Ἡ Φύσις ἐκτίσθη γιὰ τοὺς κυνηγοὺς τῶν ὀνείρων.

 Καὶ μόνον ὅσοι ἀτενίζουν τὸ μέλλον μὲ βεβαιότητα, κι ὄχι μὲ ἐλπίδα, μὲ βαθειὰ ἐσωτερικὴ ἀσφάλεια, μὲ πίστι καὶ προσμονή, μποροῦν νὰ γνωρίζουν πὼς ἐγεννήθησαν νικητές. Διότι ἡ ἐλπὶς τσακίζει… Σκοτώνει…

Ἄλλως τέ, μέσα στὸ κουτὶ τῆς Πανδώρας, ὅταν ὅλα τὰ καλὰ ἔφυγαν, παρέμειναν τὰ κακά…
Κι ἀπὸ τὴν ἄλλην, μόνον αὐτοὶ ποὺ εἶναι βέβαιοι ἔχουν τὴν τύχη μὲ τὸ μέρος τους. Ἡ τύχη βοηθᾶ τοὺς τολμηρούς…  Ὄχι αὐτοὺς ποὺ κρεμοῦν τὶς ἐλπίδες τους σὲ κάθε τί… Ἀκόμη καὶ στὴν τύχη.

Συνέχεια

Ἐὰν οἱ ἄνθρωποι σὲ ἀγαποῦν μόνον ὅταν ἀνταποκρίνεσαι στὶς προσδοκίες τους…

Ἐγὼ εἶμαι ἐγώ…
Ἐδῶ ἦλθα μόνον γιὰ ἐμέναν…
Μόνη μου ἐγεννήθην, μόνη μου θὰ τελειώσω…
Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει πὼς στὴν πορεία δὲν θὰ ἀναπτύξω σχέσεις. Δὲν σημαίνει πὼς δὲν θὰ δεθῶ.
Δὲν σημαίνει πὼς δὲν θὰ ἀγαπήσω καὶ δὲν θὰ ἀγαπηθῶ.
Ὅμως ἀπὸ τὴν στιγμὴ τῆς γεννήσεώς μας παίζουμε ῥόλους… Κάτι θέλουμε νὰ δείξουμε…
Κάπου νὰ γίνουμε ἀρεστοί…
Συνέχεια

Πόσο σέ ἔχω ἀδικήσει καρδιά μου;

Γύρισα πρὶν λίγο. Κουρασμένος, σκεφτικός, δύσθυμος. Τὴν ὥρα ποὺ κλείδωσα τὸ αὐτοκίνητο τὸ βλέμμα μου διέκρινε το φῶς τοῦ φεγγαριοῦ νὰ διαχέεται στὰ λιβάδια. Πανσέληνος. Κάτι σκίρτησε μέσα μου. Σήκωσα τὸ κεφάλι ψηλά. Πουθενὰ τὸ φεγγάρι. Ἕνα κατάμαυρο σύννεφο σὲ σχῆμα γῦπα τὸ κάλυπτε. Συνέχεια