Τὸ νὰ λειτουργοῦν ἀμέτρητα ἐνεχυροδανειστήρια στὴν χώρα, ὁπουδήποτε, δίχως νὰ ἐλέγχονται καὶ δίχως νὰ προστατεύεται ὁ πολίτης, δὲν τὸ λὲς καὶ τυχαῖον.
Τὸ νὰ ἀδειοδοτῶνται αὐτὰ τὰ ἐνεχυροδανειστήρια πρὸ κειμένου νὰ λειτουργοῦν «νομοτύπως», ἂν καὶ ὑπάρχουν σαφεῖς ἐνδείξεις, ἔως καὶ ἀποδείξεις, «ξεπλύματος» προϊόντων κλοπῆς, καταδεικνύουν ὑφαρπαγὴ δημοσίου καὶ ἰδιωτικοῦ πλούτου (ἐν πρὸ κειμένω χρυσοῦ), στὴν ὁποίαν ὑφίστανται πολλοὶ συνεργοί, ἰδίως ἀπὸ τὴν κρατικὴ μηχανή. Κι αὐτὸ ἐπίσης δὲν τὸ λὲς τυχαῖον.
Τὸ νὰ περιμένῃ τὸ κράτος -μαζὺ καὶ ἡ σεβαστὴ κοινότης τῶν δημοσιοκάφρων- κάτι χρόνια γιὰ νὰ μᾶς ἀνακοινώσουν πὼς πράγματι μέσα σὲ αὐτὰ τὰ μαγαζάκια γινόταν ἕνα ἔγκλημα εἰς βάρος τῶν πολιτῶν τῆς χώρας, ἰδίως ἐὰν ὑπάρχουν σαφεῖς ἀποδείξεις ἐξαγωγῆς χρυσοῦ, πρὸς ὁποιανδήποτε ἄλλην χώρα, πάλι δὲν τὸ λὲς τυχαῖον.
Συνέχεια →