Ἡ ἄμυνα τῆς Λευκάδος.

Μία οὐδόλως γνωστὴ πτυχὴ τῆς ἱστορίας μας, ποὺ συνέβῃ λίγα χρόνια πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς ἐπαναστάσεως, ἦτο ἡ ἐπίθεσις ποὺ ἐδέχθῃ ἡ Λευκάδα ἀπὸ τὸν Ἀλῆ πασσᾶ, τὸν Μάϊο τοῦ 1807.
Μεταξὺ τῶν πολλῶν περιοχῶν ποὺ ὁ Ἀλῆ πασσᾶς προσπάθησε νὰ προσαρτήσῃ στὸ μεγάλο του βασίλειον, ἦταν καὶ τὰ Ἑπτάνησα. Ἄλλως τε οἱ κατ’ ἐξακολούθησιν ἐπιθέσεις του στὴν Πρέβεζα καὶ στὴν Πάργα ἀποδεικνύουν πὼς ὀνειρεύετο ἕνα μεγάλο βασίλειο, ἱκανὸ νὰ ἀνατρέψῃ καὶ τὸν ἴδιον τὸν σουλτάνο, μὲ βάσεις ὅμως τὰ Ἑπτάνησα.

Τὸν Μάϊο τοῦ 1807 ὁ Καποδίστριας φθάνει στὰ Ἑπτάνησα μὲ ἐντολὴ νὰ ὀργανώσῃ τὴν ἄμυνά τους.
Τὰ καταφέρνει θαυμάσια.
Στὶς 30 Ἰουνίου, κατόπιν πολὺ σκληρῆς προετοιμασίας καὶ συμμετοχῆς ἀπὸ κάθε κάτοικο τῶν Ἑπτανήσων,  στὴν μεγάλη μάχη, οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ Ῥῶσσοι καταφέρνουν νὰ ἀπωθήσουν τὰ στίφη τοῦ Ἀλῆ πασσᾶ.

Φιλονόη.  

 

Η άµυνα της Λευκάδας ως πρόβα τζενεράλε του 1821

το τραγικό τέλος του αρματολού Θύμιου Μπλαχάβα

του Γ. Σκλαβούνου

Η οργάνωση της άµυνας της Λευκάδας -όπως έχει καταγραφεί στην ιστορία- ανετέθη ως γνωστόν στον Ιωάννη Καποδίστρια από την Κυβέρνηση της Ιονίου Πολιτείας, στην οποία ο Ι. Καποδίστριας συµµετείχε ως Γραµµατέας της Επικράτειας, υπεύθυνος για τις Διεθνείς Σχέσεις, το εµπόριο και το στόλο. Ο Ι. Καποδίστριας απεστάλη στην Λευκάδα ως Έκτακτος Επίτροπος µε απόλυτη πληρεξιουσιότητα αλλά και µε τη σύµφωνη γνώµη του Γεωργίου Μοντσενίγου.
Η µέχρι σήµερα ιστορική θεώρηση παρουσιάζει -σχεδόν αποκλειστικά- το γεγονός ως γεγονός επτανησιακής σηµασίας και µάλιστα δευτερεύουσας.
Ακόµα και στη βραβευµένη µε το βραβείο της Ακαδηµίας Αθηνών «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους»  αναφέρονται µόνον δύο προτάσεις για την ευρύτερη σηµασία της Άµυνας της Λευκάδας.
Είναι οι ακόλουθες:

«Το ζήτηµα της Άµυνας της Λευκάδας πήρε διαστάσεις πανελλήνιες. Οι δυνάµεις του Έθνους ενωµένες συνεργάζονται για την αντιµετώπιση του κοινού εχθρού».
Όµως δεν µας αποκαλύπτει ούτε ποιες, ούτε πόσες δυνάµεις και ακόµα δεν µας αναφέρει από ποιόν συντονίζονταν αυτές οι δυνάµεις, ποια τα γεωγραφικά και τα θαλάσσια όρια της δράσης τους και ποια είναι τα αναγκαία συµπεράσµατα από αυτή την ενότητα πολεµικής δράσης και αποτελεσµατικής κινητοποίησης.
Πόσες γενιές πρέπει να περάσουν για να αποκατασταθεί οριστικά ή να ταφεί στη Λήθη ο µεγάλος Ιωάννης Καποδίστριας;
Αξιοµνηµόνευτη και τιµητική εξαίρεση σ’ αυτή την «παράδοση» αποτελεί ο Έλληνας της Διασποράς,  Ιστορικός, Nicolas Charles Papas στην εργασία του «Έλληνες στη Ρώσσικη Στρατιωτική Υπηρεσία στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα» (Θεσ/νικη 1991. Ινστιτούτο Βαλκανικών Μελετών).
Ο Ιστορικός Ν. Πάπας υποστηρίζει και αποδεικνύει ότι η αποκτηθείσα στρατιωτική πείρα, σε πλαίσιο και απαιτήσεις τακτικού στρατού, η δράση των καπεταναίων στα Ιόνια Νησιά την περίοδο 1803-1807, η επαφή, η συνεργασία και ο συντονισµός τους έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821.
Γεγονός που δεν χρειάζεται απόδειξη γιατί είναι καλά τεκµηριωµένο αρκεί να µην παραγραφεί η εθνική µας ιστορία, είναι η αποφασιστικότητα, η ανιδιοτέλεια, το πάθος για τον αγώνα της εθνικής αποκατάστασης που επιβεβαιώνεται στα Επτάνησα και µάλιστα λίγα χρόνια µετά την καταστροφή των Ορλωφικών.
Η συµµετοχή και ο ρόλος του συνεργάτη του Ρήγα, Περραιβού (ο οποίος γλύτωσε το θάνατο λόγω της  ιδιότητας του Γάλλου πολίτη) στην Κέρκυρα και στην Άµυνα της Λευκάδας δηλώνει ότι: Η σηµαία που σήκωσε ο Ρήγας Φεραίος, υπεστάλη για λίγο µε το θάνατό του, για να ανεµίσει ξανά περήφανα και νικηφόρα στην Κέρκυρα και την Λευκάδα.
Όπως ήδη κατανοεί ο αναγνώστης αυτό το άρθρο δεν γράφεται για να υπηρετήσει ακαδηµαϊκούς ναρκισσισµούς. Γράφεται φιλοδοξώντας να αποτελέσει µια µικρή προσφορά στην πολιτιστική ταυτότητα και στην ιστορική µας µνήµη. Γράφεται για να φωτίσει τη θαµµένη στη λήθη, τη σκόπιµα αποσιωπούµενη άµεση προσωπική και βαθιά σχέση του Ιωάννη Καποδίστρια µε τους καπεταναίους όλης της Ελλάδας, σχέση ριζωµένη από το 1803 στα 1807 και συνεχιζόµενη µέχρι και το 1821.

Όπως µαρτυρεί ο Ιωάννης Φιλήµονας («Φιλική Εταιρία», εκδόσεις Κουλτούρα σελ.128-129):
« Η οικία του ήτο το πανδοχείο όλων των εθελοντών και πολεµικών προσφύγων της Ρούµελης και της Πελοποννήσου. Τοιουτοτρόπως απεκαθίστατο η Επτάνησος η µόνη Εστία, όθεν έµελλε να ενεργηθή βαθµηδόν και ώριµος ο πόλεµος όλης της Ελλάδος» .
Το ότι ο Ιωάννης Καποδίστριας διατηρεί στενότατες σχέσεις µε τους Καπεταναίους και την πνευµατική ηγεσία του Ελληνισµού, καθ’ όλη τη διάρκεια της παραµονής του στη Ρωσσία, ο Φιλήµονας το αναφέρει. Ακόμη και δίπλα στον τσάρο,  ενεργεί για τα ελληνικά θεάματα. Το 1816, για παράδειγμα, εισηγείται στον τσάρο για οικονομική βοήθεια προς τον Περραιβό, αλλά και  συνεργασίας του µε µορφές όπως ο Άνθιµος Γαζής και ο Ιγνάτιος Πρεβέζης, µετέπειτα Ουγγροβλαχίας.

Το Διεθνές Ιστορικό Περιβάλλον της Άµυνας

Τον Απρίλιο του  1797,  υπογράφεται στη    µικρή αυστριακή πόλη Λέοµπεν    (Leoben) η προκαταρτική συνθήκη ειρήνης µεταξύ Αυστρίας και Γαλλίας. Η συνθήκη ειρήνης προτάθηκε από τους Αυστριακούς άνευ όρων µε τον αυστριακό στρατό διαλυµένο και τον Ναπολέοντα προ των πυλών της Βιέννης.
Τον Οκτώβριο του 1797, υπογράφεται η συνθήκη ειρήνης, γνωστή ως Συνθήκη του Campo Formio, η οποία προέβλεπε την προσάρτηση του Βελγίου και της Λοµβαρδίας στη Γαλλία, τη διάλυση της Βενετικής Δηµοκρατίας, την παραχώρηση της Δαλµατίας, της Ίστριας και της περιοχής της Βενετίας στην Αυστρία και την παραχώρηση των Ιονίων Νήσων, της Πρέβεζας και της Πάργας -µέχρι τότε υπό ενετικό έλεγχο- στην Γαλλική κυριαρχία.
Πριν ακόµα υπογραφεί η Συνθήκη του Campo Formio, οι Γάλλοι έχουν καταλάβει τα Ιόνια Νησιά. Ο Ναπολέων διέταξε την κατάληψη χωρίς την άδεια του Διευθυντηρίου, εξηγώντας την ενέργειά του µε τη δήλωση ότι η κατοχή της Κέρκυρας, της Ζακύνθου και της Κεφαλλονιάς είναι σηµαντικότερη απ’ αυτή της Ιταλίας. «Αν είµαστε αναγκασµένοι να διαλέξουµε, πιστεύω ότι είναι καλλίτερα να αποδώσουµε την Ιταλία στους Αψβούργους και να κρατήσουµε τα τέσσερα Νησιά. Η Οθωµανική αυτοκρατορία πνέει τα λοίσθια, η κατοχή των νησιών θα µας δώσει την ευκαιρία ή να την στηρίξουµε όσο γίνεται περισσότερο ή να επωφεληθούµε».
Μετά την κατάληψη της Μάλτας και την επιχείρηση του Ναπολέοντα εναντίον της Αλεξάνδρειας και  της  Αιγύπτου (1798-1799),  η  Οθωµανική  αυτοκρατορία  εναρµονίζεται  στο  κλίµα  της αντιναπολεόντιας συνεννόησης µεταξύ Ρωσσίας και Αγγλίας.
Τον Αύγουστο του 1798, ρωσσοτουρκικές συµφωνίες επιτρέπουν στο ρώσσικο στόλο της Μαύρης Θάλασσας να καταπλεύσει στο Αιγαίο (στις αρχές του Σεπτεµβρίου) και να συναντηθεί µε τον τουρκικό προκειµένου να αντιµετωπίσουν την γαλλική επίθεση στην Αίγυπτο.

Η φυγή της Πάργας

Η   νίκη-υπό   τον Νέλσωνα- του αγγλικού στόλου εναντίον του γαλλικού επαναπροσδιορίζει τους στόχους του ρωσσοτουρκικού στόλου που κατευθύνεται στα υπό γαλλική κατοχή Επτάνησα. Από τον Οκτώβριο του 1798 -αρχής γενοµένης από τα Κύθηρα- µέχρι τις αρχές Μαρτίου του  1799 -οπότε  και πραγµατοποιήθηκε η κατάληψη της Κέρκυρας- το σύνολο των Ιονίων   νήσων   περνάνε   σε ρωσσοτουρκική  κατοχή µε  την ανοχή της Αγγλίας και µε τη συµφωνία να ιδρυθεί ανεξάρτητο κράτος.
Η   συµµετοχή   των Επτανησίων  κυρίως  στην επιχείρηση κατάληψης των Ιονίων είναι σηµαντική. Σε 58 υπολογίζονται οι Έλληνες αξιωµατικοί του Ναυτικού. Σ’ αυτούς περιλαµβάνονται 8 καπεταναίοι (πλοίαρχοι), 7 υποπλοίαρχοι και 17 αξιωµατικοί. Στην πλειοψηφία τους οι ανωτέρω ήταν Επτανήσιοι όπως προκύπτει από δηµοσιευθέντα ρωσσικά αρχεία. Επίσης οργανωµένη στήριξη, εκ των έσω, προσέφεραν εθελοντές επτανήσιοι κατά την κατάληψη των Νησιών από του Ρώσσους και τους Τούρκους.
Χαρακτηριστικότερη θεωρείται η περίπτωση των Κερκυραίων. Υπό την ηγεσία του Νικολάου Βούλγαρη, είχε οργανωθεί µια δύναµη 1.900 ανδρών αποκαλούµενη Truppa civica (Λαϊκός στρατός) κατά το µοντέλο της Βενετικής Cernide. Γνωστοί Έλληνες οπλαρχηγοί όπως ο Δράκος, ο Γρίβας, ο Μπουκουβάλας,  ο Κοντογιάννης και ο καπετάν Κύρκος συµµετείχαν και στην κατάληψη της Κέρκυρας. Αυτός ο τελευταίος, ο οποίος συµµετείχε και στην κατάληψη των Κυθήρων, τιµήθηκε ιδιαίτερα για το ρόλο του στην κατάληψη της Κέρκυρας.
21 Μαρτίου 1800: υπογράφεται η πρώτη συνθήκη αναγνώρισης ανεξάρτητου Νεοελληνικού Κράτους.
Στα 1800, υπογράφεται η συνθήκη της Κωνσταντινούπολης µεταξύ Ρωσσίας και Οθωµανικής αυτοκρατορίας. Η συνθήκη αναγνωρίζει τα Επτάνησα ως ελεύθερο ανεξάρτητο κράτος.
25 Μαρτίου 1802.  Με τη συνθήκη ειρήνης του Άµιενς µεταξύ Οθωµανικής αυτοκρατορίας και
Γαλλίας, οι Γάλλοι αναγνωρίζουν την επικυριαρχία της Οθωµανικής αυτοκρατορίας στην Αίγυπτο, την οποία είχαν αµφισβητήσει στα 1798-99, και αναγνωρίζουν την ανεξαρτησία της Επτανήσου όπως αυτή είχε συµφωνηθεί µεταξύ Ρωσσίας και Τουρκίας στα 1800.
Στα 1803, πέφτει το Σούλι. Οικογένειες οπλαρχηγών εγκαθίστανται κυρίως στη Κέρκυρα αλλά και στα υπόλοιπα Επτάνησα.
Το 1803, ο Νικόλαος Πάγκαλος βετεράνος των Ρωσσοτουρκικών πολέµων και πρώην αρχηγός των Ελληνικών Δυνάµεων της Οδησσού (1795-1796), διαπραγµατευόταν επίσηµα µε το Ρώσσικο Υπουργείο Εξωτερικών και το Υπουργείο Άµυνας τη δηµιουργία Ελληνικής Λεγεώνας στην Ελλάδα.
Παρά την προϊστορία του στο Ρώσσικο στρατό δεν του δόθηκε η αποκλειστική ευθύνη λόγω των απροκάλυπτων θέσεων του υπέρ της Ελληνικής ανεξαρτησίας. Ως προάγγελος της απόφασης να δηµιουργηθεί Ιόνιος στρατιωτική δύναµη, η Ρωσσική Κυβέρνηση ανασυστήνει την Ελληνική Λεγεώνα της  Οδησσού υπό τον Στάθη Κατσώνη (εξάδελφο του Λάµπρου) και στέλνει τον Πάγκαλο στα Ιόνια Νησιά µε ευθύνη την οργάνωση στρατιωτικής επτανησιακής δύναµης και την αντιµετώπιση της Γαλλικής επιρροής.
Το 1804 µε εντολή του Τσάρου Αλέξανδρου δηµιουργείται τριµελής επιτροπή που έχει ως αποστολή τον συντονισµό των στρατιωτικών επιχειρήσεων, την στρατιωτική εκπαίδευση του Ιονικού στρατεύµατος, τις επαφές µε Έλληνες και Αλβανούς και την ένταξή τους στη Ρώσσικη στρατιωτική Υπηρεσία.
Σ’ αυτήν την επιτροπή, µετέχει και ο στρατηγός Anrep, αρχηγός των Ρωσσικών δυνάµεων στα Ιόνια. Ο Γεώργιος Μοντσενίγος συνεργαζόµενος, βοηθούµενος από τον Ρώσσο επιτετραµµένο στην Κέρκυρα Λυµπεράκη Μπενάκη προχωρεί στην συνεργασία µε Μανιάτες, τους Χειµαριώτες και κυρίως Σουλιώτες µε τους οποίους συγκρότησε την Ελαφρά Ταξιαρχία  Τυφεκιοφόρων.
Τα Επτάνησα αποτέλεσαν από την εποχή των Ενετοτουρκικών πολέµων  καταφύγιο πολεµικών ελληνικών οικογενειών. Έτσι από το    1799    µέχρι  το    1807,  οι καταγεγραµµένοι οπλαρχηγοί στα Επτάνησα    αποτελούν    ό,τι καλύτερο έδωσε η ιστορία των κλεφτών και των αρµατολών.

Ο  Ναπολέων    µε  κάθε    µέσο ανοικτής και µυστικής διπλωµατίας αγωνίζεται να σπάσει τον άξονα Ρωσσίας-Τουρκίας    κυρίως παρουσιάζοντας  στην  Πύλη  την δράση των Ελλήνων ενόπλων και εµφανίζοντας την ως υποκινούµενη από την Ρωσσία.
Το 1805, η συντριπτική ήττα των Ρωσσοαυστριακών δυνάµεων στο Άουστεριτζ    οδηγεί    τους Αυστριακούς   στην   υπογραφή ξεχωριστής συνθήκης ειρήνης µε τους Γάλλους (Συνθήκη του Πρέσµπουργκ). Στην συνθήκη αυτή συµφωνείται ο έλεγχος της Αδριατικής, του Τυρόλου, της Δαλµατίας, της Ίστριας, της Βενετίας και των Ιονίων. Η ήττα στο Άουστεριτζ ώθησε επίσης την Οθωµανική αυτοκρατορία να εγκαταλείψει τη συµµαχία µε τη Ρωσσία και να αποδεχθεί την προσέγγιση του Ναπολέοντα, προσέγγιση που κατέληξε στην καθαίρεση των «Ρωσσόφιλων» ηγεµόνων της Μολδαβίας και της Βλαχίας, Κωνσταντίνου Υψηλάντη και Αλέξανδρου Μουρούζη. Η πράξη αυτή ήταν αντίθετη µε την συνθήκη του Άµιενς, του1802, η οποία προέβλεπε ότι η όποια αντικατάσταση των ηγεµόνων στις περιοχές αυτές θα προέκυπτε από κοινή συµφωνία.
Ως απάντηση, το Νοέµβριο του 1806, ο Ρώσσικος Στρατός καταλαµβάνει την Μολδοβλαχία. Ο Αγγλικός στόλος σταθµεύει στην Τένεδο και η Πύλη πιέζεται ανεπιτυχώς να προχωρήσει ξανά σε ρωσσοαγγλική αντι-Ναπολεόντεια συµµαχία και τελικά επιλέγει τη συµµαχία µε τον Ναπολέοντα. Οι Ρώσσοι καταλαµβάνουν την Πάργα.
Στην Κέρκυρα, ο Κολοκοτρώνης συσκέπτεται  µε τον Μοντσενίγο, τον Μπενάκη, τον Παπαδόπουλο και µε Ρώσσους αξιωµατικούς για την από κοινού µε τους Άγγλους συµµετοχή των Ελληνικών δυνάµεων είτε στην απελευθέρωση της Πελοποννήσου (πρόταση Κολοκοτρώνη)   είτε στη κατάληψη της Πόλης (πρόταση Μπενάκη).
Ενώ ο Σουλτάνος κηρύσσει τον Πόλεµο στην Ρωσσία, ο Αλή Πασάς, υπό την επιρροή του Φρανσουά Πουσκεβίλ, πρεσβευτή της Γαλλίας στα Ιωάννινα και παρά τις προσπάθειες των Ρώσσων και των Άγγλων να τον κερδίσουν, προσχωρεί στη γαλλική πλευρά, ταυτιζόµενος µε τον Σουλτάνο.
Ετοιµάζεται για επίθεση στα Ιόνια, τα οποία από καιρό αποτελούν στόχο του και εναντίον των οποίων είχε στραφεί και το 1798-1799.
Το γεγονός της αξιοποίησης των Επτανήσων ως καταφυγίου των αρµατολών και των Κλεφτών αποτέλεσε µόνιµη αιτία και αφορµή προστριβών µεταξύ Ιονίων και Αλή Πασά και γι’αυτό κάθε φορά που το επέτρεπαν οι διεθνείς συγκυρίες προσπαθούσε να αδράξει την ευκαιρία.
Η κήρυξη του πολέµου στην Ρωσσία από την Οθωµανική αυτοκρατορία αναγκάζει την Ιόνιο Πολιτεία να εγκαταλείψει την «ουδετερότητα» της και στη συνέχεια να κηρύξει πόλεµο εναντίον των Γάλλων και των Οθωµανών στις 17 Ιουνίου 1807.
Βέβαια, πριν απ’ την κήρυξη του πολέµου, ο µεν Αλής ετοίµαζε την επίθεση του στη Λευκάδα, την Πάργα, την Πρέβεζα και τη Βόνιτσα ενώ απ’ την πλευρά τους οι Επτανήσιοι ετοίµαζαν την άµυνα τους γενικότερα και ιδιαίτερα της Λευκάδας µέσα απ’ την ενεργό στήριξη των Ρώσσων. Παράλληλα, ο Αλή Πασάς µε την ενεργό στήριξη των Γάλλων ετοιµάζει την δική του επίθεση.
Στη συγκεκριµένη ιστορική στιγµή, η Ρώσσικη στρατιωτική και πολιτική παρουσία στην Κέρκυρα και τα Επτάνησα είναι σηµαντική. Κατά τα τέλη του 1805 (N.C. Papas σελ.153), η Ρώσσικη στρατιωτική παρουσία στα Ιόνια έφτανε  τους 16.000 άνδρες. Ο στόλος περιελάµβανε 10 πλοία γραµµής, 5 φρεγάτες, 6 κορβέτες, 6 bricks και 12 κανονιοφόρα.
Στις ρώσσικες δυνάµεις είχαν επίσης ενταχθεί η Λεγεώνα των Σουλιωτών, που συγκροτείται µετά την πτώση του Σουλίου στην Κέρκυρα το 1803 (600 άτοµα), η λεγεώνα των Χειµµαριωτών που συγκροτείται επίσης στην Κέρκυρα στα 1805 (350 άτοµα), η Λεγεώνα των Ηπειρωτών στην Κεφαλλονιά, η Λεγεώνα των Πελοποννησίων (στη Ζάκυνθο), η οποία συγκροτείται µεταξύ των χρόνων 1804-1806 ως αποτέλεσµα συντονισµένων προσπαθειών των Τούρκων να απαλλαγούν από τις οικογένειες των Κλεφτών Καπεταναίων του Μοριά. Σε αυτή την Λεγεώνα συµµετείχε ότι καλύτερο ανέδειξε η Κλεφτουριά. Υπάρχουν επαρκείς κατάλογοι για την ηγεσία όλων αυτών των «Λεγεώνων».

Η άµυνα της Λευκάδας

Ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθασε στη Λευκάδα στα τέλη Μαΐου του 1807. Η αποστολή του Καποδίστρια κρίθηκε αναγκαία γιατί η διοίκηση και ο συντονισµός της άµυνας είχε παραλύσει απ’ την αδυναµία συνεργασίας και συνεννόησης µεταξύ του Ρώσσου Στρατηγού Stadter και του τοπικού κυβερνήτη απ’ την πλευρά της Ιονίου Πολιτείας, Στυλιανού Βλασσόπουλου.
Η ανάθεση της αποστολής προέκυψε µετά από κοινή απόφαση του Μοντσενίγου και της Ιονίου Πολιτείας στην οποία συµµετείχε και ο ίδιος ο Καποδίστριας ως Υπουργός Εξωτερικών και ως Υπουργός αρµόδιος για το στόλο και το εµπόριο.
Με την άφιξή του, ο Ι. Καποδίστριας αντικατέστησε τον Ρώσσο στρατηγό µε τον καταξιωµένο Έλληνα στρατηγό στη Ρώσσικη Υπηρεσία Παπαδόπουλο, ο οποίος ανέλαβε την διοίκηση τόσο των Ρώσσων στρατιωτικών της άµυνας, όσο και των πολλαπλάσιων σε αριθµό Ελλήνων τακτικών εθελοντών και των οργανωµένων οµάδων αρµατολών. Μετέθεσε επίσης τον Βλασσόπουλο.
Τα βασικά µέτρα που πήρε ο Ι. Καποδίστριας είναι τα εξής:
-Δηµιούργησε ένα µικρό εθελοντικό στόλο υπεύθυνο για την άµυνα της Λευκάδας, την από θαλάσσης επίθεση στα παράλια αλλά και για την επικοινωνία µεταξύ των Νησιών. Στη δύναµη αυτού του στόλου εντάχθηκαν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης (που αρµάτωσε την αρµάδα του µε ελληνικά χρήµατα) και οι Επτανήσιοι Ιωάννης Σβορώνος, Σπυρίδων Καλλιγάς, Νικόλαος Ποταµιάνος, Τιµόθεος Βουτσινάς, Ιωάννης Κούπας και Διονύσιος Κουντουρές.
– Οργάνωσε και συντόνισε τακτικές επιθέσεις πεζών στα απέναντι παράλια ώστε να καταπονούν τις αντίπαλες δυνάµεις. Σ’αυτές τις επιθέσεις συµµετείχαν ελληνικές ειδικές δυνάµεις όπως η Ακαρνανική Μπριγκάτα και οι Μακεδόνες µαχητές.
– Επίσης ο Ιωάννης Καποδίστριας συντόνιζε τις οµάδες του Γιάννη Βαρνακιώτη και των Μπουκουβαλαίων, οι οποίοι έκαναν τις επιθέσεις τους από τα νησάκια Κάλαµο και Μεγανήσι.

Η Οχύρωση

Με εθελοντές και τεχνικούς που συνόδευαν τον Ι. Καποδίστρια από την Κέρκυρα που συνέρρευσαν από τα υπόλοιπα νησιά και την καθολική κινητοποίηση των κατοίκων της Λευκάδας:
– οικοδοµήθηκαν δύο οχυρώµατα µε το όνοµα Αλέξανδρος και Κωνσταντίνος
– Επισκευάσθηκε το Φρούριο του νησιού
– Προστέθηκαν προµαχώνες στο Φρούριο
– Κατασκευάστηκε στρατόπεδο «περιταφρωθέν» µε πασσάλους από τα δάση των νησιών.

Όπως τεκµηριώνει ο Χιώτης, η δηµιουργία της 2 µιλίων µήκους τάφρου που χώρισε οριστικά την Λευκάδα από την Ηπειρωτική Ελλάδα αποτέλεσε ένα υπόδειγµα παλλαϊκής   Άµυνας πατριωτικού ενθουσιασµού και αυτοθυσίας.
Οκτακισίους εργάτες πρόσφερε η Ζάκυνθος, 180 κυπαρίσσια και άφθονα πλέγµατα. Τριακόσιους εργάτες και 6.000 πασσάλους η Κεφαλονιά. Αγρότες, αστοί, γυναίκες, παιδιά, αψηφώντας τα εχθρικά πυρά έσκαβαν µέρα-νύκτα  αµισθί, για τα οχυρωθεί η τάφρος.

Οι επιτιθέµενοι:
Μία δύναµη 5.000 πεζών και 6.000 Αλβανών ιππέων, 18 µεγάλα κανόνια µεταφερµένα από Ναύπακτο. 50 Γάλλοι τεχνικοί και 30 πυροβολητές αποσταλέντες ειδικά από τον αδελφό του Ναπολέοντα, Ιωσήφ Β’.
Αρχηγός της εκστρατείας, ο Βελής Πασάς, γιος του Αλή, ο οποίος αφού κατέλαβε την Πρέβεζα και Βόνιτσα και τις άφησε στην λεηλασία των ορδών του, στρατοπέδευσε στην περιοχή «5 πηγάδια».
Δηµιούργησε οχυρωµατικά έργα και επεχείρησε την κατάληψη από τα δύο νέο-ανεγερθέντα οχυρά Αλέξανδρος και Κωνσταντίνος. Οι επιθέσεις αιµατηρότατες αλλά άκαρπες και µία ρωσσοελληνική αντεπίθεση λόγω έλλειψης συνεννόησης δεν κατέλαβε την τελευταία στιγµή το οχυρό των Αλβανικών δυνάµεων.

Οι αµυνόµενοι :
Η αρχική µικρή στρατιωτική δύναµη του νησιού αποτελούµενη από 250 Ρώσσους  και µια οµάδα
80 ατόµων της εθνικής φρουράς. Η υπό του στρατηγού Stadter Ρώσσικη Ναυτική Μοίρα, που ελλιµενιζόταν στη Ζάκυνθο, η οποία ήλθε ενισχυµένη από το τµήµα της εθνικής φρουράς της Ιονίου Πολιτείας. Επίσης, από τα σώµατα των Καπεταναίων και των Ελλήνων ατάκτων η ελληνική δύναµη υπολογίζεται σε 3.000 άντρες.

Ποια σηµαντικά πρόσωπα βρίσκονταν στην Λευκάδα µε τον Ι. Καποδίστρια:
Ο Περραιβός, συνεργάτης και σύντροφος του Ρήγα Φεραίου. Ο Περραιβός βρισκόταν από το 1803
στην Κέρκυρα όπου εργάστηκε ως δάσκαλος σε σχολείο δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα λειτουργούσε ως σύνδεσµος µεταξύ οπλαρχηγών της Ηπείρου, της Στερεάς, του Μοντσενίγου και του Καποδίστρια. Ο Περραιβός ανέλαβε µε τον βαθµό του Major (µε Ρωσσική έγκριση) να συγκροτήσει στην Κέρκυρα δικό του στρατιωτικό σώµα 400 ανδρών που περιορίστηκε σε 250 µε τον τίτλο Ειδικές Ελληνικές Δυνάµεις. Αξιωµατικοί στο Σώµα του Περραιβού υπήρξαν οι καπεταναίοι Αθανάσιος Αβατσιώτης, Κώστας Χορµόβας, Σπυρίδων Βαράχας και Νικόλας Τζαβέλας γιος του Φώτη Τζαβέλα. Το Σώµα αποβιβάστηκε στη Λευκάδα τον Απρίλιο του 1807.
Ο  Μητροπολίτης  Ιγνάτιος   (µετέπειτα  Ουγγροβλαχίας) επίσης φυγάς  στην  Κέρκυρα, αποβιβάσθηκε στην Λευκάδα µ’ ένα Σώµα περίπου 400 ανδρών, µεταξύ των οποίων οι Καπεταναίοι Κ. Στράτος, Γ. Στράτος, Κ. Πουλής, οι αδελφοί Μπουκουβάλα και ο Δηµήτρης Καραίσκος.
Το 2ο µέτωπο: Λόγω της έκτασης που έχει ήδη λάβει το κείµενο κρίνεται αναγκαίο να αναβάλουµε για το επόµενο τεύχος τη σηµαντικότατη αναφορά στο 2ο µέτωπο που οργανώθηκε στο µετόπισθεν του Αλή σ’ ολόκληρη την έκταση από τον Όλυµπο την Θεσσαλία, την Μακεδονία, τη Σερβία και τις Παραδουνάβιες ηγεµονίες καθοδηγούµενο από την Κέρκυρα και την Λευκάδα.

Τα επινίκια και ο Όρκος για την επανάσταση

Η ολοκλήρωση της οχύρωσης της Λευκάδας καθιστούσε το νησί απόρθητο. Παράλληλα υπήρξε και η από θάλασσα ενίσχυση της άµυνας από δυνάµεις της Ρώσσικης Ναυτικής Μοίρας των Ελληνικών Ιονικών Ναυτικών δυνάµεων, Κολοκοτρώνης κ.λπ. Το αντάρτικο φθοράς στις δυνάµεις του Αλή και το δεύτερο Μέτωπο παρέλυσαν τους επιτιθέµενους Αλβανούς και Γάλλους του Αλή.
Στις 30 Ιουνίου 1807, ο Ι. Καποδίστριας µε τους προεστούς του επαναστατηµένου γένους, τον Περραιβό και τον Ιγνάτιο, µε τους Καπεταναίους της Θάλασσας και της Πιερίας και µε τους Ρώσσσους αξιωµατικούς, ελληνικής καταγωγής, συγκεντρώθηκαν στο Μαγεµένο της Λευκάδας να γιορτάσουν.
Μια γιορτή που άρχισε µε Οµηρικού τύπου περιγραφές των µαχών για να συνεχιστεί µε µουσική, τραγούδι και χορό και να ολοκληρωθεί µε τον όρκο για την Εθνική Επανάσταση. Στην ιστορικής σηµασίας αυτή γιορτή συµµετείχαν και 250 παλικάρια, απ’ αυτούς που αποτελούσαν το αντάρτικο φθοράς στις δυνάµεις του Αλή. Αφού έσπασαν όλες τις γραµµές των Αλβανών αποβιβάστηκαν στην Λευκάδα για να πάρουν µέρος στη γιορτή της Εθνικής Αναγέννησης. Αρχηγοί τους ήταν ο Κατσαντώνης και ο Μπότσαρης.

Η φυγή της Πάργας

Βιβλιογραφία για το Κεφάλαιο «Τα επινίκια και ο Όρκος για την επανάσταση»
N. C. Papas σελ.244
Π. Βοβολίνης, Α. Βαλαωρίτης Άπαντα σελ.559:Αθήνα 1971
Α. Βαλαωρίτης, Αθανάσιος Διάκος, σελ.204-209
Ι. Χιώτης, Σειρά ιστορικών Αποµνηµονευµάτων τόµος 3ος σελ. 874

Ὀδυσσέας

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Ἀπαντῆστε

Ἡ ἠλεκτρονική σας διεύθυνση δὲν θὰ δημοσιευθεῖ. Τὰ ὑποχρεωτικὰ πεδία σημειώνονται μὲ *