Ἡ κατάρα

Κρυστάλλης

Κώστας Κρυστάλλης (1868 – 1894)

Ἀφιεροῦται τοῖς ἐξ Ἠπείρου ὀπαδοῖς τῆς ῥωμουνικῆς προπαγάνδας.
(Πιστὴ ἀντιγραφὴ ἀπὸ σπάνιον ἰδιοτικὸν ἀντίγραφον.) 

Η ΚΑΤΑΡΑ

Νἄχετε τὴν κατάρα της! Εἶναι βαρειὰ ἡ κατάρα
τῆς μάνας, εἶναι χαλασιά,εἶναι φωτιὰ καὶ λαύρα, Συνέχεια

Τὰ ρόδα τοῦ Ἡλιογάβαλου

Σοὔγραφε ροδοθάνατο ἡ τριμεροῦσα ἡ Μοῖρα!
πὲ τὸ στερνὸ τραγούδι σου, ἀγλύκαντη καρδιά,
κι ὅλο ἀνεβαίνει ἀκράτητα ἡ μυστικιὰ ἡ πλημμύρα,
ποὺ ἀφρίζει μὲ ροδόφυλλα καὶ πνίγει μ᾿ εὐωδιά. Συνέχεια

Ἡ Ἄνοιξις

Ἐδῶναι, ἐδῶναι, ἐπλάκωσε.
Γυναῖκες μαζωχτεῖτε.
Ὀμπρός, συναπαντῆστε τη
Ὀμπρὸς νὰν τὴ δεχτεῖτε.

Νά, νἄρχεται ἡ γλυκιὰ Ἄνοιξη
Λουλουδοστολισμένη, Συνέχεια

Ὁ κισσός

Ὁ μαῦρος κι ἄχαρος κισσός, τὸν πόνο του τρυγῶ
καὶ λέω καὶ μὲς στὰ στήθια μου ριζώνει
καὶ λέω κ᾿ εἶμαι τὸ χάλασμα τὸ ραγισμένο ἐγὼ
ποὺ ὁ μαῦρος κι ἄχαρος κισσὸς τὸ περιζώνει. Συνέχεια

Ἐπικίνδυνη Μοναξιά

Ὅταν τὶς νύχτες τριγυρνῶ στὴ μοναξιά μου,
ψάχνω μέσ᾿ σὲ χιλιάδες πρόσωπα νὰ βρῶ
ἐκεῖνο τὸ τρεμούλιασμα στὴν ἄκρη τοῦ ματιοῦ σου.

Ἂν ἔστω κι ἕνας μόνο ἀπηχοῦσε
κάτι ἀπ᾿ τὴ δική σου ὀμορφιά, Συνέχεια

Εἰς τοὺς ἐνδόξους πολεμιστὰς ἥρωας τοῦ 1940

Ἀντὶ στεφάνι δάφνινο, ἕνας συνάδελφός σας
γράφει δυὸ λόγια φτωχικὰ γιὰ τὸ μνημόσυνό σας.

Ἐσεῖς θυσιαστήκατε γιὰ τὴν γλυκιὰ πατρίδα,
εἴχατε πίστη στὸν Θεὸ καὶ στὴν καρδιὰ ἐλπίδα.

Σὰν λεοντάρια πέσατε μέσ᾿ στὴ σκληρὴ τὴ μάχη,
στὴν ἔνδοξη πατρίδα μας τὴν λευτεριά της νἄχει. Συνέχεια