Πῶς μπορεῖ ὁ Παρακείμενος νὰ ὁδηγήσῃ στήν σκιζοφρένεια; (ἀναδημοσίευσις)

Θά μποροῦσε ποτέ τό σχολεῖον νά γίνῃ μέσον δομήσεως μίας σχιζοφρενοῦς πολιτείας;

Ναί!! Δυστυχῶς ΝΑΙ!!!

Εἶναι πάρα πολλά τά παραδείγματα πού καθημερινῶς ὑποπίπτουν στήν ἀντίληψίν μας. Ποῦ ἡ ἀρχή καί ποῦ τό τέλος;

Σήμερα ἁπλῶς διαπιστώνουμε τά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς τακτικῆς σέ πάρα πολλούς τομείς. Μόνον πού γίνονται συνήθως γνωστά μετά τήν ἒξοδο τῶν παιδιῶν ἀπό τά δημόσια ἐκπαιδευτικά συστήματα!! Ἀπότέλεσμα; Κοινωνίες πού διαρκῶς φθίνουν σέ ἀξίες, λογική κάι στόχους. Μέ κατάληξιν; Ἀνθρώπους δίχως κρίσιν κι ἀντίληψιν!  Ποιός φταίει; Πολλοί καί οὐδείς.  Εἶναι ἓνα γαϊτανάκι εὐθυνῶν.  Ἀπό ποῦ ξεκινᾶ καί ποῦ καταλήγει;

Πρίν προβοῦμε στήν καταγραφή καί παρουσίασιν τοῦ θέματος, θά ἀπευθύνουμε ἓνα ἐρώτημα στούς διδασκάλους τού ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος καί τούς ἀκαδημαϊκούς. Αὐτούς πού, εἶτε μέ τήν ἀνοχή τους εἶτε μέ τήν ἂγνοιάν τους, ἐπέτρεψαν νά συμβαίνουν σήμερα τέτοιες καταστάσεις. Νὰ ἀναζητήσουμε τήν εὐθύνη τους; Φυσικά! Ποῦ ἦταν ὃταν ἐνεκρίθησαν τά βιβλία πού διδάσκονται σήμερα τά παιδιά μας; Ποῦ εἶναι οἱ ἀντιρρήσεις τους καί οἱ ἐπιστημονικές τους μελέτες γιά τά κακῶς κείμενα;  Ἒχουμε περισσότερες  ἀπαιτήσεις ἀπό αὐτούς ποὺ ἀναλαμβάνουν νά διδάξουν τά παιδιά μας καί νά τά «κάνουν» χρησίμους ἀνθρώπους!

Χρήσιμος ἂνθρωπος ὃμως εἶναι αὐτός πού δύναται νά σκεφθῇ καί νά παράξῃ ἒργον γιά τὸν ἐαυτόν του καί τήν κοινωνία του!! Κι ὂχι αὐτός πού, ἒστω κι ἐν ἀγνοῖᾳ του, συμμετέχει καί τελικῶς συναινεῖ σέ ἒνα πνευματικό ἒγκλημα. Πῶς λοιπόν κάποιος πού ἒχει λάβει μέρος σέ ἓνα πνευματικόν ἒγκλημα θά μπορέσῃ νά δημιουργήσῃ χρησίμους ἀνθρώπους;

Ξεκινῶντας τό   «ξεφλούδισμα», δέν γνωρίζουμε πού θά φθάσουμε. Στόχος δέν εἶναι νά στρέψουμε ἓνα μεγάλο ΚΑΤΗΓΟΡΩ κατά κάποιων ἀλλά νά καταδείξουμε τά κακῶς κείμενα καί νά βοηθήσουμε στήν διόρθωσίν τους, ὣς τε νά μήν ὑπάρξουν κι ἂλλα παιδιά-θύματα.

Τό θέμα:  ὁ Παρακείμενος καί ἡ χρονική του θέσις.

Μεταφέρω ἐκ τοῦ λεξικοῦ Δημητράκου, ἐκδόσεις Γιοβάννη,  Ἀθῆναι 1970, σελ. 1052

παρακείμενος=ὁ χρόνος τοῦ ῥήματος,  ὁ δηλών ὃτι τό ὑπό τοῦ ῥήματος σημαινόμενον εἶναι τετελεσμένον ἐν τῷ παρόντι.

Ἐν ὁλίγοις, ὁ Παρακείμενος ὡς χρόνος, δηλώνει κάτι πού ἒχει ΠΑΡΕΛΘΕΙ. Ἂλλως τε, συντάσσεται  μέ τό ῥῆμα ἒχω. Π.χ. ἒχω τρέξει, ἒχω φωνάξει, ἒχω κλείσει…..

Ποῦ θά μπορούσαμε νά ἐντάξουμε τόν Παρακείμενον ἀπό πλευρᾶς χρονικῆς τοποθετήσεως; Στό ἐδῶ καί τώρα (παρόν) ἢ στό: χθές, πρό ὁλίγου, πρό κάποιου χρόνου (παρελθόν) πού ἒχει ἢδη ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ;;;

Ἡ κοινή λογική (πού ἐντέχνως ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ πλέον) τόν ἐντάσσει στό ΠΑΡΕΛΘΟΝ!!!  ΕΧΩ ΚΑΝΕΙ ΚΑΤΙ! Ἀλλά τώρα δέν τό κάνω πιά. Ἒχω γράψει ἀλλά τώρα ΔΕΝ ΓΡΑΦΩ! Ἒχω φάει ἀλλά τώρα δέν ΤΡΩΓΩ! Ἒχω χορέψει ἀλλά τώρα ΔΕΝ χορεύω!

Φαντάζομαι πώς εἶναι κατανοητόν κάτι τέτοιο. Ἐὰν ἐρωτήσουμε ἓνα νήπιον γιά τήν χρονική τοποθέτησιν ἑνός γεγονότος πού ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ, τό νήπιον, τό ὁποῖον ζεῖ μακρᾶν τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος, θά ἀπαντήσῃ(ΛΟΓΙΚΑ) πώς κάτι ΕΤΕΛΕΙΩΣΕ, ΕΓΙΝΕ, ΠΑΡΗΛΘΕ !!!! Ἐάν ὃμως ἐρωτήσουμε ἓναν διδάσκαλο, ἢ ἓνα παιδί Δημοτικοῦ σχολείου,  θά μᾶς τοποθετήσῃ χρονικά τό γεγονός στό ΤΩΡΑ!!! Δήλα δῆ, θά ἰσχυριστῆ πώς ἀκόμη συντελεῖται τό γεγονός!!

Διά τοῦ λόγου τό ἀληθές:

(Βιβλίον μαθητοῦ: «τῆς γλώσσας ῥόδι καί ῥοδάνι», Ε’ Δημοτικοῦ, ΟΕΔΒ, σελίδα 9, α’ τεῦχος )

Σέ ἐρώτησιν πρός διδάσκαλον γιά τό ἐὰν συμφωνῇ μέ τήν κατάργησιν τῆς λογικῆς τοῦ Παρακειμένου, ἀπήντησε πώς φυσικά συμφωνεῖ!! Ἐφ’ ὃσον περιλαμβάνῃ τήν λέξιν “ἒχω” , ἡ ὁποία εἶναι Ἐνεστῶτος χρόνου, «μετακινεῖται» αὐτομάτως ὁ Παρακείμενος στό ΠΑΡΟΝ!!! Αὐτή ἦταν ἡ ἀπάντησις!!! (Διδάσκαλος;;;;;)  Ποιός τόν ἐδίδαξε αὐτόν τόν διδάσκαλο; Ποιός τοῦ ἀφήρεσε τήν λογική του; Ποιός τόν ἐφίμωσε;

Ἐμείς λοιπόν, οἱ πιστεύοντες πώς διαθέτομεν κοινήν λογικήν, ἰσχυριζόμεθα πώς ὁ Παρακείμενος ὀφείλει νά παραμένῃ παρελθοντικός χρόνος!

Τό (ἀ)Παιδαγωγικόν Ἰνστιτοῦτον καί οἱ διδάσκαλοι ὃμως τόν τοποθετοῦν στό παρόν!

Κι ἐρωτῶ:

1. Ὃταν μέ ὁποιονδήποτε τρόπο καταργεῖται ἡ ΛΟΓΙΚΗ (τῆς χρονικῆς τοποθετήσεως) αὐτομάτως δέν ὁδηγεῖται ἓνα παιδί στήν κατάργησι τῆς αὐτοεκτιμήσεώς του;  Πῶς ἓνα παιδί πού δυστυχῶς ΣΙΩΠΑ (λόγῳ ἡλικιακῆς ἀποστάσεως) στήν λήψι μίας τέτοιας πληροφορίας, θά μπορέσῃ νά ἐκφέρῃ ἀντίρρησι; Εἶναι σάν νά τοῦ διδάσκουμε τήν ἱστορία μέ τόν γάϊδαρο πού ἲπταται καί νά ἀπαιτοῦμε νά τήν πιστέψῃ! Πῶς θά μπορέσῃ αὐτό τό παιδί (μέ τήν ἐξαφανισμένη αὐτοεκτίμησι) νά ἐκφέρῃ λογικές ἐρωτήσεις στό μέλλον;

2. Θά μποροῦσε μία λανθασμένη γραμματική τοποθέτησις νά καταργήσῃ γενικότερα τήν δομή τῆς  σκέψεως ἑνός μαθητοῦ;  Εἶναι δυνατόν ἓνα παιδί νά δεχτῇ γιά παράδειγμα μίαν πληροφορία , πού πολύ πιθανόν νά εἶναι ὀρθή, νά καταφέρῃ νά τήν ἐπεξεργαστῇ καί νά τήν «καταχωρήσῃ»; Μέ τί ἱκανότητες; Δέν τοῦ ἒχει καταργηθεῖ ἢδη ἡ ἱκανότης τῆς ἐπεξεργασίας μέ τήν παροντική τοποθέτησιν τοῦ Παρακειμένου;

3. Θά μποροῦσε ὃλη αὐτή ἡ γραμματική «θεώρησις» νά συντελέσῃ στήν μερική ἢ πλήρη κατάργησιν τῆς ἐγκεφαλικῆς ΛΟΓΙΚΗΣ ἑνός παιδιοῦ; Εἶναι δυνατόν ἓνα παιδί πού τοῦ ἀναιρεῖς τήν λογική νά παραμείνῃ ἐνεργό σέ μίαν διδασκαλία; Ἢ μήπως ὁ κύριος στόχος τοῦ μαθήματος εἶναι ἡ ἀποστήθησις κι ὂχι ἡ μάθησις;

4. Πῶς ἓνα παιδί  θά καταφέρῃ νά ἀντιληφθῇ ἀργότερα ἒννοιες φυσικῆς καί μαθηματικῶν πού ἀπαιτοῦν λογικήν; Ὃταν μάλιστα οἱ συγκεκριμένες ἒννοιες ἀπαιτοῦν βαθυτάτην λογικήν δομήν; Πῶς θά ἐξηγήσῃ ἀργότερα ἓνας καθηγητής σέ ἓναν μαθητή τήν κίνησι τῶν σωμάτων καί θά ἀπαιτήσῃ νά χρησιμοποιήσῃ τήν λογικήν;  Μά λίγο ἐνωρίτερον ἓνας συνάδελφός του τήν κατήργησε!

5. Πῶς θά μπορέσῃ νά στήσῃ ἓνα χρονοδιάγραμμα γιά νά ἀντιληφθῇ ἱστορικά γεγονότα πού ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ;  (Ἢ μήπως ἐξακολουθοῦν;) Μήπως τελικῶς, ἐν γνώσει ἢ ἐν ἀγνοίᾳ τους, ὀδηγοῦν τά παιδιά στήν μή συνειδητοποίησιν τῆς Ἱστορίας; Μήπως γιά τέτοια «μικροπράγματα» σήμερα παρατηροῦμε τό τραγικότατον τῆς ἀνιστορικότητος τῶν νέων μας;

6. Τέλος, πῶς αὐτό τό παιδί θά καταφέρῃ νά παρακάμψῃ τήν δυσφορία πρός τό σχολεῖον  καί τόν διδάσκαλον,  ὃταν τό ἲδιο τό «σύστημα» (πού ἐκπροσωπεῖται μέσῳ τοῦ διδασκάλου)  καταργεῖ τόν τρόπον τῆς σκέψεώς του; Δέν εἶναι φυσικόν ἐπακόλουθον ἡ ἀπαξίωσις;

Τό θέμα εἶναι σοβαρότατον! Θά ἢθελα πράγματι νά ξέρω μέ τί κριτήρια ἐπελέγῃ μία τέτοια ἐκδοχή. Γιατί δέν διεμαρτυρήθη κάποιος; Γιατί δέν ἒχει ἀκουστεῖ μία ἀντίρρησις; Γιατί οἱ διδάσκαλοι ἀκύρωσαν τήν σκέψιν τους καί τήν κρίσιν τους; Σέ ποιούς νά ἐμπιστευθοῦμε τά παιδιά μας; Καί γιατί δέν ἒχουμε τό δικαίωμα τῆς ἀπομακρύνσεως τῶν παιδιῶν μας ἀπό αὐτό τό κουτί ποὺ κάποιοι, ἐντελῶς εἰρωνικά, ἐβάπτισαν σχολεῖον;

Φιλονόη

Ὃλο τό βιβλίον ἐδῶ.

Πρώτη δημοσίευσις στὶς 12 Δεκεμβρίου 2010

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

9 thoughts on “Πῶς μπορεῖ ὁ Παρακείμενος νὰ ὁδηγήσῃ στήν σκιζοφρένεια; (ἀναδημοσίευσις)

  1. Σωστὰ τὰ ἐρωτήματα Φιλονόη, ἀπευθύνονται ὅμως εἰς λάθος ἀνθρώπους. Εἶναι βλέπεις καὶ ἐκεῖνοι παρα-κείμενοι!

  2. Ἀς ἐξετάσομεν ὁλίγον τὸ ζήτημα ἀπὸ τὴν πλευρά τῆς ταπεινῆ μου λογικῆς.

    Ὁ παρακείμενος εἶναι δύσκολος χρόνος. Εἶναι χρόνος ἀνωτάτου φιλοσοφικοῦ επιπέδου, συγκριτικοῦ θὰ ἒλεγα, ἀφοῦ ἀναγκάζεται νὰ συγκρίνῃ τὸ χθὲς μὲ τὸ σήμερον, τὸ παρελθόν μὲ τὸ παρόν. Γιὰ νὰ εἶναι συνετελεσμένον κάτι ‘ς τὸ παρόν, πρέπει ἡ ἐνέργεια νἀ ἀνήκῃ στὸ παρελθόν ἀλλά ἡ παρατήρησὶς της ‘ς τὸ παρόν, ὃπου καὶ ἐπιβεβαιώνεται τὸ συνετελεσμένον τῆς υποθέσεως. Ὁρῶμεν μὲν παρελθόντι γιὰ παρατήρησιν, παρόντι δὲ πρὸς πεποιημένων ἐπιβεβαίωσιν. Θὰ χαρακτήριζα τὸν παρακείμενον ὡς ἐπιβεβαιωτικὸν ἢ διπλωματικόν χρόνον.

    Ὡς χρόνος νομίζω ὃτι εἶχε ἐκλείψει. Στὰ ποντιακά λ.χ. δὲν ὑπάρχει καθόλου καὶ ἀντ΄αὐτοῦ χρησιμοποιείται ὁ αόριστος. Χρησιμοποιῶ τὰ ποντιακά συχνάκις ὡς κριτήριον, γιατὶ εἶναι γιὰ ἐμένα ἡ βασιλίδα ἑλληνική διάλεκτος τῆς γλωσσικῆς οἰκονομίας.
    Ἐάν διετηρήθῃ ὁ παρακείμενος σὲ ἂλλην ἑλληνικήν γλωσσικήν μορφήν πλην ποντιακῆς, δὲν τὸ γνωρίζω.

    Ἡ παρακειμένου ἐξαφάνισις ἒχει νὰ κάνει κατὰ τὴν ἂποψὶν μου μ΄ ἓνα δομικόν πρόβλημαν. Ἐκφράζεται μὲ ἀναδιπλασιασμόν λ.χ. γέγραψα, ὁ ὁποῖος ὃμως ευρίσκεται σ’ ἀκουστικήν σύγκρουσιν μὲ τὸν ἀόριστον (‘έγραψα’), δεδομένου ὃτι τὰ σύμφωνα δὲν ἀκούγονται δυνατά, ‘ς τὰ ώτα τοῦ ἀκροατοῦ ἀκούγονται σχεδόν ὁμοίως καὶ οἱ δύο χρόνοι, ποὺ ‘ς το κάτω-κάτω εἶναι καὶ σχεδόν ταυτόσημοι, δεδομένου ὃτι καὶ ὁ ἀόριστος εἶναι κατὰ μίαν ἐννοίαν συντελεσμένος καὶ παρατηρεῖται ἀπό τὸ παρόν, ἀφοῦ πἀντα ὁ χρόνος ὁμιλίας εἶναι παροντικός πρὸν τὸν ὁμιλητήν.

    Τοιοῦται ὃμως μικραὶ ἀλλοιώσεις δεικνύουν ἡμῖν τὴν κατάπτωσιν τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης διὰ μέσου τῆς καταπτώσεως τοῦ χωροχρονικοῦ αἰσθητιρίου τῶν ἐκφραστῶν της, δηλαδή τῶν ὁμιλητῶν της. Ἡ ἀπώλεια τῶν αὐξήσεων, ἀναδιπλασιασμῶν, τῆς δοτικῆς, ἀπαρεμφάτων καὶ μετοχῶν, τῆς μέσης φωνῆς καὶ τοὺ δυικοῦ ἀριθμοῦ κλπ, ἀποδεικνύει ὃτι εἲμαστε Ἓλληνες μειωμένης ἀντιληπτικης ἰκανότητος.

    Ὧσπερ γαρ εἰ γράφων ποὺ δὲν ἐπῆρεν τὸ πτυχίον του θὰ ἦταν παρανοϊκός ἐάν ἐπιχειρηματολογοῦσε ἐναντίων τῶν πτυχίων τὲ τῆς γνώσεως, οὐτῳ καὶ ὁς ἀρχαῖων διδασκαλείας ἐναντιούται παράφρων ἐστί.

    Τὶ παρατηροῦμε μὲ τὴν σημερινόν δομήν τοῦ νεοελληνικοῦ παρακειμένου;
    ========================================================
    Ὃτι ἀποτελεῖται ἀπό δύο λέξεις. Μὶα παροντική καὶ μὶα παρελθοντική, ὃπως ὃλως τυχαίως καὶ ὁ Ἀγγλικὸς παρακείμενος ἒχει την ἰδίαν ἀκριβῶς δομήν.
    Εἶναι ὂντως σχιζοφρενής χρόνος διότι καὶ ἡ δομή του εἶναι ἀνακόλουθος.

    Τὸ παροντικόν ρῆμα «ἒχω» εἶναι ἐντελῶς ὃμοιον μὲ τὸ Ἀγγλικόν «I have» ἀλλά καὶ το γερμανικόν «ich habe» δὲν μᾶς δείχνει μόνον τὸν χρόνον ἀλλά καὶ τὸ πρόσωπον καὶ τὸν ἀριθμόν (ἒχω, ἒχεις, ἒχει, ἒχομεν…).
    Ἀπορῶ βεβαίως διὰ τὶ ἐπελέγην τὸ ρῆμα «ἒχω» καὶ ὂχι κάποιο ἂλλο (λ.χ. βράζω).

    Το δὲ δεύτερον ρῆμα τοῦ περιφραστικοῦ παρακειμένου, εἶναι οὐσίᾳ ἂκλιτον, κάτι ἀσυνήθιστο γιὰ τᾶ ἑλληνικά δεδομένα. π.χ. γράψει, βρέξει, χιονίσει κ.ἂ.
    Ἐπίσης βρίσκεται σὲ σύγκρουσιν μὲ τὸ τρίτον πρόσωπον τῆς ὑποτακτικῆς τοῦ ἐνεστῶτος.

    Ὂλα αὐτὰ ἂγουν τὸ ἠμιμαθές ‘ς τὸ συμπέρασμα ὂτι ὁ νεοελληνικός παρακείμενος ἢ εἶναι κατασκευασμένος (γιὰ νὰ ὁμοιάζει μὲ τοὺς βαρβαρικοὺς) ἢ εἶναι προϊόν συναντήσεως πολιτισμῶν καὶ γλωσσῶν, ὃπου πάντα ἐπικρατεῖ ἡ χαμηλοτέρου ἐπιπέδου μορφὴ, ἀφοῦ ὃπως λέει ἡ παροιμία: “σὰν κὶ ἐσένα δὲν μπορῶ νὰ γίνω, ἀλλά σὰν ἐμένα σὲ κάνω”.
    Δηλαδή αὐτός ὁ παρακείμενος δὲν εἶναι Ἑλληνικός, γιαύτο εἶναι καὶ ὑπερσχιζοφρενής.

    Ὁ μόνος τρόπος γιὰ νὰ ξαναρχίσουμε νὰ ὁμιλούμε ἐλληνικά εἶναι νὰ ἀντιστρέψουμε τὴν πορεία τοῦ ἐκφυλισμοῦ, ξεκινώντας ἀπό τὶς αὐξήσεις στοὺς παρελθοντικούς χρόνους. Εἶναι κατά τὴν γνὼμην μου τὸ πιο σημαντικόν κομμάτι τὸ νὰ μὴν κόβονται οἱ ἀρχές τῶν λέξεων, ὃσο καὶ ἐάν μᾶς ξενίζει πλέον νὰ λέμε λ.χ. “ἐνύχτωσεν” ἀντί “νύχτωσε”. Γιαυτό, καὶ ὂχι γιατί εἶμαι πόντιος, θεωρῶ τὴν ποντιακή ὡς τὴν τελευταῖαν ἐλπίδαν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης νὰ ξαναβρῇ τὴν ἁρμονίαν της.

    Ὁ ἐπανελληνισμός βεβαίως δὲν περνάει μόνον μέσα ἀπό τὰ κείμενα. Περνάει κυρίως μέσα ἀπό τὴν μουσικήν. Γιαυτὸ εἶναι ἀναγκαίον νὰ τραγουδηθοὺν τραγούδια ἀπό τὸν λαόν, μὲ σωστὴ Ἑλληνική δομή. Μόνον ἡ μουσική πλέον μπορεῖ νὰ μας σώσει καὶ μπορεῖ ἀκόμη καὶ τὴν δοτική νὰ ἐπαναφέρῃ. Ἓνας λαός δὲν εἶναι τὰ βιβλία του, αὐτὰ μπορεῖ κάποτε να καοῦν. Ὁ λαὸς καὶ ὁ πολιτισμός γενικότερα ξεκινάει καὶ τελειώνει μὲ τὴν μουσική. Δὲν ἧταν τρελοί οἱ Ἀθηναῖοι που δίδασκαν ἀνάγνωσιν μαζὶ μὲ μουσική.
    Γιαυτό λοιπόν ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος που διατρέχει ὁ Ἑλληνισμός δὲν εἶναι τὰ βιβλία γραμματικῆς, δὲν εἶναι οἱ πουλημένοι δημοσιοκάφροι οὖτε καὶ οἱ διεφθαρμένοι πολιτικοί, οὖτε κὰν τὸ ΔΝΤ. Τὀ μεγαλύτερο πρόβλημα ὃλων εἶναι ἡ ἀλλοίωσις τοῦ μουσικοῦ ἡμῶν αἰσθητηρίου καὶ μάλιστα ἀπό νηπιακή ἀκόμη ἡλικία. Καὶ ὁσον κι ἂν δὲν ἀρέσει σὲ πολλοὺς, ἡ ἐκκλησιαστική μας μουσική εἶναι ἡ μόνη μας ἀσπίδα, ἀφοῦ ὃλα τὰ ἂλλα φροντήσαμε νὰ τὰ διαλύσουμε.

    Τὰ ἒγραψα ὃλα μαζί ἂλλά ἒτσι πάνε, δὲν εἶναι μονοδιάστατο τὸ πρόβλημα.

    • Δὲν ξέρω ἐὰν συμφωνῶ μαζύ σου, διότι ἀφ’ ἑνὸς τὰ ποντιακά μου εἶναι πτωχά, λόγῳ μή σχέσεως τῆς μητρός μου μαζύ τους, κι ἀφ’ ἑτέρου, τὰ περὶ μουσικῆς, γιὰ νὰ παράξουν πολιτισμό, πρέπει νὰ προἐρχονται ἀπὸ πεπαιδευμένους. (Εἶδες κάτι μετοχές πού ἐπιμένουν;)
      Συνεπῶς, κατὰ πῶς ἔχουν διαμορφωθεῖ οἱ συνθῆκες, θὰ ἔλεγα πὼς μᾶλλον δὲν ἀναστρέφεται ἡ πορεία.

      • Οἱ ἐπιμένουσες μετοχές εἶναι καὶ αὐτες κατασκευασμένες ἢ κάλλιον, ἀνεστημἐνες. Σήμερον ὃμως τὰς κατανοούμεν μιά χαρά. Αύτό καὶ μόνον ἀποδεικνύει ὂτι πάντα εἶναι ἀναστρέψιμος μία πορεῖα.

        Οἰ δὲ Ἐγγλέζοι δὲν νομίζω ὂτι διδάσκονται τὴν ἀρχαιοτέραν τῆς ἡμετέρας ἑλληνικήν γιὰ ἀκαδημαϊκούς λόγους. Νὰ τὴν ὁμιλήσουν θέλουν, δηλαδή νὰ ἀναπτύξουν τὸ χωροχρονικόν των αίσθητήριον διὰ τῆς ἐκπαιδεύσεως τοῦ νοῦ μέσῳ τοῦ λόγου.

        Ἐάν ἀναμένομεν τοὺς πεπαιδευμένους νἀ ἒρθουν, ἐπέταξεν τὸ πουλίν.
        Λαϊκή θὰ εἶναι ἡ μουσική μὲ ἐνισχυμένον λεξιλόγιον. Οἱ πεπαιδευμένοι, κλεισμένοι ἐντός τῶν ἀκαδημαϊκῶν τῶν θώκων, θὰ σώσουν τὴν Ἐλληνικήν ὃπως ἒσωσαν τὴν ποντιακήν, μὲσα ἀπό συγγράμματα καὶ διαλέξεις πεπερασμένου ἀκροατηρίου. Οἱ πεπαιδευμένοι θὰ πνίξουν τὴν ἐλπίδα μέσα σὲ ἓνα κουτί.
        Φοβού τους πεπαιδευμένους και γνώσιν φέροντες. 🙂

        Για να το κάνω πιο απλό. Δεν είναι ανάγκη να γίνουν όλα με την μία. Η σπίθα χρειάζεται. Δύο τομείς: Ο στιχουργικός. Πάνω σε γνωστούς Ελληνικούς μουσικούς τρόπους, απλώς μπαίνει στίχος πλουσιότερος ως προς τα γλωσσικά. Δεν είπα δηλαδή να ξαναβρούμε την μουσική του Ομήρου. Εάν λ.χ. όμως έλεγε το τραγούδι “Συννεφιασμένη Κυριακή, ομοιάζεις την καρδίαν μου”. (πρόχειρη έμπνευση) τότε θα τραγουδούσε ο λαός ομοιάζω και όχι μοιάζω*, καρδίαν και όχι καρδιά, και αυτό σιγά σιγά θα περνούσε στην καθημερινότητα.
        Συνεπώς χρειαζόμαστε εμπνευσμένο στίχο που να αγγίζει τα λαϊκά στρώματα. Αυτό εννοώ και όχι να προσπαθήσουμε να αναστήσουμε την αρχαία μουσική.

        Εσένα ή κάποιον άλλον αυτό βεβαίως σου φαίνεται αστείον, εμένα όμως καθόλου διότι το ομοιάζω και την καρδία τα έχω τραγωδίσει στα ποντιακά. Είναι επομένως ζήτημα εξοικειώσεως. Και την έχουμε ακόμη την εξοικείωση δεδομένου ότι ακόμη την έχουμε την εκκλησιαστική μουσική κοντά μας και είναι αυτή που έδωσε στοιχεία και στο ρεμπέτικο και το λαϊκό αλλά και την δημοτική μας παράδοση, και η οποία βυζαντινή μουσική έχει πολλά αρχαιοελληνικά στοιχεία.
        Συνεπώς την μαγιά την έχουμε. Αρκεί να μην την χάσουμε.
        Δεν χρειαζόμαστε επομένως πεπαιδευμένους. Παλμό χρειαζόμαστε και αποβαρβαρισμό για να μην νοιώθουμε υποδεέστεροι των δυτικών. Και κυρίως να μην χάσουμε τους ρυθμούς μας που δεν είναι μόνον 4/4 αλλά και οι επτάσημοι και οι εννεάσημοι (9/8) και πεντάσημοι και άλλοι σύνθετοι ρυθμοί.
        Γενικότερα ο πολιτισμός μας είναι ΑΠΙΣΤΕΥΤΟΣ αλλά έχουμε βαλθεί να τον εξοντώσουμε.

        * άκου εκεί μοιάζω ! Αυτό διαβάζεται μνιάζω. Βλέπεις τι κάνει ένα ‘ο’ μπροστά; Αλλάζει όλην την προσωδία αλλά και την ψυχοσύνθεση. μας κάνει πιο βιαστικούς. Είναι άλλο να λες ομμάτια (ομμάτϊα) κι άλλο να λες μάτια (μάτχια). Δεν μπορείς να οξύνεις τον τόνο στην δεύτερη περίπτωσιν. Απλοί μηχανισμοί είναι και οι διαφορές πολύ λεπτές.
        Γενικότερα στους καταχρηστικούς διφθόγγους η νεοελληνική τα έχει κάνει σαλάτα.

Leave a Reply