Ξεχασμένες γενοκτονίες…

Ξεχασμένες γενοκτονίες...9Κι ἐφ΄  ὅσον μιλᾶμε γιὰ γενοκτονίες, ἂς ἀρχίσουμε ἐξιστόριση γενοκτονιῶν, ποὺ δὲν γνωρίζουμε καὶ οὐδέποτε διδαχθήκαμε.
Καὶ δὲν φταίει κάποιος Φίλης. Φταῖν ἄλλοι… Οἱ πατριῶτες, οἱ Ἑλληναράδες…

Ἔρχονται ἀκόμη μεγαλύτερες…
Ξεκινᾶμε μὲ τοὺς φίλους μας τοὺς Κέλτες…

Φουστέρης Γιάννης

Η εισβολή των Γαλατών στην Ελλάδα (279 π.Χ)

Α’ Γαλατική εκστρατεία

Με τον Πύρρο στην Ιταλία και τον ραδιούργο Πτολεμαίο Κεραυνό στον Μακεδονικό θρόνο, η Ελλάδα φάνταζε εύκολος στόχος για τους αιμοδιψείς Κέλτες [τότε ευρίσκοντο στην Βόρειο Βαλκανική, περίπου στα εδάφη της σημερινής Κροατίας]. Οι Γαλάτες είχαν χωρισθεί σε τρεις ομάδες: ο Κερέθριος ήταν ο ηγέτης ενάντια στους Θράκες, οι εισβολείς στην Παιονία είχαν ως καθοδηγητές τον Βρέννο και τον Ακιχώριο, ενώ ο Βέλγιος (ή Βόλγιος) επιτέθηκε στους Μακεδόνες και στους Ιλλυριούς και αντιμετώπισε τον Πτολεμαίο Κεραυνό. Ο Μονούνιος των Δαρδάνων, μαθαίνοντας ότι οι Κέλτες πλησίαζαν, έστειλε πρεσβευτές στον Πτολεμαίο Κεραυνό, προσφέροντάς του συνθηκολόγηση και υποστήριξη ενάντια στον εχθρό με 20.000 άνδρες. Ο Κεραυνός αρνήθηκε λέγοντας: «Η Μακεδονία θα ήταν χαμένη αν ο λαός που υπέταξε ολόκληρη την Ανατολή χρειαζόταν υποστήριξη από τους Δαρδάνους για να προστατεύσει τον τόπο του…».Ξεχασμένες γενοκτονίες...1

Η Κελτική εξάπλωση_600 – 300 π.Χ_wikipedia

Οι Κέλτες του Βελγίου είχαν ήδη κατακλύσει την Ιλλυρία και πλησίαζαν στα δάση κοντά στα δυτικά σύνορα της Μακεδονίας. Προσέφεραν στον Πτολεμαίο διατήρηση της βασιλείας του έναντι βαρειάς φορολογίας. Εκείνος τους περιγέλασε αποκρινόμενος:

«…αυτή η πρότασή σας καταδεικνύει τον τρόμο που έχετε για τα Μακεδονικά όπλα. Ειρήνη θα κάνουμε μόνο αν ρίξετε τα όπλα σας στην γη και μου παραδώσετε τους αρχηγούς σας ως ομήρους…»

Η αλαζονεία του Κεραυνού έμελε να είναι η καταδίκη του. Προκάλεσε τους Γαλάτες σε μια βιαστική ανοικτή μάχη, πιστεύοντας ότι ήταν άτρωτος. Δε συμβουλεύθηκε καν τους στρατηγούς του, οι οποίοι εις μάτην τον προέτρεπαν να περιμένει να συγκεντρώσει περισσότερο στρατό για να αντιμετωπίσει τους εισβολείς. Η σύγκρουση ήταν λυσσαλέα. Οι Κέλτες, πολεμώντας μανιασμένα, δεν άργησαν να συναντήσουν τον Μακεδόνα βασιλιά στην μάχη, ο οποίος, απερίσκεπτος καθώς ήταν, όρμησε προς το μέρος τους, επιβαίνοντας σε ελέφαντα. Οι γραμμές των Μακεδόνων, που υστερούσαν αριθμητικά, διασπάσθηκαν και ο ελέφαντας του Κεραυνού σωριάστηκε πληγωμένος στο έδαφος, με τον Πτολεμαίο να τραυματίζεται βαρειά. Οι Κέλτες τον έπιασαν ζωντανό, τον αποκεφάλισαν και κάρφωσαν το κεφάλι του σε δόρυ, περιφέροντάς το ως σημάδι νίκης και μέσο εκφοβισμού των αντιπάλων τους.

Μετά την συντριβή του Μακεδονικού στρατού, οι Γαλάτες ξεχύθηκαν στην απροστάτευτη γη της Μακεδονίας. Λεηλάτησαν την ύπαιθρο με τρομερή μανία αλλά δεν κατόρθωσαν να κάνουν το ίδιο με τις οχυρωμένες πόλεις, καθώς δεν ήξεραν πώς να τις εκπορθήσουν. Στην ύπαιθρο όμως έσπειραν τον τρόμο και τον πανικό καίγοντας και σφάζοντας ό,τι και όποιον εύρισκαν στο διάβα τους. Μετά τον θάνατο του Πτολεμαίου Κεραυνού ανέβηκε στον Μακεδονικό θρόνο ο αδερφός του Μελέαγρος. Η βασιλεία του κράτησε μόλις δύο μήνες διότι οι Μακεδόνες, που είχαν βιώσει τα δεινά που είχε φέρει στον τόπο τους ο φιλόδοξος Κεραυνός, δεν ήθελαν κάποιον συγγενή του στον θρόνο. Στην θέση αυτού εστέφθη βασιλιάς ο Αντίπατρος, ανιψιός του Κασσάνδρου, αλλά ούτε αυτός όμως κατάφερε να εξαλείψει την Γαλατική απειλή. Ένας ευγενής με το όνομα Σωσθένης τον ανάγκασε να παραιτηθεί, συγκέντρωσε στρατό και άρχισε να μάχεται ενάντια στον εισβολέα, καταφέρνοντας να εκδιώξει τελικά τους Κέλτες απ’ την Μακεδονία. Επειδή η φύση της πρώτης Κελτικής εκστρατείας το 279 π.Χ. ήταν κυρίως αναζήτηση λαφύρων παρά οργανωμένη προσπάθεια αποικισμού, οι Κέλτες, με κορεσμένη την δίψα τους για λάφυρα, δεν βρήκαν το σθένος να συνεχίσουν την εκστρατεία τους κι επέστρεψαν στην πατρίδα τους.

Ο Γαλάτης αρχηγός Βρέννος

Ο Γαλάτης αρχηγός Βρέννος

Β’ Γαλατική εκστρατεία

Υπήρχε ωστόσο μεταξύ αυτών κάποιος του οποίου η δίψα για αίμα και πλούτη ήταν ακόρεστη. Ο Γαλάτης αρχηγός Βρέννος, μιλώντας δημόσια αλλά και κατ’ ιδίαν με Γαλάτες αξιωματούχους, πίεζε για ακόμα μιαν εκστρατεία ενάντια στην Ελλάδα. Φθονούσε τα κέρδη του Βελγίου από την προηγουμένη εκστρατεία στην Μακεδονία και ήθελε και αυτός ανάλογα πλούτη για τον εαυτό του. Σε μια συνέλευση μάλιστα έφερε ενώπιον όλων κάποιους μικρόσωμους, κεκαρμένους και πτωχοντυμένους Έλληνες αιχμαλώτους και τους έβαλε δίπλα δίπλα με τους υψηλοτέρους των φρουρών του. Είπε ότι οι Ελληνικές πόλεις κράτη στην ασύλητη ακόμη νότια περιοχή της Ελλάδος ήταν ανίσχυρες εκείνον τον καιρό, διέθεταν ωστόσο αρκετά πλούτη και ναούς γεμάτους με ασήμι και χρυσό. Έδειχνε τους αιχμαλώτους και υπεστήριζε ότι το μόνο που είχαν να κάνουν για να περιέλθει στην κατοχή τους ο ελληνικός πλούτος ήταν να επιτεθούν σε αυτά τα αδύναμα ανθρωπάκια.

Για την εκστρατεία αυτήν οι Γαλάτες συγκέντρωσαν μεγάλο αριθμό πεζών, τους οποίους ορισμένες πηγές υπολογίζουν περισσοτέρους από 200.000, χωρίς να περιλαμβάνουν τους μη μαψίμους (ηλικιωμένους, γυναίκες και παιδιά) που ακολουθούσαν. Οι Κελτικές ορδές ξεκίνησαν στις αρχές της ανοίξεως του 278 π.Χ.. Από τον Γαλατικό στρατό 20.000 άνδρες κατευθύνθηκαν προς την χώρα των Δαρδάνων υπό τις διαταγές του Λεοννορίου και του Λουταρίου. Οι υπόλοιποι συνέχισαν νότια προς την Μακεδονία. Ο Σωσθένης τήρησε αμυντική στάση, κατάφερε να συγκρατήσει την βαρβαρική ορμή και τους απώθησε προξενώντας τους σημαντικές απώλειες. Η αντίσταση των Μακεδόνων οδήγησε τους Γαλάτες ακόμα πιο νότια, στην Θεσσαλική γη. Οι Έλληνες, στο άκουσμα της ειδήσεως πως οι βάρβαροι πλησιάζουν, απεφάσισαν να δράσουν. Ο Ελληνικός στρατός γνώριζε καλά τι θα αντιμετωπίσει. Ο Παυσανίας αναφέρει σχετικά :«Το Ελληνικό γενναίο πνεύμα χάθηκε μέσα σε λίγες στιγμές ωστόσο η δύναμη του φόβου ανάγκασε τους Έλληνες να συνειδητοποιήσουν ότι έπρεπε να πολεμήσουν. Γνώριζαν ότι αυτή η πάλη δεν γινόταν για την ελευθερία τους, όπως τότε που αντιμετώπισαν τους Πέρσες. Δεν έφθανε πλέον να προσφέρουν γη και ύδωρ. Τα γεγονότα που συνέβησαν στην Μακεδονία, στην Θράκη και στην Παιονία ήταν ακόμα νωπά στην μνήμη τους, ενώ νέες αιματοχυσίες λάμβαναν πλέον χώρα και στην Θεσσαλία. Κάθε άνδρας ως ξεχωριστή μονάδα και κάθε πόλη συνολικά συνειδητοποιούσαν ότι οι Έλληνες έπρεπε είτε να αντεπεξέλθουν στις περιστάσεις, είτε να αφανισθούν».

Ως καλλίτερο σημείο οχυρώσεως επελέγη για ακόμα μια φορά το στενό πέρασμα των Θερμοπυλών. Το σημείο αυτό αποτελούσε μια στενή πύλη η οποία κατά την αρχαιότητα ευρίσκετο μεταξύ του όρους Οίτη και της θάλασσας και ήταν το βασικό πέρασμα προς την νότιο Ελλάδα. Στο σημείο αυτό οι Σπαρτιάτες προσπάθησαν να συγκρατήσουν τις Περσικές ορδές το 480 π.Χ. και οι Αθηναίοι αναχαίτισαν επιτυχώς τους Μακεδόνες 128 χρόνια αργότερα. Το 279 π.Χ. οι Βοιωτοί έστειλαν 10.000 οπλίτες και 500 ιππείς με επικεφαλής τους Κηφισόδοτο, Θεαρίδα, Διογένη και Λύσσανδρο. Από τους Φωκείς εστάλησαν 3.000 πεζικάριοι και 500 ιππείς. Περίπου 13.000 η συνολική δύναμη των Ελλήνων της σημερινής νότιας Ελλάδας. Μαζί με αυτούς ήταν και 500 μισθοφόροι από την Μακεδονία και άλλοι τόσοι στρατιώτες από το βασίλειο των Σελευκιδών, μαζί με πολλές αθηναϊκές τριήρεις. Οι μοναδικοί που δεν έστειλαν στρατό ήταν οι Πελοποννήσιοι. Η απουσία πλοίων στον κελτικό στρατό τους εφησύχαζε μια και δεν υπήρχε άλλος τρόπος να περάσουν την θάλασσα του Κορινθιακού παρά μόνον από το στενό του Ισθμού. Απεφάσισαν λοιπόν να οχυρωθούν πίσω από τα τείχη του Ισθμού και να τους περιμένουν.

Η πρώτη Ελληνική εκστρατεία αναχαιτίσεως – Αποτυχία στον Σπερχειό ποταμό

Όταν οι Έλληνες συγκέντρωσαν όλες τους τις δυνάμεις, πληροφορήθηκαν ότι οι Γαλάτες είχαν ήδη προσεγγίσει την Μαγνησία και την Φθιώτιδα. Απεφάσισαν να στείλουν ένα απόσπασμα αποτελούμενο από όλο το ιππικό καθώς και 1.000 ελαφρά οπλισμένους άντρες στον Σπερχειό, προσπαθώντας να μην επιτρέψουν στους Γαλάτες να διασχίσουν τον ποταμό. Με την άφιξή τους, οι Ελληνικές δυνάμεις κατέστρεψαν τις γέφυρες του ποταμού και έλαβαν θέσεις μάχης στις όχθες του.Ξεχασμένες γενοκτονίες...3

 

Αλλά ο Βρέννος, αν και βάρβαρος, δεν ήταν απολίτιστος ούτε είχε άγνοια των πολεμικών τακτικών. Την ίδια νύκτα έστειλε στρατιωτικό απόσπασμα στον Σπερχειό, μακρυά από τις κατεστραμμένες γέφυρες, σε σημεία όπου μπορούσαν να περάσουν τον ποταμό. Ο Βρέννος επέλεξε δεινούς κολυμβητές και ψηλούς στρατιώτες γι’ αυτή την αποστολή. Άλλωστε, οι Κέλτες ήταν κατά πολύ υψηλότεροι από τους υπολοίπους λαούς της Ευρώπης, κάτι που είχαν διαπιστώσει και οι Ρωμαίοι πριν από τους Έλληνες. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αρκετοί Γαλάτες διέσχισαν κολυμπώντας τον ποταμό τη νύκτα χρησιμοποιώντας τις ασπίδες τους ως σχεδίες, ενώ οι υψηλότεροι εξ αυτών σχεδόν διέσχισαν τα νερά περπατώντας στον πυθμένα με το κεφάλι τους να προβάλλει έξω από το νερό. Οι Έλληνες που ευρίσκοντο στον Σπερχειό, όταν πληροφορήθηκαν ότι το βράδυ οι βάρβαροι είχαν διασχίσει τον ποταμό, εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και επέστρεψαν στις γραμμές της κυρίας στρατιάς, φοβούμενοι το ενδεχόμενο της περικυκλώσεως. Ο Βρέννος ανάγκασε τους κατοίκους που ευρίσκοντο γύρω από τον Μαλιακό κόλπο να ξανακτίσουν τις γέφυρες επάνω από τον Σπερχειό. Εκείνοι, φοβούμενοι τις συνέπειες της αρνήσεώς τους, υπάκουσαν.

Ο Βρέννος διέσχισε με τον στρατό του τις γέφυρες και κατευθύνθηκε προς την Ηράκλεια. Οι Γαλάτες λεηλατούσαν τα πάντα στο διάβα τους σφαγιάζοντας όσους συναντούσαν στα περίχωρα, χωρίς να επιτίθενται στην πόλη. Η Ηράκλεια προστατεύετο από τους Αιτωλούς, οι οποίοι πριν ένα έτος είχαν αναγκάσει τους κατοίκους της να συμμετάσχουν στην Αιτωλική Συμπολιτεία. Οι Αιτωλοί θεωρούσαν ότι η πόλη τούς ανήκε, εξίσου με τους Ηρακλειδείς. Ο Βρέννος δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την πόλη της Ηράκλειας. Κύριος στόχος του ήταν να υπερκεράσει τις δυνάμεις που προστάτευαν τα στενά των Θερμοπυλών και να εισβάλλει στην Νότιο Ελλάδα.

Μάχη των Θερμοπυλών

Ορισμένοι Έλληνες λιποτάκτες είχαν ενημερώσει τον Βρέννο για τις δυνάμεις που θα αντιμετώπιζε στις Θερμοπύλες. Παρά την ύπαρξη της Ελληνικής στρατιάς, προέλασε από την Ηράκλεια και ξεκίνησε την επίθεση την αυγή της επομένης ημέρας. Δεν είχε μαζί του Έλληνα μάντη και δεν προέβη σε μυστηριακές θυσίες………αν όντως οι Κέλτες πίστευαν σε τέτοιου είδους δοξασίες. Οι Έλληνες αντιτάχθηκαν σιωπηρά και με τάξη. Όταν προσέγγισαν τους Γαλάτες, το ιππικό απομακρύνθηκε ελάχιστα από τον κύριο κορμό, ενώ οι ελαφρά οπλισμένοι στρατιώτες έμειναν πιο πίσω εκτοξεύοντας ακόντια, βέλη και πέτρες.

Κελτικό ιππικό

Κελτικό ιππικό

Το ιππικό και των δύο παρατάξεων δεν έπαιξε σοβαρό ρόλο επειδή το έδαφος στο πέρασμα δεν ήταν μόνο στενό αλλά και ολισθηρό λόγω του βραχώδους εδάφους και των χειμάρρων που κυλούσαν ανάμεσα στα βράχια. Οι Γαλάτες ήταν ελαφρύτερα οπλισμένοι από τους Έλληνες: πολλοί από αυτούς πολεμούσαν γυμνοί από την μέση κι επάνω και ως μοναδικό αμυντικό όπλο είχαν τις ασπίδες τους, οι οποίες ήταν κατώτερες τεχνολογικά από τις ελληνικές και τους παρείχαν ελαχἰστη προστασία. Με τρομερό πάθος και πολεμική ορμή, την ώρα της μάχης μετατρέποντο σε ανίκητες πολεμικές μηχανές. Κτυπημένοι από τσεκούρι ή ξίφος, συνέχιζαν να πολεμούν ώσπου να πέσουν νεκροί. Τρυπημένοι από ακόντια ή βέλη συνέχιζαν να μάχονται με το σθένος τους αναλλοίωτο όσο υπήρχε μέσα τους ζωή. Ορισμένοι έβγαζαν τα καρφωμένα στο σώμα τους ακόντια και τα εκσφενδόνιζαν πίσω στους αντιπάλους τους ή τα χρησιμοποιούσαν για μάχη σώμα με σώμα.

Στο μεταξύ, οι Αθηναίοι που ευρίσκοντο στις τριήρεις, αγκυροβολημένοι στην λάσπη που εκτείνετο μέχρι την θάλασσα, με δυσκολία και κίνδυνο έφεραν τα πλοία τους όσο το δυνατόν πιο κοντά στην ακτή, εξαπολύοντας βέλη ή οτιδήποτε άλλο μπορούσε να ριφθεί ενάντια στους Γαλάτες. Οι τελευταίοι ευρισκόμενοι σε πλήρη σύγχυση και μέσα σε πολύ περιορισμένο χώρο, προκάλεσαν κάποιες απώλειες στους Έλληνες αλλά οι ίδιοι υπέστησαν ακόμα μεγαλύτερες. Αυτή η εξέλιξη ανάγκασε τους αρχηγούς τους να τους αποσύρουν πίσω στο Γαλατικό στρατόπεδο. Υποχωρώντας άτακτα και υπό πλήρη σύγχυση, αρκετοί από αυτούς ποδοπατήθηκαν από τους συντρόφους τους ενώ κάποιοι έπεσαν σε βάλτους και βούλιαξαν κάτω από την λάσπη. Οι απώλειές τους κατά την υποχώρηση ήταν εξίσου μεγάλες με αυτές που υπέστησαν στην μάχη.

Αφού οι Κέλτες είχαν πλέον λεηλατήσει στο διάβα τους σπίτια και ναούς, παραδίδοντας το Κάλλιο στις φλόγες, επέστρεψαν από τον ίδιο φυσικό αυχένα με σκοπό να συναντήσουν τον υπόλοιπο Γαλατικό στρατό. Καθ’ οδόν συνάντησαν τους Πατρινούς, οι οποίοι ήταν οι μόνοι μεταξύ των Αχαιών που είχαν απαντήσει στο πολεμικό κάλεσμα των Αιτωλών. Εκπαιδευμένοι ως οπλίτες, διενήργησαν μια κατά μέτωπον επίθεση ενάντια στους Γαλάτες αλλά υπέστησαν εκτενείς απώλειες απέναντι σε έναν σαφώς πολυπληθέστερο στρατό. Στην σημερινή θέση Κοκκάλια (τοποθεσία που οφείλει την ονομασία της στα πολλά διασκορπισμένα και θρυμματισμένα οστά που απαντώνται εκεί μέχρι και σήμερα, ανεξίτηλα σημάδια μιας τρομακτικής μάχης), οι 8.000 Αιτωλοί, άνδρες και γυναίκες, συνέχιζαν να καταδιώκουν τους βαρβάρους και να τους επιτίθενται. Πολλά από τα βέλη που τους έριχναν εύρισκαν στόχο επειδή οι Γαλάτες δεν είχαν ισχυρή αμυντική θωράκιση. Οι Αιτωλοί οπισθοχωρούσαν όταν οι Γαλάτες τους επιτίθεντο και επέστρεφαν δριμύτεροι όταν οι τελευταίοι γύριζαν τα νώτα τους. Οι Καλλιείς οι οποίοι είχαν υποστεί την μεγαλυτέρα καταστροφή, επεδείκνυαν την μεγαλυτέρα οργή. Κατάφεραν να εκδικηθούν τον θάνατο των συντρόφων τους προκαλώντας μεγάλες απώλειες στο Γαλατικό απόσπασμα. Από τους 40.800 λιγότεροι από τους μισούς επέστρεψαν στις Θερμοπύλες.

Απεικόνιση διαδρομής Γαλατών

Απεικόνιση διαδρομής Γαλατών

Ηρακλειώτες και Αινιάνες – πρόθυμοι «πληροφοριοδότες»

Εν τω μεταξύ, οι αποδυναμωμένοι Έλληνες που ευρίσκοντο στις Θερμοπύλες επρόκειτο να υπερκερασθούν από τις στρατιές του Βρέννου σε μια τραγική επανάληψη της ιστορίας. Όπως στην πρώτη μάχη των Θερμοπυλών, έτσι και τώρα ο Βρέννος ακολούθησε τις υποδείξεις των Ηρακλειωτών και των Αινιανών ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο που είχαν ακολουθήσει οι Πέρσες (την Ανοπαία Ατραπό). Το έκαναν αυτό όχι διότι δεν ήταν πιστοί στον Ελληνικό αγώνα αλλά επειδή ήθελαν να φύγουν οι Κέλτες το γρηγορότερο δυνατόν από την γη τους πριν την ερημώσουν. Ο Βρέννος, αφήνοντας διοικητή του κυρίου σώματος της στρατιάς τον Ακιχώριο, κατευθύνθηκε με 40.000 άνδρες προς το πέρασμα. Κατέστησε σαφές στον αντικαταστάτη του ότι δεν έπρεπε να επιτεθεί στους Έλληνες προτού ολοκληρωθεί η κίνηση της περικυκλώσεως. Εκείνη την ημέρα η ομίχλη ήταν πυκνή και είχε απλωθεί μέχρι τις παρυφές της Οίτης, εμποδίζοντας την ορατότητα των Φωκέων που φυλούσαν το πέρασμα. Οι Γαλάτες τους αιφνιδίασαν, ωστόσο οι Φωκείς αντιστάθηκαν γενναία. Τελικά όμως αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν από το πέρασμα. Κατόρθωσαν εντούτοις να ειδοποιήσουν τους συντρόφους τους και να τους αναφέρουν την επικείμενη περικύκλωση προτού αυτή λάβει χώρα.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι Αθηναίοι κατάφεραν να αποσύρουν έγκαιρα τις τριήρεις και τα στρατεύματά τους. Το ίδιο έπραξαν και οι υπόλοιπες Ελληνικές δυνάμεις, με εκάστης ο στρατός να επιστρέφει στην πατρίδα του. Σε αυτή την μάχη δεν υπήρξε κάτι ανάλογο με τους 300 Σπαρτιάτες και τους 700 Θεσπιείς. Ίσως για αυτό τον λόγο να είναι λιγότερο γνωστή. Το πέρασμα ήταν πλέον ανοικτό, με ολόκληρη την Νότιο Ελλάδα να είναι απροστάτευτη στην Κελτική επέλαση.

Επιδρομή στους Δελφούς

Ο Βρέννος και ο Ακιχώριος είχαν πλέον να επιλέξουν την επόμενη κίνηση………να βαδίσουν εναντίον των Αθηνών. Ο Βρέννος, χλευάζοντας τους αθάνατους θεούς των Ελλήνων είπε ειρωνικά ότι «εκείνοι που έχουν τα πλούτη θα πρέπει να φερθούν γενναιόδωρα στους θνητούς.». Χωρίς να σπαταλήσει χρόνο, διέταξε τον Ακιχώριο να εγκαταστήσει ένα μέρος του στρατού στην Ηράκλεια για να κρατά απησχολημένους τους Αιτωλούς και στην συνέχεια, με τον υπόλοιπο στρατό, να ακολουθήσει πορεία με κατεύθυνση στους Δελφούς. Ο ίδιος ανεχώρησε από τις Θερμοπύλες διασχίζοντας τα στενά του Παρνασσού με σκοπό να συλήσει το θησαυροφυλάκιο που ευρίσκετο στον ιερό ναό του θεού Απόλλωνος.

Τρομοκρατημένοι οι κάτοικοι των Δελφών, αναζήτησαν καταφύγιο στο Μαντείο. Σε υπεράσπιση του Μαντείου προσέτρεξαν οι Φωκιείς από την Άμφισσα και περίπου 1200 Αιτωλείς. Η κύρια στρατιά των Αιτωλών εστράφη ενάντια στον Ακιχώριο, ο οποίος είχε εν τω μεταξύ ξεκινήσει από την Ηράκλεια για να συναντήσει τον Βρέννο (έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή που ο Βρέννος τού ανέθεσε). Στην ουσία οι Αιτωλοί αναλώθηκαν σε συνεχή ανταρτοπόλεμο παρενοχλώντας την οπισθοφυλακή της Γαλατικής παρατάξεως η οποία μετέφερε τα λάφυρα από τις προηγούμενες λεηλασίες. Αυτή η δολιοφθορά ανάγκασε τους Γαλάτες να κινούνται με αργό ρυθμό. Ο Βρέννος αφίχθη στους Δελφούς όπου είχε πλέον να αντιμετωπίσει τους Έλληνες που είχαν καταφθάσει να υπερασπισθούν το ιερό. Προσπάθησε να εγείρει το ηθικό των στρατιωτών του δείχνοντάς τους στον ορίζοντα το μαντείο και λέγοντάς τους ότι τα αγάλματα και τα άρματα με τα τέσσερα άλογα, ευδιάκριτα από εκείνο το σημείο, ήταν κατασκευασμένα από καθαρό χρυσάφι και θα αποδεικνύοντο ακόμα πιο μεγάλα σε αξία όταν ζυγίζονταν.

Ο Θνήσκων Γαλάτης_Ρωμαϊκό μαρμάρινο αντίγραφο Ελληνιστικού έργου _ τέλη 3ου αιώνα π.Χ. _Μουσείο Καπιτωλίου, Ρώμη_wikipedia

Ο Θνήσκων Γαλάτης_Ρωμαϊκό μαρμάρινο αντίγραφο Ελληνιστικού έργου _ τέλη 3ου αιώνα π.Χ. _Μουσείο Καπιτωλίου, Ρώμη_wikipedia

Οι Δελφιείς από την άλλη πλευρά είχαν ως μοναδική πηγή θάρρους την πίστη ότι ο θεός Απόλλων ήταν στο πλευρό τους παρά τις δικές τους ικανότητες και δυνάμεις. Κατάφεραν ωστόσο να αποκρούσουν την επίθεση των αναρριχωμένων στους βράχους Γαλατών εκσφενδονίζοντας πέτρες και ακόντια από την κορυφή του λόφου. Σύμφωνα με την ποιητική περιγραφή του Παυσανία, οι Γαλάτες, εκτός από τους Έλληνες, είχαν να αντιμετωπίσουν και τα στοιχεία της φύσεως, σεισμούς, κεραυνούς και αστραπές, σημάδια θεόσταλτα από τον θεό Απόλλωνα. Πέραν της «θεϊκής παρεμβάσεως» φαίνεται πιθανό να επικρατούσε στην περιοχή σφοδρή καταιγίδα, με αποτέλεσμα αρκετοί από τους Γαλάτες να σκοτωθούν από τις συνεχείς κατολισθήσεις βράχων.

Ωστόσο, πολλές ήσαν οι απώλειες και για τους Έλληνες. Κατά την διάρκεια της νύκτας η κατάσταση για τους Γαλάτες δεν ήταν καλλίτερη. Αφόρητο ψύχος κάλυψε την περιοχή ενώ βράχοι έπεφταν συνέχεια από τον Παρνασσό και καταπλάκωναν πολλούς από τους στρατιώτες του Βρέννου, οι οποίοι ήταν μαζεμένοι σε ομάδες για να προστατευθούν από ενδεχόμενες αιφνιδιαστικές νυκτερινές επιθέσεις των Ελλήνων. Μόλις ο ήλιος πρόβαλε επάνω από τους Δελφούς, οι Έλληνες επιτέθηκαν κατά μέτωπον με εξαίρεση τους Φωκιείς, οι οποίοι, γνωρίζοντας καλά το μέρος, επέλεξαν να κατέβουν στις δύσβατες πλαγιές του Παρνασσού και να κτυπήσουν τους Κέλτες στα μετόπισθεν εξαπολύοντας βέλη και ακόντια. Στην αρχή της μάχης οι Γαλάτες αντιστάθηκαν γενναία, ειδικότερα η φρουρά του Βρέννου. Ωστόσο, μόλις τραυματίσιηκε ο αρχηγός τους, αναγκάσθηκαν να οπισθοχωρήσουν, καθώς οι Έλληνες επετίθεντο από όλες τις μεριές. Κατά την οπισθοχώρησή τους αυτή σκότωσαν όσους από τους συντρόφους τους ήταν τραυματισμένοι, ή βαρειά άρρωστοι από τις κακουχίες και δεν μπορούσαν να τους ακολουθήσουν.

Αποτυχία Γαλατικής εκστρατείας

Με τον ερχομό της επομένης νύκτας, οι Γαλάτες κατελήφθησαν από συναισθήματα συγχύσεως και φόβου. Πολλοί από αυτούς εστράφησαν ενάντια στους συντρόφους τους και άρχισαν να αλληλοεξοντώνονται. Οι Φωκιείς ήταν οι πρώτοι που ανέφεραν στους υπολοίπους Έλληνες τον ακατάσχετο πανικό που είχε κυριεύσει τον εχθρό. Αυτή η εξέλιξη όπλισε με περισσότερο θάρρος και αποφασιστικότητα τους κατοίκους των γύρω περιοχών. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι Γαλάτες, εκτός από το ανελέητο κυνηγητό από τους Έλληνες, είχαν πλέον να αντιμετωπίσουν και την πείνα, καθώς κάθε προσπάθεια συγκεντρώσεως βρωσίμων υλών από την γύρω περιοχή εβάφετο με αίμα. Περίπου 6.000 Κέλτες χάθηκαν στην μάχη και άλλους 10.000 να ακολουθούν στον πανικό που ακολούθησε. Σε αυτούς προσετέθησαν ακόμα τόσοι, ως θύματα της πείνας και του κρύου. Οι απόψεις για την τύχη του Βρέννου διίστανται: ο Παυσανίας ισχυρίζεται ότι αυτοκτόνησε αφού πρώτα κατανάλωσε «άκρατον οίνον». Ο Ιουστίνος παρουσιάζει ως μέσον της αυτοκτονίας ένα μαχαίρι ενώ ο Διόδωρος αναφέρει ότι πρώτα μέθυσε και στην συνέχεια χρησιμοποίησε ένα σπαθί. Το πλέον πιθανό είναι ότι ο Βρέννος, λόγω των εκτεταμένων τραυμάτων που έφερε, αυτοκτόνησε με το σπαθί του σύμφωνα με το κελτικό έθιμο που απαιτούσε οι βαρειά τραυματισμένοι άνδρες να αφαιρούν την ζωή τους αλλά και την ζωή των αμέσων συγγενικών τους προσώπων.

Πιθανότατα οι Γαλάτες πίστευαν ότι ο αργός θάνατος ήταν εξαιρετικά ατιμωτικός, ή ότι δεν έπρεπε με οποιονδήποτε τρόπο να πέσουν ζωντανοί στα χέρια του εχθρού. Οι Αθηναίοι, μαθαίνοντας τα γεγονότα, ένωσαν τις δυνάμεις τους με τους Βοιωτούς και ξεκίνησαν να καταδιώκουν από κοινού τους Γαλάτες, σκοτώνοντας αυτούς που καθυστερούσαν κι έμεναν πίσω. Οι Γαλάτες κατόρθωσαν να αποσυρθούν από τους Δελφούς και να ενώσουν τις δυνάμεις τους με τον Ακιχώριο, ο οποίος στο μεταξύ είχε αναχωρήσει από την Ηράκλεια για να καλύψει την υποχώρηση των συντρόφων του. Έχοντας πλέον αυτόν ως αρχηγό, μετά από υπόδειξη και επιθυμία του αποθανόντος Βρέννου, κατευθύνθηκαν προς το γαλατικό στρατόπεδο. Καθ’ οδόν, και νοιώθοντας καυτή την ανάσα των Αιτωλών στην πλάτη τους, συνάντησαν κοντά στον Σπερχειό τους Θεσσαλούς και τους Μαλιείς, οι οποίοι είχαν σταθεί εκεί αποφασισμένοι να ανταποδώσουν τα δεινά που τους προξένησαν οι επίδοξοι κατακτητές. Οι περισσότεροι Έλληνες ιστορικοί της εποχής καταμαρτυρούν ότι ουδείς Γαλάτης επέζησε της σφαγής στον Σπερχειό ποταμό.

Εποικίσεις Γαλατικών φύλων

Εποικίσεις Γαλατικών φύλων

Ωστόσο, σύμφωνα με κάποιες άλλες μαρτυρίες, Γαλατικό απόσπασμα που είχε επιτεθεί στους Δελφούς, οι Τεκτόσαγες, κατάφεραν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, ενώ και άλλοι, υπό τις διαταγές των Κομοντορίου και Βαθανάττου, κατευθύνθηκαν προς τον Βορρά έχοντας μαζί τους αρκετά από τα λάφυρα που είχαν συγκεντρώσει. Μέσω διαρκών επιθέσεων από αυτούς που είχαν δεινοπαθήσει κατά την κάθοδό τους, έφθασαν στην χώρα των Δαρδανών κι εκεί χωρίστηκαν: ο μεν Βαθάναττος εστράφη προς την Ιλλυρία και εγκατεστάθη στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Σάβου και Δούναβη, ενώ ο στρατός του Κομοντορίου νίκησε τους Τριβαλλούς και τους Γέτες και εγκατεστάθη  στην Τύλη, στις δύο πλευρές του Αίμου, κοντά στην σημερινή Βουλγαρική πόλη Στάρα Ζάγορα. Οι Γαλάτες υπό τις διαταγές του Λουταρίου και του Λεοννορίου πέρασαν στον Ελλήσποντο και, αφού υπεσχέθησαν πίστη και φιλία στοβ Νικομήδη, βασιλιά της Βιθυνίας, εγκατεστάθησαν στην Ανατολία, σε μια περιοχή που έλαβε το όνομά τους (Γαλατία).

Σημασία της Ελληνικής νίκης

Απεικόνιση Γαλατικής κεφαλής σε Θρακικό νόμισμα. (Αρχαιολογικό μουσείο Κωνσταντινουπόλεως)

Απεικόνιση Γαλατικής κεφαλής σε Θρακικό νόμισμα. (Αρχαιολογικό μουσείο Κωνσταντινουπόλεως)

Οι Γαλάτες εισβάλλοντας στην Ελλάδα είχαν σκοπό όχι απλώς να την λεηλατήσουν αλλά και να την αποικίσουν. Πήραν μαζί τους τις γυναίκες και τα παιδιά τους με σκοπό να βρουν νέες εστίες και να εγκατασταθούν μόνιμα σε αυτές. Σε αυτήν την άποψη συνηγορεί το ότι μετά την δεύτερη εισβολή, οι επιζήσαντες δημιούργησαν κελτικό βασίλειο στην Τύλη, ενώ άλλοι εγκατεστάθησαν στην Μικρά Ασία και παρέμειναν εκεί για αρκετούς αιώνες, έως μια αυτοτελής εθνική ομάδα.

Είναι αξιομνημόνευτη η αποφασιστικότητα που επέδειξαν μέσα στην απελπισία τους οι Έλληνες. Αξιοσημείωτο είναι ότι αγωνιζόμενοι να επιζήσουν, αφάνισαν δεκάδες χιλιάδες Γαλάτες, παρότι συνολικά δεν είχαν συγκεντρώσει περισσότερους από 30.000 μαχητές. Το κατόρθωμα αυτό γίνεται ακόμα μεγαλύτερο αν αναλογισθεί κάποιος ότι ο σωματότυπος και η αριθμητική υπεροχή του εχθρού, σε συνδυασμό με την έλλειψη των μεγάλων ηγετών στον Ελλαδικό χώρο – δεδομένης της απουσίας των Πύρρου και του Αντιγόνου Γονατά – καθιστούσε αναμενομένη την Κελτική επικράτηση.

Ωστόσο, σε μια εποχή φθοράς των παλαιών αξιών, εμφυλίων σπαραγμών και με την λάμψη του Ελληνικού πολιτισμού να σβήνει, το Ελληνικό πνεύμα, με πρωταγωνιστές τους Αιτωλούς, απέδειξε για ακόμα μια φορά την αξία του ενάντια σε έναν ισχυρό και αλώβητο λαό που δέσποζε σε ολόκληρη την Δυτική Ευρώπη και ο οποίος στις αρχές του 4ου π.Χ. αιώνος είχαν κατακτήσει την μετέπειτα κοσμοκράτειρα Ρώμη.

Οι Έλληνες, σε μια εποχή παρακμής, τέλεσαν έναν άθλο μεγαλύτερο ίσως εκείνου της αναχαιτίσεως των Περσικών ορδών μερικούς αιώνες πριν, όταν η Ελλάδα ήκμαζε σε όλους τους τομείς. Είναι πράγματι θλιβερό που μια τόσο σημαντική στιγμή στην Ελληνική ιστορία δεν έχει την προβολή που της αρμόζει.

Πηγή:  Άρθρο του Γεωργίου Τσόρβα: «Oι Γαλάτες στην Ελλάδα – Εισβολή των βαρβάρων»

Χείλων

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply