Ὁ ἐν τῇ λέξει λανθάνων ὁμηρικὸς λόγος. (πρόλογος)

Ἀπόλλων. Ὁ θεὸς τοῦ ϕωτὸς καὶ τῆς μαντικῆςΠρόλογος στὸ βιβλίον «ὁ ἐν τῇ λέξει λανθάνων ὁμηρικὸς λόγος» τοῦ κου Ἀριστοτέλους Ντοβόρη

Ἀπόλλων. Ὁ θεὸς τοῦ ϕωτὸς καὶ τῆς μαντικῆςἩ  Ἑλληνικὴ  Γραμματική  διαιρεῖται εἰς τρία μέρη.

                                                                     1.  φθογγολογικὸν  μέρος.

                                                                     2.  τυπολογικὸν  μέρος.

                                                                     3.  ἐτυμολογικὸν  μέρος.

Τὸ  φθογγολογικὸν  μέρος  περιλαμβάνει τοὺς φθόγγους, τὰ γράμ­ματα, τὰς συλλαβάς καὶ λέξεις, τόνους, πνεύματα, τὴν στίξιν καὶ τὰ φθογγικὰ πάθη.

Τὸ  τυπολογικὸν  μέρος  περιλαμβάνει τὰ  10 μέρη  τοῦ λόγου, τὰς πτώσεις, τὰ γένη, τοὺς ἀριθμοὺς καὶ τὰς κλίσεις.

Τὸ  ἐτυμολογικὸν  μέρος  εἶνε ἐκεῖνο τὸ μέρος εἰς τὸ ὁποῖον ἀνταποκρίνεται ἡ ἔννοια τῆς λέξεως  ἔτυμος,  ἤτοι:  ὁ ἀληθής, πραγματικὸς.  Ἀναμφισβητήτως  εἶνε καὶ τὸ πλέον συναρπαστικὸν, καθ’ ὅτι εἶνε ὀλιγώτερον σχολαστικὸν ἀπό τὰ ἄλλα δύω μέρη.

Ἐτυμολογία  καλεῖται ὁ κλάδος ἐκεῖνος τῆς γωσσολογίας ὅστις ἔχει ἔργον καὶ σκοπόν τὴν ἀνεύρεσιν τοῦ  ἐτύμου  τῶν λέξεων, ἤτοι: τῆς ἀρχικῆς ῥίζης καὶ τῆς ἀρχικῆς σημασίας αὐτῶν.

Αἱ  περισσότεραι λέξεις – ὀνόματα, τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης σχηματίζονται ἐξ ἄλλων λέξεων, μέ τὴν μέθοδον τῆς παραγωγῆς ἢ καὶ μέ σύνθεσιν.

α.  Διὰ  παραγωγῆς.      Ῥῆμα  ἄρχω  >  ἀρχή,  ἄρχων,  ἀρχαῖος,  ἀρκτέον.

β.  Διὰ  συνθέσεως.       Ὕδωρ  +  ἄγω  >  ὑδραγωγεῖον,  ὑδραγωγός.

Γέφυρα  +  ποιέω  >  γεφυροποιός.

Εἰς  τὴν  α  περίπτωσιν,  (διὰ παραγωγῆς),  τὰ παραγόμενα ὀνόματα τοῦ ῥήματος  ἄρχω  εἶνε τὰ:  ἀρχή,  ἄρχων,  ἀρχαῖος,  ἀρκτέον,  ἄρξις  κ.λπ.,  ἡ ῥίζα αὐτῶν τῶν ὀνομάτων εἶνε  (ἀρχ.),  ἥτις εἶνε τὸ ἀρχικὸν θέμα.  Ἐξ  αὐτοῦ τοῦ θέματος παράγονται μία σειρά ἀπό λέξεις μέ διαφόρους σχηματισμούς.

Πρωτότυπος  λέξις  εἶνε τὸ ῥῆμα  ἄρχω  καὶ  παράγωγα  εἶνε τὰ  ὀνόματα  ἀρχή,  ἄρχων,  ἀρχαῖος,  ἀρκτέον,  κ.λπ.

Εἰς  τὴν  β  περίπτωσιν  (διὰ συνθέσεως),  τὰ ὀνόματα  ὑδραγωγεῖον  ἢ καὶ ὑδρα­γωγός  εἶνε  σύνθετα,  σχηματισθέντα ἐκ τοῦ οὐσιαστικοῦ  ὕδωρ  καὶ ἐκ τοῦ ῥήματος  ἄγω.  Αἱ  δύω λέξεις,  ἄγω  καὶ  ὕδωρ,  ἀποτελοῦν τὰ συνθετικὰ μέρη, μέ  πρῶτον συνθετικὸν μέρος  τὸ οὐσιαστικὸν  ὕδωρ  καὶ μέ  δεύτερον συνθετικὸν μέρος  τὸ ῥῆμα  ἄγω.

Διὰ  συνθέσεως βεβαίως ἐσχηματίσθη καὶ ἡ ἑτέρα λέξις  γεφυροποιός,  ἐκ τοῦ οὐσιαστικοῦ ὀνόματος  γέφυρα  καὶ ἐκ τοῦ  ῥήματος  ποιέω. 

Ποία  ὅμως ἡ ἐτυμολογία τῆς λέξεως γέφυρα;  Τὸ  ὄνομα εἶνε σύνθετον καὶ παράγεται ἐκ τῶν λέξεων  γαῖα  +  ἐπί  +  ὕδωρ  >  γαῖα  +  ἐφ  +  ὕδωρ,  ἤτοι γεφύδωρ > γέφυδρα > γέφυρα.  Ἡ παραγομένη λέξις  γεφυροποιός εἶνε  παρασύνθετος,  ἥτις συντίθεται ἀπό τὰς λέξεις:  γαῖα + ἐπί + ὕδωρ + ποιέω.  Ἐπί  τοῦ ὕδατος ποταμοῦ ποιέω γαῖαν, γῆ, στερεὸν τόπον, δίοδον.

Γλωσσολόγοι,  φιλόλογοι, ἱστορικοὶ, λεξικογράφοι, συγγραφεῖς, ἑρμηνευταί, ἐρευνηταί καὶ ἄλλοι, ἔχο­ντες κατὰ νοῦν ἅπαντα τὰ προαναφερθέντα,  καὶ ἕτερα ἐνδεχομένως, ἐτυμολογοῦν ὅλας τὰς λέξεις τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης.

Ὅμως  ὅταν κἄποια ἑλ­ληνικὴ λέξις δὲν ἐτυμολογεῖται, εἶνε δηλαδή δύσκολη ἢ ἀκατόρθωτη ἡ ἐτυμολογία της, τότε οὗτοι τὴν περιγράφουν καὶ μέ ποικίλους τρόπους τὴν παραποιοῦν.  Μεταβάλλουν  τὸ θέμα ἢ καὶ τὴν ῥίζαν αὐτῆς καὶ μέ ἐλαφρᾴ τῇ καρδίᾳ ἐξάγουν τὸ  ἔτυμον  τὸ ὁποῖον  ἔτυμον  διόλου εἶνε  ἔτυμον,  ἀλλὰ  ψεῦδος,  ἐνίοτε προκαλεῖ γέλωτα ἀλλὰ καὶ ἀνησυχίαν.

Ὡς  παράδειγμα ἀναφέρω, εἰς τὴν ὀνομαστικὴν πτῶσιν, τὸ ἱερὸν ὄνομα τῆς πατρίδος μας  ἙλλάςΠοία  ἡ ἐτυ­μολογία; τὸ ὄνομα εἶνε ἁπλοῦν; σύνθετον; ἢ παρασύνθετον;  Ἡ  ἐρώτησις βεβαίως εἶνε ῥητορικὴ, προκειμένου ν’ ἀναδείξω τὸ προομηρικὸν καὶ πανάρχαιον αὐτὸ ὄνομα.  Τὸ  ὄνομα  Ἑλ­λάς γράφεται καὶ προφέρεται οὕτως ἀκριβῶς ὅπως καὶ κατὰ τὴν ὁμηρικὴν ἐποχήν, εἰς πεῖσμα τῶν ἑκουσίως ἀγραμμάτων καὶ τῶν πολιτικῶν, οἵτινες προφέρουν καὶ γράφουν εἰς τὴν  ὀνομαστικὴν πτῶσιν!!!  Ελλάδα!!!…

Διὰ  τὴν προέλευσιν τοῦ ὀνόματος  Ἑλλάς  ἐδιατυπώθησαν πολλαὶ ἀπόψεις καὶ μάλιστα ἀντιφατικαὶ μεταξύ των.       

Ἐκ  τῶν  Σελλῶν – Ἑλλῶν,  τῶν ἀνιπτοπόδων ἱερέων τοῦ  Δωδωναίου  Διὸς τῆς  Ἑλλοπίας,  τῶν παναρχαίων κατοίκων τῆς  Ἠπείρου.

Ἐκ  τῶν λέξεων  ἓν + λᾶας    λᾶς,  τοὐτέστιν εἷς λίθος, μία γῆ!!!.. ὅθεν καὶ μεταφορικῶς  λαοὶ  ὠνομάσθησαν  ἐκ τοῦ  λᾶας.

Ἐκ  τῶν λέξεων  Σελ  >  Ἑλ – ιοςἭλιος,  ἐξ οὗ καὶ  σελ – άνασέλ – ας,   Ἑλ – ένη  καί  λᾶ – αςλᾶς,  λίθος.  Ἑπομένως  Ἑλ – λάς  ἡ  Ἡλιοχώρα.

Ἅπαντα  τὰ ἀνωτέρω, περί τῆς προελεύσεως τοῦ ὀνόματος  Ἑλλάς,  εἶνε καὶ ἀντιεπιστημονικὰ καὶ παράλογα.  Μάλιστα  δὲ, ὅπως λέγει ὁ ἑλληνικὸς λαὸς, κομπογιαννίτικα  ἐπειδή ἀντιφάσκουν ἐρχόμενα εἰς σύγκρουσιν μέ τὸ ἔτυμον,  πρωτίστως μέ τὴν  λογικὴν  καὶ μέ τοὺς κανόνας τῆς  ἑλληνικῆς  γραμματικῆς

Εἶνε  βεβαίως αὐθαίρετα, παραπλανητικὰ, ἀλλὰ καὶ ψευδῆ, προσβάλλοντα καταφανῶς τὸν  λαὸν  τῶν  Ἑλλήνων,  διότι λέγουν πώς ὁ θεϊκὸς καὶ ἔνδοξος ἑλληνικὸς λαὸς, ἔχει τὰς ῥίζας του εἰς τοὺς  λᾶας,  ἤτοι:  εἰς τὰς  πέτρας.  Οὗτοι  λοιπόν οἱ εἰδικοὶ, οἱ περί τῶν γλωσσῶν, οὐδέποτε μᾶς ἐπληροφόρησαν διατί τὸ ὄνομα  Ἑλλάς  φέρει δύω  λλ.  Ἀποδιδόμενον  ὅμως, ἐξ αὐτῶν πάντα, εἰς τοὺς  Σελλούς  λύεται ὁ γρῖφος, καθ’ ὅτι τὸ ὄνομα  Σελλοί  φέρει δύω  λλ.

Καὶ  ποία ἡ ἐτυμολογία τοῦ ὀνόματος  Σελλοί; 

Πανταζίδης   Ἰωάννης.  Ὁμηρικόν  λεξικόν.  Σελλοί,  σελίς  583.

«  Ἐτυμολογεῖται  κατὰ τινας μὲν ἐκ τοῦ  ἑλλά,  καθέδρα ἢ  ἕδος  κατὰ τὸν λεξικογράφον  Ἡ­σύχιον,  ὡς ἀνήκοντες εἰς τὸ ἕδος, τὸ ἱερὸν τῆς  Δωδώνης· κατὰ δὲ τὸν  Κούρτιον  (G. Curtius)  ἀνάγεται εἰς τὴν ῥίζαν  ΑΛ,  ἐξ ἧς τὸ ἅλλομαι, καὶ ἑπο­μέ­νως οἱ  Ἑλλοί,  ὅπως λέγονται παρὰ  Πινδάρῳ,  ἢ  Σελλοί εἶνε οἱ αὐτοὶ καὶ οἱ  Salii  τῶν  Ῥωμαίων  Ὅταν  παρατηρήσῃ τις ὅτι ἡ ὑπό τῶν Σελλῶν  ἢ  Ἑλλῶν  οἰκου­μένη χώ­ρα ἐλέγετο  Ἐλλοπία,  καὶ ὅτι τὸ ἐπίθετον ἑλλὸς  ἢ  ἐλλός  λέγεται καὶ  ἔλλοψἀμ­φό­τερα ἐπίθετα μὲν τῶν ἰχθύων ἀμφιβόλου ὅμως σημασίαςἴ­σως καταντήσῃ  εἰς ἄλλην τινὰ ἑρμηνείαν, τὴν τοῦ  εὔστροφος,  εὐκίνητος,  ζωηρός·  πρβλ. καὶ τὴν λέξιν  ἔλ – αφος, καὶ  ἑλλὸς  ἢ  ἐλός,  τῆς ἐλάφου ὁ  νεβρός. »

Ἡ  προαναφερθεῖσα ἐτυμολογία διὰ τοὺς  Σελλούς  καὶ κατ’ ἐπέκτασιν διὰ τὸ ὄνομα  Ἑλλάς  εἶνε ἀντιφατικὴ προκαλοῦσα γέλωτα.  Μ’ αὐτὴν μάλιστα τὴν λογικὴν προτείνω τὴν ἑξῆς νέαν ἐτυμολογίαν:

Ἡ  ῥίζα  τοῦ ὀνόματος  Ἑλλάς  δύναται νὰ ἔχῃ προέλευσιν ἐκ τῆς  ῥίζης  τοῦ φυτοῦ  Σέλινον,  τὸ ὁποῖον ἐνίοτε φύεται εἰς τοὺς  λᾶας λίθους,  ἤτοι εἰς τὰς  πέτρας,  λέγεται δὲ  πετροσέλινον!     Ἑπομένως  εὑρέθη ἡ ἐτυμολογία τῆς πατρίδος μας!!!……   ΑἰδώςἈργεῖοι!!!…….

Ἡ  πραγματικότις ὅμως;…. διαφορετικὴ:  Ἐκ  τῆς  καλλιγύναικος  Ἑλλάδος, πόλεως τοῦ ποταμοῦ  Σπερχειοῦ  (λαοῦ  Ἀχιλλέως)  φέρει τὸ ὄνομα ἡ  Ἑλλάς.

λ

λ

ά

ς

ἐπώνυμον

λάβε  (ἔλαβε)

λαοῦ

Ἀχιλλῆος

Σπερχειοῦ

Ἡ  χώρη  Ἑλλάς  ἔλαβε τὸ ἐπώνυμόν της ἐκ τοῦ λαοῦ τοῦ  Ἀχιλλέως  τοῦ  Σπερχειοῦ.

Ἐδῶ  μάλιστα δύναμαι ν’ ἀναφέρω ἑκατοντάδας ἄλλα  ἑλληνικ  ὀνόματα, ἅτινα δὲν ἐτυμολογοῦνται.  Δυστυχῶς  οἱ γλωσσολόγοι τὰ περιγράφουν ὡς μή ἑλληνικὰ, σκοτεινοῦ ἐτύμου, ἢ μικρασιατικὰ, μεσογειακὰ, τῶν  Αἰγαίων,  ἢ ἀκόμη σημιτικὰ, ξενικὰ, προελληνικὰ, ἀδήλου ἐτύμου ἢ καὶ δάνεια.

Ὡς  παράδειγμα ἀναφέρω τὸ προομηρικὸν ὄνομα  Ἵππος,  ὅστις εἶνε  κῶδιξ  προομηρικὸς, πρίν τῷ  3110 π.Χ.,  δέν ἐτυμολογεῖται ἀλλ’ ὅμως μόνον  ἀποκωδικοποιεῖται.  Οἱ  γλωσσολόγοι δὲν δύνανται νὰ ἐτυμολογήσουν καὶ νὰ ἐξηγήσουν διατί ὁ  Ἵππος  φέρει δύω  ππ,  ἀποδίδουν τὸ ὄνομα εἰς τὴν ἰαπετικὴν ὁμάδα γλωσσῶν!


π
πος
ἵσταται

πίσυρας

πόδεσσι

ὄν

συνεχὲς

 

Στέκει  τὸ ζῶον συνεχῶς εἰς τοὺς τέσσαράς του πόδας.

Ἡ  καλλιτεχνικὴ ἀναγραφή τοῦ ὁμηρικοῦ ὀνόματος  Ἵππος  ἀποδιδομένη μέ τοὺς  χαρακτῆρας    γράμματα  τοῦ  θεϊκοῦ  ἑλληνικοῦ  ἀλφαβήτου ταυτίζεται ἀπολύτως μέ τὴν μορφήν τοῦ ζώου, ἤτοι:   Ἵππος >    ῞ \ ΠΠ ο∼
                                                                                                          Ὅπου:

 Τὸ  γράμμα       Ἰῶτα              συμβολίζει τὸν μακρὸν λαιμόν τοῦ  Ἵππου.

 Τὰ  δύω               Π Π                    συμβολίζουν τοὺς τέσσαρας πόδας τοῦ  Ἵππου.

 Τὸ  γράμμα       Ὄμικρον         συμβολίζει τὰ καπούλια τοῦ  Ἵππου.

 Τὸ  γράμμα       S, σίγμα           συμβολίζει τέλος, τὴν οὐράν τοῦ  Ἵππου.

Ἐάν  ἐμεῖς οἱ  Ἕλληνες,  κατὰ τὴν ὁμηρικὴν ἐποχήν, ἐστερούμεθα φθόγγων (γραμμάτων)  καὶ εἴχομεν μόνον συλλαβάς ἢ τὰ ἰδεογράμματα, τότε τὸ ὄνομα  Ἵππος  δὲν θὰ ἔφερε τὴν ἀνωτέρω γραφικὴν μορφήν, ἀλλ’ οὔτε θά ἐλέγετο  Ἵππος,  παρὰ μόνο θά ἔφερεν ἀλλοπρόσαλλον ὄνομα ἔχον  ἱερογλυφικὸν  διὰ σύμβολον ἀντί ὀνόματος, ὅπως εἰς τὴν αἰγυπτιακὴν καὶ  εἰς τὴν κινεζικὴν λεγομένην γλῶσσαν.  Ὅμως  μέ  ἱερογλυφικά  καὶ   ἰδεογράμματα  δὲν ὑπάρχει πρόοδος.

Ἕτερον  παράδειγμα παραχαράξεως μεγίστου ἱστορικοῦ ὀνόματος ἀποτελεῖ τὸ μεταομηρικὸν ὄνομα  ὍμηροςΠολλοὶ  ξένοι  καὶ  Ἕλληνες  γλωσσολόγοι καὶ ἑρμηνευταί, ἀλλὰ βεβαίως καὶ οἱ περισσότεροι ἐκ τῶν ἱστορικῶν ἀποδίδουν ἐτυμολογικῶς τὸ ὄνομα  Ὅμηρος  εἰς τὸν μή ὁρῶντα,  ὁ μή ὁρῶν,  ὁ  τυφλὸς.  Οὗτοι  εἶνε πού χάριν τῆς ἐτυμολογίας ἐτύφλω­σαν τὸν  Ὅμηρον,  ἵνα ἔχῃ τὸ ὄνομα  ἔτυμον  ἀλλὰ καὶ ἠχητικὴν σχέσιν.

Ἕτερα  ὀνόματα εἶνε παραπλανητικὰ, ἐπί τῇ ἐμφανίσῃ, ὅπως τὰ ὀνόματα  ΚαρπενήσιονΛαγονήσιονΛευκάς.  Τὸ  τελευταῖον οὐδέ μίαν ἐτυμολογικὴν σχέσιν ἔχει μέ τὸ ἐπίθετον  λευκὸς,  παρὰ μόνον ἠχητικὴν.

Τὸ  ὄνομα  Δελφοί  ὁ  Ὅμηρος  δὲν τὸ γνωρίζει, διότι ἐκεῖνος εἶνε βεβαίως παλαιότερος τοῦ ὀνόματος.  Κατὰ  τοὺς γλωσσολόγους καὶ τοὺς ἱστορικοὺς ἀποδίδοται μετά βεβαιότητος εἰς τὸν  δελφῖνα,  (δελφίνι).  Ἄν  οὕτως εἶνε, τότε τὸ ὄνομα  Δελφοί  δέον νὰ λάβῃ τὴν μορφήν  Δελφῖνες  εἰς τὴν ὀνομαστικὴν πτῶσιν πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ, σύμφωνα μέ τοὺς κανόνας τῆς ἑλληνικῆς γραμμα­τικῆς.

Τὸ  ὁμηρικὸν ὄνομα  Λακεδαίμων  ἐτυμολογεῖται, κατὰ  Ἡσύχιον,  ἐκ τοῦ: «λακεδάμα  ὕδωρ ἁλμυρὸν πιθανὸν ἑλληνοποίησις  προελληνικῆς λέξεως.»

Μ’ αὐτὴν τὴν λογικὴν καὶ τὸ ὄνομα  Λακέρδα  δύναται νὰ ἔχῃ σχέσιν μέ τὴν Λακεδαίμονα,  καθ’ ὅτι εἶνε ἁλμυρὸς ἰχθύς, ἀλλὰ καὶ μή ἑλληνικὸν ὄνομα.

Τί  ἐστι  Μακεδών  καὶ  ΜακεδονίαΔράμα  καὶ  Δρᾶμα;  Βῶλος – ΒόλοςΚύπρος;  Μυτιλήνη Μιτυλήνη;  ἈττικήΠνύξΤριτογένεια;  Παλλὰς; ΑἰγαῖονΠελασγοίΚαρχηδώνΦοίνικεςΣιδώνΑἴγυπτος;  Φαραώ  Ῥᾶ;  ΚρήτηἸθάκη;  καὶ  Ἀσκληπιός;

Τὸ  ὄνομα  Ἀσκληπιός  δὲν παράγεται ἐκ τοῦ στερητικοῦ  ἄ + σκληρὰ + ποιέω  ἤτοι:  ἄσκληρα, ἤπια ποιῶ τὰ νοσήματα τῶν ἀν­θρώπων, ὅπως πολλοὶ ἐρευνηταί σπεύδουν νὰ ἐτυμολογήσουν. Ἄν οὕτως εἶνε, τότε τὸ προομηρικὸν ὄ­νο­μα  Ἀσκληπιός,  τοῦ ἰητροῦ καὶ μετέπειτα  Θεοῦ,  δέον νὰ γράφηται Ἀσκληροποιός  ἢ καὶ  Ἀσκληποιός.

Τὸ  ὄνομα  Ἀττική  εἶνε  κῶδιξ,  κωδικοποιηθὲν ἐκ τῶν γραμματικῶν τοῦ  Ὀνομακρίτου,  ἐπί τυράννου  Ἀθηναίων  Πεισιστράτου,  (538 – 527 π.Χ.)   

τ

τ

ι

κ

ή

Ἀθήνης – Ἀθηναίης

τέμενος

τορνᾶται

ἱερώ

Κρονίωνος

Ἡφαίστοιο

 

Τὸ  τέμενος  ( ναόςτῆς Ἀθηναίης

εἰς κύκλον περιγράφεται ἀπό τὰ δύω ἱερά

τοῦ  Κρονίωνος  (Διὸς)  καὶ τοῦ  Ἡφαί­στου  (Θησεῖον).

Μέ  κέντρον τὸ σημεῖον τομῆς τῶν διαγωνίων τοῦ σηκοῦ τοῦ ναοῦ τῆς  Θεᾶς  Ἀθηναίης,  (Νέον  Ἑκατόμπεδον),  καὶ ἀκτῖνα εἰς τὸ κέντρον τοῦ βήματος τῆς  Πνυκός  γράφομεν κύκλον, ἐπί τῆς περιφερείας του εὑρίσκονται τὰ δύο  ἱερά  (σημεῖον τομῆς διαγωνίων)  τοῦ  Κρονίονος  Ὀλυμπίου  Διὸς  καὶ τοῦ  Ἡφαίστου  (Θησεῖον),  ἀλλὰ καὶ τὸ μνημεῖον τοῦ  Φιλοπάππου.

Κατὰ  τὸν αὐτὸν τρόπον μέ τὰ δύω ἀνωτέρω ὀνόματα εἶνε κωδικοποιημέναι ἅπασαι αἱ λέξεις τῶν λεγομένων λατινογενῶν γλωσσῶν:  λατινικῆςἰταλικῆςγερμανικῆςἀγγλικῆς,  γαλ­λι­κῆς,  ἱσπανικῆς  κ.ἄ.  Τὰ  ἀρχικὰ γράμματα τῶν ἁπλῶν ἢ συνθέτων ἢ παρασυνθέτων λέξεων, τεθειμένα κατακορύφως, δίδουν  λέξιν κώδικα  ὅστις δὲν ἐτυμολογεῖται.

Ἐπειδή  ἅπασαι προέρχονται ἐκ τῶν  ὁμηρικῶν  ἐπέων  καὶ εἶνε  κώδικες,  τὸ ἐτυμολογικὸν μέρος διὰ τὰς λεγομένας αὐτὰς γλώσσας εἶνε ἀνύπαρκτον. Κατὰ  συνέπειαν δὲν εἶνε  λατινογενεῖς,  ἀλλ’ οὔτε καὶ  ἰνδοευρωπαϊκαὶ,  (ὅροι ἀνυπόστατοι).  Ἡ  ἐτυμολογία  τῶν ὀνομάτων ἰσχύει μόνον διὰ τὴν μητέρα τῶν γλωσσῶν, τὴν  θεϊκὴν  ἑλ­ληνικὴν  γλῶσσαν.

Δὲν  θ’ ἀναστηλώσω ἐδῶ ὅσα ὀνόματα δὲν ἐτυμολογοῦ­νται, προτείνω ὅμως εἰς τοὺς  ΕΛΛΗΝΑΣ  ΓΕΡΑΡΟΥΣ  ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥΣ  νὰ προστεθῇ καὶ  τέταρτον μέρος  εἰς τὴν  Ἑλληνικὴν  Γραμματικήν.  Τὸ  μέρος αὐτὸ τὸ ὀνομάζω  Κωδικοποιητικὸν,  ἵνα ἐνταχθοῦν ἅπαντα τὰ ἄνευ ἐτυμολογίας  ὀνόματα,  διότι εἶνε κώδικες  τῆς  ἑλληνικῆς  γλώσσης,  ἄλλα πανάρχαια  προομηρικὰ,  ἄλλα ἐκ τῶν  ὁμηρικῶν  ἐπέων  κωδικοποιημένα.

 Σκοπός  τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ ἔργου εἶνε ἡ  κατάῤῥιψις  τῆς  ἀθλίας  καὶ ἀντιεπιστημονικῆς  θεωρίας  τοῦ  ἰνδοευρωπαϊσμοῦ,  ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνάδειξις τῆς θεϊκῆς ἑλληνικῆς  Γλώσσης,  τῆς μόνης  Γλώσσης,  ὅπου ἐντός τῶν  ὀνομάτων λανθάνει,  (κεκρυμμένος – ἀπαρατήρητος),  ὁ  ὁμηρικὸς  λόγος.

 ΠλάτωνΚρατύλος.  397  α.

« Τὰ  ὀνόματα μή πάνυ ἀπό τοῦ αὐτομάτου οὕτως ἕκαστα κεῖσθαι, ἀλλ ἔχει ὀρθότητα. ………. ἴσως δὲ καὶ ἔνια αὐτῶν καὶ  ὑπό θειοτέρας δυνάμεως  ἢ τῆς τῶν ἀνθρώπων ἐτέθη. »

  ( Τὰ  ὀνόματα βεβαίως ἀπό μόνα των οὕτως τὸ καθ’ ἕνα δὲν τίθενται, ἀλλ’ ἔχουν ὀρθότητα. ….. ἴσως ὅμως καὶ μερικὰ ἐξ αὐτῶν καὶ ὑπό θεϊκῆς δυνάμεως παρὰ αὐτῆς τῶν ἀνθρώπων πού ἐτέθη. )

                                                                                   Ἐς  αὔριον τὰ σπουδαῖα!!!

                                                             Ἀριστοτέλης  Ἀπ.  Ντοβόρης.

 

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply

Discover more from Φιλονόη καὶ Φίλοι...

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading