάζω μάλλον όχι.

Εν κατακλείδι:

Οι «πρωτοπορίες» να ανεβαίνουν και να τις βλέπουμε. Πάντα κάτι έχουν να προσφέρουν. Από τις 10 παραστάσεις οι 9 θα είναι μάπα, αλλά αξίζει έστω και για την μια καλή.
Όμως -για να γίνω και λίγο κακός- ας ανεβαίνουν σε χειμερινά θέατρα. Να δούμε τι ψάρια πιάνουν σε συνεχόμενες παραστάσεις και σε απλά θέατρα που δεν έχουν την αύρα και την δυναμική της Επιδαύρου ή άλλου αρχαίου θεάτρου. Γιατί όλοι ξέρουμε ότι όταν πάμε στην Επίδαυρο πάμε πρωτίστως για τον χώρο και όχι για την παράσταση. Αλλιώς την βλέπουμε και στο κηποθέατρο του Παπάγου.

Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω είναι το εξής: Έχει παιδευθεί θεατρικά και έχει εμπεδώσει το ελληνικό κοινό τόσο πολύ την κλασσική εκδοχή της τραγωδίας που αυτό που του λείπει είναι η πρωτοπορια; Δεν το νομίζω.

Οι ηθοποιοί και οι σκηνοθέτες, λοιπόν, αν θέλουν να κάνουν ένα καλό ας πάρουν τους θιάσους τους το καλοκαίρι και ας γυρίσουν την Ελλάδα ανεβάζοντας μια πιο κλασσική εκδοχή της τραγωδίας. Με το κλασσικό στήσιμο, με κουστούμια που να ανταποκρίνονται στο πνεύμα της εποχής, με το πνεύμα του συγγραφέα-ποιητή παρόν.
Να την διδάξουν (γιατί αυτό είναι η αρχαία τραγωδία: διδαχή) στον αγρότη, στην νοικοκυρά του χωριού, στον μαθητή της επαρχίας, που δεν έχουν την δυνατότητα να παρακολουθήσουν παραστάσεις που ανεβαίνουν τον χειμώνα. Αλλά και σε όλους τους υπολοίπους που καμώνονται τους παιδευμένους θεατρόφιλους αλλά δεν είναι παρά ξιπασμένοι πνευματικά νεόπλουτοι.

Ας αρχίσουμε λίγο από τα βασικά: πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμό, διαίρεση. Και μετά να φθάσουμε στις διαφορικές εξισώσεις. Η αντίθετη διαδρομή, που γίνεται χρόνια τώρα στην θεατρική Ελλάδα, καταλήγει -φυσιολογικά- σε τραγέλαφους πλην των περιπτώσεων όπου μια ιδιοφυΐα μπορεί να λύνει διαφορικές εξισώσεις χωρίς να έχει διδαχθεί πρόσθεση και αφαίρεση…

υ.γ. Και βέβαια να μην μιλάμε μόνο για την αρχαία τραγωδία. Να μην ξεχνάμε και τα…δράματα της αρχαίας κωμωδίας που κατεξοχήν κακοποιείται ασύστολα και βάναυσα με «μεταφορές στην σύγχρονη εποχή γιατί έχει διαχρονικά μηνύματα». Για να φωνάζει ο Φιλιππίδης «όχι άλλο μουνιμόνιο».

υγ2: Γιατί πραγματικά τα γράφω όλα αυτά; Γιατί στ’ αλήθεια πεθύμησα να δω μια κλασσική/κλασσικίζουσα/παραδοσιακή/πιστή στο κείμενο και το πνεύμα του συγγραφέα-ποιητή παράσταση. Με μια ευφυή σκηνοθεσία που να αναδεικνύει τα βαθειά διλήμματα των αρχαίων τραγωδιών. Ούτε που θυμάμαι από πότε έχει να παιχτεί τέτοια παράσταση.

Κοντόγγονας Περικλῆς

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply