Γιὰ νὰ μὴ πέσῃ στὰ χέρια τοῦ Βελουχιώτη

24 Σεπτεμβρίου 1944, στὸ Κάστρο τῆς Πύλου.
Αὐτοκτονία τοῦ ταγματάρχου Παναγιώτη Στούπα.
Τέλος τῶν Ταγμάτων Ἀσφαλείας (ΤΑ) στὴν Μεσσηνία!

Ὁ Ταγματάρχης Παναγιώτης Στούπας

*Ἐλιθάσθησαν, ἐπριονίσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον”
(Ἄπ. Παύλου πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολή)

Μετὰ τὴν ἧττα τοῦ Τάγματος Ἀσφαλείας στοὺς Γαργαλιάνους στὶς 22 Σεπτεμβρίου, γύρω στοὺς 250-300 ὀπλίτες διέφυγαν μέσῳ Σφακτηρίας στὴν Πύλο, στὸ Κάστρο της, ὅπου ἡνώθησαν μὲ τὸν ἐκεῖ λόχο τοῦ Τάγματος, δυνάμεως 250 περίπου ἀνδρῶν. Σὲ συσκέψεις μεταξὺ τῶν ἀξιωματικῶν τοῦ Ταγμάτων Ἀσφαλείας καὶ προσωπικοτήτων τῆς πόλεως, ἡ πλειοψηφία ἐτάχθη κατὰ τῆς συνεχίσεως τῆς μάχης μὲ τὸν ΕΛΑΣ. Τὴν ἑπομένη, 23ην Σεπτεμβρίου, Ἐπιτροπὴ κατοίκων τῆς Πύλου συνηντήθη στὸ χωριὸ Γλυφάδα μὲ καπετάνιους τοῦ ΕΛΑΣ καὶ ἠγέτες τοῦ ΕΑΜ Μεσσηνίας καὶ συνεφώνησαν ὅτι ἐὰν «τὸ Τάγμα Ἀσφαλείας δὲν προβάλῃ ἀντίσταση, παραδίδοντας τὰ ὅπλα του, δὲν θὰ γίνουν ἐκτελέσεις ταγματασφαλιτῶν ἢ ἀμάχων, οὔτε πλιάτσικο ἢ ἐμπρησμοὶ σπιτιῶν στὴν Πύλο». Συνέχεια

Διαιωνίζοντας τὸ μῖσος μέσα ἀπὸ τὶς ἑορτὲς τῶν ἀριστερῶν

Οἱ ἑορτὲς τῶν ἀριστερῶν δὲν εἶναι ἑορτὲς μίσους!!!

Διοργανώνουν ἑορτὲς γιὰ τὸν μακελάρη τῆς Πελοποννήσου καπετᾶν Περδίκα καὶ δηλώνουν: 

«θὰ βγοῦμε νικητὲς καὶ ἂς εἶναι οἱ θυσίες μας βαρειές…».

Ἡ αἱματηρὴ πορεία τοῦ ἐν λόγῳ ἀντάρτου τοῦ ΕΛΑΣ καὶ τοῦ λεγομένου ΔΣΕ, εἶναι γραμμένη σὲ μίαν σειρὰ φιλικῶν του κειμένων, τὰ ὁποῖα εἶναι τόσο ἀντικειμενικὰ καὶ πλήρη, ὥστε νὰ μὴν ἀναφέρονται διόλου στὴν συμμετοχή του στὶς σφαγὲς τοῦ Μελιγαλᾶ, τῶν Γαργαλιάνων καὶ τῆς Πύλου, ἢ στὰ Δεκεμβριανὰ τῶν Ἀθηνῶν.
Εἶναι σὰν νὰ ἐξηφανίσθη μετὰ τὴν σφαγὴ τοῦ λοχαγοῦ Θανάση Οἰκονομοπούλου, τὸ καλοκαίρι τοῦ 1943 στὸ Γαρδίκι γιὰ ἀντεκδίκηση, μέχρι τὴν ἀνοίξη τοῦ 1945, ποὺ φυγοδικοῦσε στὸ Μαίναλο, ἐπικηρυγμένος γιὰ 25 ἑκατομμύρια δραχμές.
Συνέχεια

Τό Ὁλοκαύτωμα τοῦ Ἀρκαδίου

Ἕνα μικρό ἀφιέρωμα στό ὁλοκαύτωμα τοῦ Ἀρκαδίου πού ἔγινε σάν σήμερα, πρίν ἀπό 146 χρόνια:

Συνέχεια

Ἔνωσις τῆς Κρήτης μέ τήν Ἑλλάδα (1η Δεκεμβρίου 1913)

Ἤ – μέ τό παλαιό ἡμερολόγιο – στίς 14 Δεκεμβρίου τοῦ 1913. Συνέχεια