Στὸ προηγούμενο μάθημα μιλήσαμε γιά τήν ὀξεῖα καί τήν βαρεῖα.
Σήμερα θά μιλήσουμε γιά τήν περισπωμένη.
Εἲπαμε ἢδη ἀπὸ τό πρῶτο μάθημα ὃτι τά φωνήεντα χωρίζονται στά βραχέα (ε,ο) πού παίρνουν πάντοτε ὀξεῖα, τά μακρά (η, ω) καί τά δίχρονα (α, ι, υ), δηλαδή αὐτά πού ἀλλάζουν ρόλους.
Οἱ δίφθογγοι (αι, ει, οι, υι, ου, αυ, ευ, ηυ) εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ μακρές.
Ξέρουμε ὃτι ἡ προπαραλήγουσα καί τά βραχέα φωνήεντα «ε» καί «ο» παίρνουν πάντοτε ὀξεῖα.
Ὁ προβληματισμός ἀρχίζει στήν τονιζομένη παραλήγουσα, ὃταν αὐτή εἶναι μακρά (ἀφοῦ ὃταν εἶναι βραχεῖα ὀξύνεται, π.χ. νέος, ξυλοκόπος).