Γιατί διαφωνῶ μὲ τὸν Βάρναλη; Τὸν ὁποῖον ὅμως λατρεύω ὡς ποιητή…
Οἱ Μοιραῖοι, τοῦ Κώστα Βάρναλη:
Μὲς τὴν ὑπόγεια τὴν ταβέρνα,
μὲς σὲ καπνοὺς καὶ σὲ βρισιές,
ἀπάνω στρίγγλιζε ἡ λατέρνα,
κι ὅλη ἡ παρέα πίναμε ἐψές.
Ἐψὲς σὰν ὅλα τὰ βραδάκια,
νὰ πᾶνε κάτου τὰ φαρμάκια….
Σφιγγόταν ὁ ἕνας πλάΐ στὸν ἄλλον
καὶ κάπου ἐφτυοῦσε καταγῆς.
Ὢ πόσο βάσανο μεγᾶλο,
τὸ βάσανο εἶναι τῆς ζωῆ!
ὅσο κι ὁ νοῦς ἂν τυραννιέται,
ἄσπρην ἡμέρα δὲν θυμιέται.
Ἥλιε καὶ θάλασσα γαλάζια