Τὸ γιοφύρι τοῦ Μανώλη…


     Ἡ Τσοῦκα, οἰκισμὸς τοῦ Παλιοκάτουνου, (Δῆμος Φραγκίστας, Εὐρυτανία) φαντάζει ἀσήμαντη στὸ πέρασμα τοῦ ματιοῦ ἀπὸ χάρτη τῆς περιοχῆς, ἔχει ὅμως νὰ ἐπιδείξῃ πολλά. Πρῶτο τὸ Κὰστρο της, στὸ ἐπάνω χωριό, μὲ περίμετρο περίπου τὰ 500 μέτρα, ἕνα ἀνεξερεύνητο κάστρο ποὺ σὲ πιάνει δέος στὸ ἀντίκρυσμά του. Ἐπάνω στὸ παλαιό, κτίσθηκε μετέπειτα ἄλλο, ποὺ τὰ σημάδια του εἶναι ἔντονα κι αὐτά. Συνέχεια

Ἡ ἄμυνα τῆς Λευκάδος.

Μία οὐδόλως γνωστὴ πτυχὴ τῆς ἱστορίας μας, ποὺ συνέβῃ λίγα χρόνια πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς ἐπαναστάσεως, ἦτο ἡ ἐπίθεσις ποὺ ἐδέχθῃ ἡ Λευκάδα ἀπὸ τὸν Ἀλῆ πασσᾶ, τὸν Μάϊο τοῦ 1807.
Μεταξὺ τῶν πολλῶν περιοχῶν ποὺ ὁ Ἀλῆ πασσᾶς προσπάθησε νὰ προσαρτήσῃ στὸ μεγάλο του βασίλειον, ἦταν καὶ τὰ Ἑπτάνησα. Ἄλλως τε οἱ κατ’ ἐξακολούθησιν ἐπιθέσεις του στὴν Πρέβεζα καὶ στὴν Πάργα ἀποδεικνύουν πὼς ὀνειρεύετο ἕνα μεγάλο βασίλειο, ἱκανὸ νὰ ἀνατρέψῃ καὶ τὸν ἴδιον τὸν σουλτάνο, μὲ Συνέχεια

Τὸ πήδημα τῆς καπετάνισσας…

φωτογραφία

Ὁ Νίκηζας Μπότσαρης, κατεβαίνοντας ἀπὸ τὰ Θοδώριανα, προηπάντησε τὰ λείψανα τοῦ Ζαλόγγου. Ὅλη ἡ φάρα τῶν Μποτσαραίων ἦταν ἀνήσυχη γιὰ τὴν τύχη της. Ὁ ὁπλαρχηγὸς Κώστας Πουλῆς, ποὺ τοὺς ἔταζε πὼς θὰ εὕρισκαν κάθε βοήθεια καὶ πὼς θὰ μποροῦσαν νὰ φτιάσουν καινούργιο Σούλι κατὰ τὰ μέρη τῶν Ἀγράφων, ὄχι μόνον εἶχε χαθῆ τώρα, μά, ὅπως θὰ ἰδοῦμε, κρυφὰ ἑτοίμαζε σῶμα στὰ Γιάννενα, μαζὺ μὲ ἄλλα ὄργανα τοῦ Ἀλῆ, νὰ ἔβγῃ νὰ τοὺς κτυπήσῃ. Ὁ Μάρκος Μπότσαρης, παιδὶ τότε, ὅπως εἴδαμε, εἶχε ὁρκισθῆ νὰ τιμωρήσῃ αὐτὴν τὴν ἀτιμία, βγάζοντας τρίχα τρίχα τὸ μουστάκι τοῦ Πουλῆ. Καὶ κράτησε τὸν λόγο του. Τοῦ ‘καμε, ὅταν μεγάλωσε, μία δημόσια προσβολὴ τόσο βαρειά, ποὺ ὁ Πουλὴς δὲν μπόρεσε νὰ ζήσῃ. Πέθανε ἀπὸ τὸ κακό του. Ὁ τάφος του βρίσκεται στὴν αὐλὴ τοῦ μοναστηριοῦ τῶν Μηλατῶν. 

Συνέχεια

Κατσαντώνης καὶ Χασιώτης

Όταν διάβασα για την ζωή και ειδικώς για τον θάνατο του Κατσαντώνη,το 1809 από τον Αλή Πασά, δεν μπόρεσα παρά να κάνω αυτές τις σκέψεις..

Συνέχεια

Ὁ θάνατος εἶναι γιὰ ὅλους… Ἡ Ζωὴ γιὰ λίγους….

Εἶχα τόσα πολλὰ νὰ γράψω γιὰ αὐτὸν τὸν τίτλο…

Μὰ τόσα πολλά…

Θὰ περιορισθῶ ὅμως μόνον στὰ ὅσα ἡ περίστασις ἐπιβάλλει… 

Στὰ ὅσα οἱ ἡμέρες ἐπιτάσσουν… 

Ἔτσι κι ἀλλοιῶς, ἡ πορεία εἶναι πάντα ἀτομική..

Δίχως διασταυρώσεις..

Ἐὰν ὅμως συμβοῦν κι αὐτές, τότε συζητᾶμε μόνον γιὰ Εὐτυχία…  

Ο Κόσμος γύρω μας – Ο Θάνατος είναι για όλους … η Ζωή για Λίγους…

“Ἔστι δ’ ὄπη νῦν ἔστι. Τελεῖται δ’ ές τό πεπρωμένον.”

(Τώρα ό,τι γίνεται, γίνεται. Στο τέλος ό,τι είναι πεπρωμένο να γίνει, θα γίνει)

Αίσχύλος, Άγαμέμνων στίχοι 67 – 68

ΤΡΑΓΩΔΙΑ…

Οι Κλασσικοί Έλληνες Φιλόσοφοι, κυρίως οι Δραματουργοί, γνώριζαν την Αλήθεια…

Από το Σκοτάδι ερχόμαστε και στο Σκοτάδι θα καταλήξουμε … με μια σύντομη αναλαμπή Φωτός που λέγεται ΖΩΗ.

Και; Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αράξουμε σε μια γωνιά και να κλαίμε τη μοίρα μας;

Ίσως … κάποιοι το κάνουν. Είναι ο δικός τους τρόπος και δεν είναι σωστό να κατακρίνεις κάποιον γιατί έχει τον δικό του, προσωπικό τρόπο σκέψης.

Κάποιοι άλλοι προτιμούν να κάνουν κάτι άλλο… Γνωρίζοντας τη ματαιότητα του κόσμου τούτου … ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ.

Γράφουν, ζωγραφίζουν, επιχειρούν, παίζουν μουσική, δεν αφήνουν λεπτό να περάσει χωρίς να αφήσουν το προσωπικό τους στίγμα στον Χώρο και τον Χρόνο, έννοιες αυθαίρετες βέβαια, ρουφώντας κάθε σταγόνα από το γλυκόπικρο πιοτό σε εύθραυστο ποτήρι που κεράστηκε στον Άνθρωπο και λέγεται ΖΩΗ.

ΞΕΡΟΥΝ ότι δεν πρόκειται να αλλάξουν τον Κόσμο. ΞΕΡΟΥΝ όμως και ότι οφείλουν να προσπαθήσουν.

Ήρωας δεν είναι αυτός που δέχεται στωικά αυτό που του πλασάρει το Σύστημα σαν “Πραγματικότητα”. Ήρωας είναι αυτός που γνωρίζει ότι δε μπορεί να αλλάξει το Σύστημα, αλλά σε ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΗ ΣΤΙΓΜΗ ΣΤΟΝ ΧΡΟΝΟ, ΜΕ ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΗ ΠΡΑΞΗ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ μπορεί να Το ταράξει συθέμελα…

Και μετά να φύγει … με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο αγαθής φιλαρέσκειας, που να λέει σαρδόνια, “λυκίσια”:

“Εεεεε κυρ Σύστημα… Νόμισες ότι μπορείς να με ισοπεδώσεις αμαχητί… Σαφώς και θα κερδίσεις “Μεγάλε”… στο δικό σου γήπεδο παίζουμε, με δικούς σου κανόνες. Αλλά πριν “φύγω” θα σε ταράξω συθέμελα… έτσι για να με θυμάσαι!!!”

Ένας μεγάλος, και παρεξηγημένος, φιλόσοφος του 20ου αιώνα, ο Δημήτρης Λιαντίνης είχε γράψει στη Γκέμμα:

“Έλληνας θα ειπεί όσο ζεις, να δοξάζεις με τους γείτονες τον ήλιο και τον άνθρωπο. Και να παλεύεις με τους συντρόφους τη γη και τη θάλασσα. Και σαν πεθάνεις, να μαζεύουνται οι φίλοι γύρω από τη μνήμη σου, να πίνουνε παλιό κρασί, και να σε τραγουδάνε”.

Κάποιος άλλος, άσημος ακόμα νέος φιλόσοφος έγραψε κάτι εξίσου σημαντικό, όταν ξεκίνησε να γράφει, ή μάλλον να “Ονειρεύεται”:

“Όλοι κάποια μέρα θα πεθάνουμε. Πόσοι από εμάς άραγε μπροστά στον Μεγάλο Πυλάρχη μπορούμε να καυχηθούμε ότι ζήσαμε ΑΛΗΘΙΝΑ;”

© 2011 Νικόλαος Σ. Παναγοδημητρόπουλος

Ἔχω ὅμως μίαν μικρὰ ἀντιῤῤησούλα.. Τόση δά…

Πράγματι ὁ Ἥρως εἶναι ἔως τώρα ἔτσι, ὅπως ἀκριβῶς τὸν περιγράφει ὁ Νικόλας…

Σὰν νὰ λέῃ:

«Ἔεεεεε κύριε Σύστημα, ἐνόμισες ὅ,τι μποροῦσες νά μέ ἰσοπεδώσῃς ἀμαχητί; Σαφῶς καὶ θὰ κερδίσῃς «Μεγάλε»… στὸ δικό σου γήπεδο παίζουμε, μὲ δικούς σου κανόνες… Ἀλλὰ πρὶν «φύγω» θὰ σὲ ταράξω συθέμελα.. Ἔτσι, γιὰ νὰ μὲ θυμᾶσαι…» 

Ἀλλὰ εἶναι ἔως τώρα..

Τώρα τελευταῖα ἔχω πιάσει νὰ διαβάζω  τὶς βιογραφίες τῶν ἡρώων μας. 

Ὁ Κατσαντώνης ἦταν μία μοναδικὴ μορφή, γιὰ τὴν ὁποίαν λίγα διδασκόμεθα…

Κι ὅμως…

Δίχως του ἡ Ῥούμελη καὶ ἡ Ἤπειρος δὲν θὰ  εἶχαν προετοιμασθεῖ γιὰ τὴν ἐπανάστασιν…

Ἴσως νὰ μὴν εἴχαμε οὔτε κἄν τὸν Καραϊσκάκη μας…

Ἴσως οὔτε κἄν τόσους καὶ τόσους ὁπλαρχηγοὺς ποὺ ἐδόμησαν τὸ 1821..

Ὁ ἴδιος ὅμως ἐφονεύθη μὲ φρικτὰ βασανιστήρια, στὰ χέρια τοῦ Ἀλῆ πασσᾶ. 

Χαμογελοῦσε καὶ τραγουδοῦσε ἐμπρὸς στὸν θάνατο, γνωρίζοντας πὼς ὄχι μόνον εἶχε ταράξει τὸ τότε σύστημα, ἀλλὰ οὐσιαστικῶς τοῦ εἶχε τοποθετήσει  μίαν ὡρολογιακὴ βόμβα στὰ θεμέλιά του. 

Διότι πέραν ἀπὸ τὴν ταραχή, ὁ Κατσαντώνης ἦταν σπόρος!

Σπόρος Ἐλευθερίας!

Τὸ δένδρο τῆς Ἐλευθερίας μας προσεπάθησε τότε νὰ καρπίσῃ, διότι ὁ σπόρος ἦταν πολὺ δυνατός…

Δὲν τὸ ἄφησαν..

Μὲ τερτίπια, κλαδέματα καὶ δηλητήρια τὸ ἐκράτησαν λιανό, μισακό, σχεδὸν ξερό…

Μὰ τώρα πιὰ φθάνουμε στὴν κρίσιμο Ὥρα…

Σὲ ἐκείνη τὴν εὐλογημένη ὥρα ποὺ ὁ κάθε Ἥρως θὰ εἶναι καὶ νικητής… Ὄχι ἀκόμη ἔνας ἀκόμη νεκρὸς μέσα στοὺς χιλιάδες ἄλλους… 

Καὶ τότε θὰ πῇ:

«Τὸ γήπεδον ἦταν δικό μου.. Μοῦ τὸ ἅρπαξες μὲ δόλο… Ἄλλαξες τοὺς κανόνες, τοὺς παῖκτες καὶ τὸν χῶρο του… Ἐπάλευσα, ὄχι γιὰ νὰ βγῶ νικητής, παρὰ μόνον νὰ νικήσω καὶ νὰ παύσω τὸ Ἄδικον ποὺ μοῦ ἐπέβαλες…  Ἔστᾦ καὶ στιγμιαίως…
Χιλιάδες χρόνια γεννοῦσε ἡ Γῆ μας σπόρους… Σὰν κι ἐμέναν… Μὰ  τοὺς ἀχρήστευες…
Τώρα ὅμως καρπίσαμε ὅλοι μαζύ…
Καὶ τόσους πολλοὺς Ἥρωες δὲν θὰ ἀντέξῃς νὰ τοὺς πολεμήσῃς…
Ἕναν ἕναν μᾶς ἐξηφάνιζες… Τώρα ὅμως σηκώθηκαν ἀκόμη καὶ οἱ νεκροί μας…
Κῦττα μας… Σὲ νικήσαμε! Καὶ τώρα πιὰ θὰ Ζήσουμε Ὅλοι μας!» 

Αὐτὸς εἶναι ὁ Νέος Ἥρως… Αὐτὸς ποὺ ἦλθε γιὰ νὰ νικήσῃ μέσα σὲ δικό του γήπεδον, κι ὄχι νὰ παίξῃ ὡς ἀνεπιθύμητος φιλοξενούμενος σὲ γήπεδον ἄλλου…

Καὶ θὰ νικήσῃ! Αὐτὴν τὴν φορὰ δὲν παίζει γιὰ νὰ παίξῃ μόνον… Παίζει γιὰ τὴν ἰδίαν τὴν Ζωὴ καὶ τὴν Ἐλευθερία! 

Υ.Γ. Καλημέρα μας.

Κατσαντώνης.

Ὁ προ-ἥρως. Ὁ διδάσκαλος τόσων καὶ τόσων ἀγωνιστῶν ποὺ ἔλαβαν μέρος στὴ ἐπανάστασι. Ὁ ἀπό τοὺς πολλούς λησμονημένος Κατσαντώνης. Ἕδρασε κυρίως στὰ Ἄγραφα. Κοντά του ἐμαθήτευσε ὁ Γεώργιος Καραϊσκάκης.

Ἀδέλφια του  ὁ Χασιώτης κι ὁ Λεπενιώτης, συμπολεμιστὲς καὶ σύντροφοι. Ἀκόμη καὶ στὸν θάνατο μαζὺ ἐπορεύθησαν μὲ τὸν Χασιώτη. Ἕναν ἀπὸ τοὺς φρικτοτέρους ποὺ ἐπεφύλαξε ὁ Ἀλῆ γιὰ τοὺς ἀγωνιστὲς τῆς Ἐλευθερίας. Ἐφονεύθη τὸ 1808, μέσα σὲ φρικτούς πόνους. Ὁ Ἀλῆ πασσᾶς διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν σπάζοντάς του τὰ κόκκαλα. Συνέχεια