Δίχως «σκάψιμο» δὲν γίνεται «φύτεμα»…

Διαβιοῦμε σὲ ἕναν κόσμο τέτοιον, ὅπου μάθαμε νὰ «προσαρμοζόμεθα» τόσο, ὅσο νὰ «χωροῦμε» μέσα σὲ ὅλο καὶ στενότερα ὅρια. Ὅρια τέτοια ποὺ πλέον δὲν κρίνονται, δὲν ἐπανεξετάζονται καὶ διαρκῶς μᾶς ἀπομειώνουν τὰ πεδία δράσεως. Ἐντὸς αὐτοῦ τοῦ ἀσφυκτικοῦ, μὲ αὐξητικὲς τάσεις πιέσεως, σκηνικοῦ, εἴμεθα ὑποχρεωμένοι καὶ νὰ ἐπιβιώνουμε καὶ νὰ ἀνθέχουμε ἀλλὰ καὶ νὰ στηρίζουμε, κατὰ τὶς ἀνάγκες τους, τοὺς γύρω μας.

Τὸ ἀποτέλεσμα ὅμως ὅλης αὐτῆς τῆς διογκουμένης, δίχως ἀρχῆς καὶ τέλος, πιέσεως μᾶς ὑποχρεώνει νὰ περιορίζουμε ὅλο καὶ περισσότερο τὶς ἀληθεῖς μας ἀνάγκες. Ἀνάγκες ποὺ δὲν σχετίζονται μὲ τὶς κρατοῦσες ἀπόψεις, ἀλλὰ μὲ τὰ ὅσα ὁ ἑαυτός μας χρειάζεται ἀληθῶς, ἀλλὰ ἀδυνατοῦμε νὰ τοῦ προσφέρουμε. Ἀνάγκες τέτοιες ποὺ ἔως προσφάτως δὲν ὑποψιαζόμεθα ἀλλὰ ποὺ τώρα πλέον μᾶς ὑποχρεώνουν νὰ ἐνσκύψουμε σὲ αὐτές, νὰ τὶς ἀναγνωρίσουμε, νὰ τὶς σεβασθοῦμε καὶ νὰ τοὺς ἐπιτρέψουμε νὰ ἐκφρασθοῦν. Μά πῶς θά συμβῆ τοῦτο ἐάν δέν ἀπαλλαγοῦμε ἀπό κάθε τί τεχνητό καί ἐπίκτητο;

Ὅσο λοιπὸν οἱ ἐξωτερικὲς πιέσεις ποὺ μᾶς ἀσκοῦνται πολλαπλασιάζονται, τόσο λιγότερο χῶρο καὶ χρόνο προσφέρουμε στοὺς ἑαυτούς μας, γιὰ νὰ μᾶς ἐπιτρέψουμε νὰ …ἀνασάνουμε. Καὶ εἶναι ἀνάγκη πλέον νὰ …ἀνασάνουμε, τόσο ὅσο νὰ καταφέρουμε νὰ πάρουμε δυνάμεις καὶ νὰ συνεχίσουμε. Διότι, ἐὰν εἰλικρινῶς κι ἐντίμως ἀναρωτηθοῦμε περὶ τῶν ἀληθῶς ἀναγκαίων, θὰ διαπιστώσουμε πὼς ὁ ἑαυτός μας τὰ γνωρίζει, ἀλλὰ λόγῳ «ἐκπαιδεύσεώς» μας εἶναι ἀδιανόητον τὸ νὰ «ἀκούσουμε» τοὺς «ἐκκωφαντικοὺς ψιθύρους» καὶ νὰ συνειδητοποιήσουμε πὼς ὁ χρόνος τῆς  προετοιμασίας μας φθάνει στὸ πέρας του.
Μά πῶς θά μποροῦσε νά ὑπάρξῃ ὁποιαδήποτε πιθανότης νά τά καταφέρουμε, ἐάν δέν ἔχουμε προηγουμένως παύση νά ἀναπαράγουμε ὅλα ἐκεῖνα πού μᾶς διατηροῦν δεσμίους; Πῶς θά συμβῇ ἐκεῖνο τό …κάτι, πού θά μᾶς ἐπιτρέψη νά ἐπιλέξουμε μόνον τίς χρήσιμες γιά ἐμᾶς διαδρομές; Πῶς τέλος πάντων θά καταφέρουμε νά ἀντιμετωπίσουμε τά ἐπερχόμενα ἐμπόδια, ἐάν ἐπιμένουμε νά …«κουβαλοῦμε» τά πάντα (ἤ καί τούς πάντες);;

Ἕνας δρόμος μᾶς ἀπομένει. Νὰ …«σκάψουμε». Νὰ …«σκάψουμε» τόσο ὅσο νὰ ἀρχίσουμε, δειλά-δειλά, νὰ ἀνακαλύπτουμε τὸ ἐὰν καὶ κατὰ πόσον ὅλα αὐτὰ ποὺ …φορτωθήκαμε εἶναι τόσο σημαντικά, γιὰ νὰ ἐξακολουθήσουμε νὰ τὰ κουβαλοῦμε. Νὰ …«σκάψουμε» τόσο ὅσο νὰ δοῦμε μέσα μας τὶς ἀλήθειες ποὺ τόσα χρόνια ἀνέμεναν νὰ τὶς φέρουμε στὸ φῶς. Νὰ …«σκάψουμε» μέσα μας γιὰ νὰ ἀνασύρουμε στὴν ἐπιφάνεια μόνον τὰ ἀναγκαία, μά, κυρίως, νὰ συνειδητοποιήσουμε πὼς ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὰ περιττά, γιὰ νὰ σταθοῦμε, ἐπὶ τέλους, ὄρθιοι μὰ καὶ ἱκανοὶ γιὰ νὰ ἀντιπαρέλθουμε κάθε δυσκολία καὶ ἀπειλή.

Κι ἐκεῖ, ἐπάνω στὸ …«σκάψιμο», θὰ  ἀρχίσουμε νὰ ἀνακαλύπτουμε πὼς τὸ μεγαλύτερό μας πρόβλημα δὲν εἶναι τὰ τόσα πολλὰ φορτία ποὺ σηκώσαμε, ἀλλὰ ἐμεῖς -καὶ μόνον ἐμεῖς- πού, συνειδητῶς ἢ ἀσυνειδήτως, ἐπιλέγαμε νὰ τὰ φορτωθοῦμε.
Κάπου ἐκεῖ θὰ ἀναγκασθοῦμε νὰ ἀποφασίσουμε τὸ ποιὰ ἐξ αὐτῶν εἶναι χρήσιμα καὶ ποιὰ περιττά.
Κάπου ἐκεῖ θὰ ἀντιληφθοῦμε πὼς ὅσο βαθαίνουμε τὸ …«σκάψιμο», τόσο καλλίτερες πιθανότητες θὰ ἔχουμε νὰ …«φυτεύσουμε νέους σπόρους», ἀπολύτως ἀναγκαίους γιὰ ἐμᾶς, μὰ καὶ γιὰ τοὺς γύρω μας.
Κάπου ἐκεῖ θὰ νοιώσουμε πὼς ἦταν λάθος τὸ νὰ συντηροῦμε ὅλο αὐτὸ τὸ μοντέλο, ἐφ΄ ὅσον τὸ μόνον ποὺ ἐπιτύχαμε, τελικῶς, ἦταν τὸ  νὰ ἀπομακρυνόμεθα ἀπὸ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἡ Φύσις μας μᾶς ὁρίζει καὶ μᾶς προσδιορίζει.
Καί, κάπου ἐκεῖ, μετὰ ἀπὸ ὅλες αὐτὲς τὶς διαπιστώσεις, θὰ ξεκινήσουν αὐτομάτως οἱ διεργασίες ποὺ θὰ μᾶς ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὰ περιττά, πρὸ κειμένου νὰ ἑστιάσουμε (ἐπὶ τέλους!!!) στὰ ἀναγκαία…
Καί, τότε, λίγο-λίγο, θὰ ἐπιτύχουμε τὸ νὰ ἐπιτρέψουμε στὸ Φῶς νὰ μᾶς «φωτίσῃ» καὶ νὰ μᾶς «γεμίσῃ», γιὰ νὰ κατανοήσουμε, νὰ συνειδητοποιήσουμε καὶ νὰ ἐπαναπροσδιορίσουμε ὅσα μᾶς πρέπει.

Δύσκολες διαδρομὲς μὰ ἀπαραίτητες πλέον.
Γιὰ ὅσο λοιπὸν θὰ ὑπομένουμε τὶς σημερινὲς συνθῆκες, γιὰ τόσο κι ἄλλο τόσο, μὰ καὶ γιὰ διαρκῶς περισσότερο, θὰ ὑποχρεούμεθα νὰ κρύβουμε ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς μας τὴν μόνη μας διέξοδο ἀπὸ τὰ τέλματα, στὰ ὁποίαν σήμερα ἔχουμε περιπέση. Ὅσο οἱ καθημερινές, ἐπαναλαμβανόμενες καὶ ἀλληλοεπιδρούμενες καταναγκαστικὲς ἀπαιτήσεις μᾶς «σέρνουν» στὸ νὰ ὑπομένουμε αὐτό-καταπιεζόμενοι, τόσο τὰ «βαρίδια» μας  θὰ αὐξάνονται καὶ τόσο οἱ ἀντοχές μας θὰ περιορίζονται.

Εἰσήλθαμε σὲ μίαν περίοδον τέτοιαν, ποὺ ἐὰν δὲν περιορίσουμε, στὰ ἀπολύτως ἀπαραίτητα, ὅλων τῶν εἰδῶν τὰ «φορτία» μας, δὲν θὰ καταφέρουμε νὰ περάσουμε μέσα ἀπὸ τὶς «Συμπληγάδες» ποὺ εἶναι ἐμπρός μας. Ὅσο πιὸ «ἀνάλαφροι», τόσο πιὸ ἱκανοί. Οἱ ἀπαιτήσεις κάθε εἴδους κι ἐπιπέδου, ἰδίως ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς μας, λογικὲς ἢ παράλογες, ὠφέλιμες ἢ αὐτοκασταροφικές, πρέπει ἐπὶ τέλους νὰ «φιλτραρισθοῦν» τόσο, ὅσο νὰ γίνουν διακριτὲς καὶ νὰ συντηρηθοῦν, μόνον ὅσες χρειάζονται. Αὐτές, οἱ ἀναγκαῖες, εἶναι ποὺ θὰ διατηρηθοῦν, θὰ ἐνισχυθοῦν καὶ θὰ ἐξυπηρετηθοῦν.
Τὸ «ἀναγκαῖον» ὅμως εἶναι ἀκόμη τόσο ἀσαφὲς καὶ «θολό», ποὺ ἐὰν δὲν «σκάψουμε» εἶναι ἀδύνατον νὰ τὸ ἐντοπίσουμε, νὰ τὸ ἀνασύρουμε στὴν ἐπιφάνεια καὶ νὰ τὸ ὑπηρετήσουμε. Κι αὐτὸ τὸ ἀναγκαῖον, γιὰ ἐμᾶς, εἶναι ὁ χρήσιμος «σπόρος» ποὺ θὰ μᾶς τρέφῃ ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα.

Σὲ ἕνα καλὰ «σκαμμένο χωράφι», τοῦ ὁποίου τὸ χῶμα ἔχει ἀερισθῆ καὶ φωτισθῆ ἀρκούντως, οἱ (νέοι) «σπόροι» ἔχουν τὶς μέγιστες πιθανότητες «ἐνεργοποιήσεως» καὶ  «βλαστήσεως».
Τὸ ποιοὶ ὅμως θὰ εἶναι οἱ δικοί μας «σπόροι», τὸ πῶς αὐτοὶ θὰ «ἐνεργοποιηθοῦν» καὶ τὸ τί θὰ μᾶς ἀποδώσουν στὴν συνέχεια, ἂς τὸ ἀφήσουμε γιὰ τὴν ὤρα. Ἕνα μόνον ἔχει σημασία: νὰ ἑτοιμάσουμε τὸ «χωράφι» μας καταλλήλως, διότι μόνον τότε θὰ μπορέσῃ κι ὁ «σπόρος» μας νὰ «βλαστήσῃ».
Πρὸς τοῦτον καὶ ὀφείλουμε στοὺς ἑαυτούς μας, μὰ καὶ στοὺς προσφιλεῖς μας, νὰ ἐπιτύχουμε νὰ διακρίνουμε αὐτὴν τὴν διεργασία, νὰ κατανοήσουμε τὴν ἀναγκαιότητά της καί, σιγά-σιγά, νὰ ἐπικεντρωθοῦμε -ἀρχικῶς- μόνον σὲ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ θὰ μᾶς ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὰ περιττά, γιὰ νὰ ἐνδυναμωθοῦμε τόσο, ὅσο νὰ ἐπιτύχουμε νὰ καταπιασθοῦμε μόνον μὲ τὰ χρήσιμα.  

Φιλονόη

εἰκόνα

Ἀποποίηση εὐθύνης

Οἱ συντάκτες τῶν ἄρθρων ἀποδέχονται ὅτι φέρουν τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὴ νομιμότητα, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν ὀρθότητά του περιεχομένου τῶν ἄρθρων τους, ἀπαλλάσσοντας τὸ filonoi.gr ἀπὸ ὁποιανδήποτε σχετικὴ εὐθύνη.

Leave a Reply