«…Ὅταν ἀποφασίσαμεν νὰ κάμωμεν τὴν Ἐπανάστασις, δὲν ἐσυλλογίσθημεν οὔτε πόσοι εἴμεθα οὔτε πὼς δὲν ἔχομεν ἅρματα οὔτε ὅτι οἱ Τούρκοι ἐβαστοῦσαν τὰ κάστρα καὶ τὰς πόλεις οὔτε κανένας φρόνιμος μας εἶπε «ποῦ πᾶτε ἐδῶ νά πολεμήσετε μὲ σιταροκάραβα βατσέλα;», ἀλλὰ ὡς μία βροχὴ ἔπεσε εἰς ὅλους μας ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ ὅλοι, καὶ ὁ κλῆρος μας καὶ οἱ προεστοὶ καὶ οἱ καπεταναῖοι καὶ οἱ πεπαιδευμένοι καὶ οἱ ἔμποροι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅλοι ἐσυμφωνήσαμεν εἰς αὐτὸν τὸν σκοπὸ καὶ ἐκάμαμε τὴν Ἐπανάσταση.